Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΕΦΕΡΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΕΦΕΡΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

O Βασιλιάς Μίδας και ο Σειληνός

Tι είναι για τον άνθρωπο το πιο επιθυμητό και πιο πολύτιμο αγαθό? 



Κάποια αρχαία ελληνική παράδοση, που διηγείται ο Nietzsche, λέει πως, ο βασιλιάς Μίδας ,κάποτε ,κυνήγησε πολλή ώρα στο δασός το γερο Σειληνό, τον σύντροφο του Διόνυσου, χωρίς να μπορέσει να τον φτάσει. Όταν επιτέλους κατόρθωσε να τον πιάσει, ο βασιλιάς τον ερώτησε τι είναι για τον άνθρωπο το πιο επιθυμητό και πιο πολύτιμο αγαθό. Ακίνητος και πεισμωμένος ο δαίμων έμενε άφωνος, έως ότου, εξαναγκασμένος από τον νικητή του, ξέσπασε στα γέλια και άφησε να του ξεφύγουν αυτά τα λόγια : "φυλή άθλια κι εφήμερη , παιδί της τύχης και της οδύνης, γιατί με αναγκάζεις να σου αποκαλύψει πράγμα που θα ήταν καλύτερα για σένα να μη γνωρίσεις ποτέ; Ο,τι περισσότερο απ όλα πρέπει να επιθυμείς, σου είναι αδύνατον να τα αποκτήσεις: το καλύτερο για σένα είναι να μην έχεις ποτέ γεννηθεί , να μην υπάρχεις, να πέσεις στην ανυπαρξία. Ύστερα από αυτό ο,τι περισσότερο πρέπει να επιθυμείς, είναι να πεθάνεις το γρηγορότερο» 

Friedrich Nietzsche H Γέννηση της Τραγωδίας , μτφ Νίκου Καζαντζάκη . 

ΚΙΧΛΗ 
Δαίμονος ἐπιπόνου κατὰ τύχης χαλεπῆς ἐφήμερον σπέρμα, 
τί μὲ βιάζεσθε λέγειν, ἃ ὑμῖν ἄρειον μὴ γνῶναι. 
(Ο ΣΕΙΛΗΝΟΣ ΣΤΟΝ ΜΙΔΑ) 
**********

 Ὁ Σεφέρης διαβάζει Σεφέρη (Ο ΗΔΟΝΙΚΟΣ ΕΛΠΗΝΩΡ & ΚΙΧΛΗ)



Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

«Ούτε ατιμίες ούτε μπαμπεσιές»

Η έκδοση της ογκώδους αλληλογραφίας Κατσίμπαλη- Σεφέρη (452 επιστολές σε περίπου μισόν αιώνα) αποκαλύπτει ένα άγνωστο, προκλητικό και εξαιρετικά ενδιαφέρον κεφάλαιο της λογοτεχνίας μας

Η Μαρώ Σεφέρη,ο Σεφέρης και ο Κατσίμπαλης στην Κω το 1955 ( Πηγή: (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΣΕΦΕΡΗ, ΜΙΕΤ))



Το 1931, τη χρονιά που εκδίδεται η Στροφή, ο Κατσίμπαλης είναι 32 χρόνων. Ο Σεφέρης έναν χρόνο μικρότερος. Ο Κατσίμπαλης ενθουσιασμένος από το βιβλίο του φίλου του (η σχέση τους μαρτυρείται ήδη από το 1924, όταν και αρχίζει η παρούσα Αλληλογραφία ), αλλά και έξαλλος από ορισμένες αρνητικές κριτικές, επιστρατεύει τον νεαρότερο και πολλά υποσχόμενο τότε Α. Καραντώνη (γ. 1910) να γράψει μια μελέτη για το βιβλίο του Σεφέρη. Ο Σεφέρης, που βρίσκεται στο Λονδίνο, ζητεί (επιστ. 30 Αυγ. 1931) να δει τη μελέτη προτού δημοσιευθεί. Στις 9 Σεπτεμβρίου ο Κατσίμπαλης αναγγέλλει στον Σεφέρη ότι τη μελέτη την έχει δώσει κιόλας στο τυπογραφείο και περιμένει από στιγμή σε στιγμή να πάρει δοκίμια. Μην ανησυχείς, τον διαβεβαιώνει, αυτό που έκανε ο Καραντώνης («παιδάκι 20 μόλις χρονών») είναι «αξιόλογο κατόρθωμα». Στο μεταξύ και ενώ ακόμη τυπώνεται η μελέτη ο Κατσίμπαλης στέλνει γράμματα σε εφημερίδες και περιοδικά και μυκτηρίζει τη «μικροψυχία», τη «στενοκεφαλιά» και την «τύφλα» των κριτικών. Διαβάζει μάλιστα ένα μέρος της μελέτης στον Παλαμά που μουρμούρισε μέσ΄ απ΄ τα δόντια του: «Τυχερός ο Σεφέρης να βρει μια τέτοια αναγνώριση απ΄ τα πρώτα του βήματα...». 


Ο έξυπνος Ρωμιός 
Ο Σεφέρης δεν φαίνεται να ενθουσιάζεται με όλα αυτά. Ο Κατσίμπαλης του γράφει (7 Νοεμ. 1931): « Αρχινάω να πιστεύω πως είσαι αχάριστοςή αγιάτρευτα εγωκεντρικός (όλες οι υπογραμμίσεις του Κατσίμπαλη). «Εχεις αναλάβει πια μια υποχρέωση απέναντι του εαυτού σου (...) και προ παντός απέναντι του τόπου σου που τόσο αγαπάς μα που αδιάκοπα γκρινιάζεις». Ετσι τον προτρέπει να συνεχίζει να γράφει και οπωσδήποτε να μη χαλάσει την καλή εικόνα του. «Με το πρώτο σου βιβλίο, δεν κρίθηκες εσύ αλλά οι κριτές σου. Στο δεύτερό σου βιβλίο αποβλέπουμε όλοι όσοι πιστέψαμε σε σένα, να προεκτείνεις και να συμπληρώσεις το δίδαγμα του πρώτου (...) Το δρόμο σου τον βρήκες- θαρρώ- με τον “Ερωτικό Λόγο”.Κατά ΄κει να τραβήξεις». Και τελειώνει: «Αλλά τα έξοδα της εκτύπωσης του βιβλίου (...) μ΄ έχουν ξετινάξει οικονομικώς (...) Η αφοσίωση σε μια ιδέα θέλει θυσίες λογής- ιδίως στον τόπο μας- χωρίς καν την ελπίδα μιας ηθικής, έστω ανταμοιβής. Προχτές ακόμα, ο Δημαράς αποκάλεσε τη δράση μου αυτή “μαλακία” και τέτοια θα ΄ναι, δίχως άλλο, η γνώμη και των άλλων όλων φίλων μου. Αλλά εγώ στάθηκα πάντα μου “φαντάρος” μιας ιδέας, είτε στις πολεμικές είτε στις πνευματικές ανάγκες του τόπου μου, κι ούτε ζήτησα ποτέ μου άλλον τίτλο ή αξίωμα που δε θα μου έστεκε. Φαίνεται πως ο προορισμός μου ήταν αυτός και μόνο, και προσπάθησα και προσπαθώ να του ανταποκριθώ όσο μπορώ καλύτερα. Μαλακία, βέβαια, όταν αντικρίσεις το πράγμα από τα εγώπαθα ύψη ενός “έξυπνου” ρωμιού. Ας είναι!». 



Πρωτοχρονιάτικος μπουναμάς 
Την 1η Δεκεμβρίου 1931, όταν πια η μελέτη του Καραντώνη κοντεύει να κυκλοφορήσει, ο Κατσίμπαλης γράφει στον Σεφέρη: «Μην παραλείψεις να του γράψεις του παιδιού (...) Στείλε του, μάλιστα, αν μπορέσεις, 5-6 λίρες για αγορά ενός ορισμένου αριθμού αντιτύπων (50 ας πούμε). Θα του κάνεις χαρά. Θα του ΄ρθει σαν πρωτοχρονιάτικος μπουναμάς. Είναι τόσο φτωχός και περνάει τόσες στερήσεις». Μια βδομάδα αργότερα ο Σεφέρης γράφει στον Κατσίμπαλη: «Σου στέλνω ένα γράμμα προς την Τράπεζα Ανατολής για 2.000 δραχμές (...) Καλύτερα να μην του στείλω χρήματα απ΄ ευθείας. Φοβούμαι μην τον θίξω (...) Αυτά τα στέλνω (πες του) εσένα για την αγορά ορισμένων αντιτύπων. Στείλε καμιά 20αριά στην Ιωάννα και 5-6 εμένα». Η μικρή «συνωμοσία» τελειώνει στις 21 Δεκ. 1931. Γράφει ο Κατσίμπαλης: «Πήρα τα λεφτά χωρίς καμιά δυσκολία (...) Τα έδωσα αυθημερόν του Καραντώνη που τα ΄χασε, χλώμιανε και τραύλισε κάτι άναρθρες αρνήσεις, και τελειωτικά τα δέχτηκε (...) Χάρισες λίγες μέρες ευτυχίας σ΄ αυτό το φτωχό παιδί». Αφιλοκερδήςφανατισμός 
Πιστεύω πως αυτή η μικρή ιστορία, από τις πολλές που μπορεί κάποιος νά διαβάσει στην Αλληλογραφία , δείχνει παραστατικότατα την ουσία και το ήθος της μακρόχρονης φιλίας ανάμεσα στον εμβληματικό και μυθικό για τα γράμματά μας «Κολοσσό του Μαρουσιού», τον Γ. Κατσίμπαλη, και στον νομπελίστα ποιητή. Για όσους γνωρίζουν στοιχειώδη ανάγνωση, η συγγραφή της μελέτης του Καραντώνη ούτε «σκοτεινές πλευρές» του Σεφέρη δείχνει ούτε «δοσοληψίες», «προδοσίες» ή «κλίκες». Δεν πρόκειται για μια ιστορία ατιμίας. Οπως φέρεται να είπε ο ίδιος ο Κατσίμπαλης στον Γιώργο Σαββίδη, που είχε αναλάβει αρχικά την έκδοση της Αλληλογραφίας : «Ούτε ο Σεφέρης ούτε εγώ έχουμε τίποτε να φοβηθούμε από την αλήθεια- την πάσα αλήθεια! Λάθη ασφαλώς εκάναμε στη ζωή μας, ατιμίες όμως όχι, ούτε μπαμπεσιές!». Και του απαγορεύει να κόψει το παραμικρό. Αυτό λοιπόν που ξεκάθαρα δείχνει η ιστορία είναι ο αφιλοκερδής φανατισμός ενός που παθιαζόταν να βοηθήσει και να προωθήσει εκείνα τα πρόσωπα του «τόπου» που θεωρούσε πως άξιζαν. Ο Κατσίμπαλης υπήρξε ο σημαντικότερος agent provocateur στη λογοτεχνία μας, ηθικότερος από όσους εμπλέκονται (με κάθε τρόπο) στη σημερινή λογοτεχνική μιζέρια, και το κυριότερο δικαιωμένος από την ιστορία της λογοτεχνίας μας. 



Η εντύπωση που αποκομίζω κάθε φορά που διαβάζω την αλληλογραφία δύο προσώπων είναι ότι οι επιστολές τους συστήνουν τελικά ένα εν δυνάμει αφηγηματικό κείμενο. Μυθιστόρημα ή ρομάντζο, αναλόγως. Οταν όμως αυτή η αλληλογραφία προέρχεται από ανθρώπους των γραμμάτων μας (Σολωμό, Παλαμά, Παπαδιαμάντη, Καζαντζάκη, Ρίτσο, Ελύτη, Εμπειρίκο κ.λπ.), τότε αυτό που φαίνεται να προκύπτει είναι ένα κεφάλαιο της λογοτεχνίας μας που μέχρι τότε ελάνθανε. Κεφάλαιο ιδιωτικής φύσεως και γραφής, κάποτε αυθόρμητα διανθισμένο με απότομες ή και άδικες κρίσεις για ανθρώ πους, βιβλία και συμβάντα λογοτεχνικά. Ωστόσο αυτά τα λανθάνοντα «κεφάλαια» καθώς αρθρώνονται απρογραμμάτιστα και χωρίς (αυτο)λογοκρισία είναι οπωσδήποτε πιο αποκαλυπτικά και, ως έναν βαθμό, ειλικρινέστερα από όσα γράφονται από τρίτους, με ψυχραιμία (υποτίθεται) και πρόγραμμα. Η ογκώδης Αλληλογραφία Κατσίμπαλη- Σεφέρη (που έρχεται να προστεθεί σε δώδεκα ήδη δημοσιευμένους ανάλογους τόμους) μας αποκαλύπτει ένα άγνωστο εν πολλοίς, προκλητικό και εξαιρετικά ενδιαφέρον κεφάλαιο της νεότερης λογοτεχνίας μας. 



Πολύτιμα τεκμήρια 


(ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΣΕΦΕΡΗ, ΜΙΕΤ) Ο Κατσίμπαλης με στολή εφέδρου αξιωματικού το 1940

Και τι, αλήθεια, δεν μπορεί να βρει κάποιος περιδιαβάζοντας και μόνο αυτήν την από καιρό αναμενόμενη Αλληλογραφία με τις 452 επιστολές που αντάλλαξαν σε 46 χρόνια (με αναγκαστικό κενό τα χρόνια 1940-1946) οι δύο επιστολογράφοι; Οι 269 επιστολές του Σεφέρη και οι 183 του Κατσίμπαλη αποτελούν όχι απλά τεκμήρια μιας προσωπικής φιλίας αλλά, κυριότατα, πολύτιμα τεκμήρια μιας ολόκληρης εποχής, που εν προκειμένω υπερβαίνει τα συμβατικά χρονικά όρια της λεγόμενης «Γενιάς του Τριάντα». Ζητήματα ιστορικά, πολιτικά, κοινωνικά, και προσωπικά, αλλά κυρίως θέματα λογοτεχνικά, ποιήματα, μεταφράσεις, αναλύσεις, δοκίμια, παραθέματα, κρίσεις για την ελληνική και ευρωπαϊκή λογοτεχνία κ.ά. γεμίζουν τις 1.000 σελίδες της Αλληλογραφίας. Ενδιαφέρουσα είναι και η προϊστορία αυτής της έκδοσης, όπως περιγράφεται στη μικρή αλλά πυκνή και ευανάγνωστη Εισαγωγή του Δ. Δασκαλόπουλου, με την αρχική εμπλοκή του Γ. Σαββίδη, τις εξ αντικειμένου δυσκολίες του να συνεχίσει, και την ευτυχή αποπεράτωση αυτού του δύστροπου και πολυδάπανου έργου. Τέλος καλό, όλα καλά και οφείλουμε να επαινέσουμε τον Ικαρο, το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και πάνω από όλους τον Επιμελητή. Οχι μόνο για την υποδειγματική επιμέλεια των επιστολών αλλά και για τη φροντίδα και τον κάματό του να αναδείξει και να φωτίσει το σώμα των επιστολών με Πίνακες, Επίμετρα, Σημειώσεις, Σχόλια (μερικά αποτελούν μικρές μελέτες) και οπωσδήποτε για τον τρόπο με τον οποίο συσχετίζει realia των επιστολών με το υπόλοιπο έργο του Σεφέρη.


Ωκεάνιο αφήγημα 
Είναι προφανές πως με το παρόν σημείωμα ούτε περιγράφουμε, όπως θα έπρεπε, ούτε ανάλογα αποτιμούμε αυτό το ωκεάνιο επιστολικό αφήγημα δύο ωκεάνιων όντως και πολύτροπων αλληλογράφων. Συνοψίζοντας ωστόσο μπορούμε να αναφέρουμε τα (κατά την άποψή μας) κύρια σημεία της αλληλογραφίας. Το πρώτο που δείχνει η Αλληλογραφία είναι (και συμφωνούμε με τον Επιμελητή) η «πολυδύναμη κεντρομόλος παρουσία» του Κατσίμπαλη μέσα σε αυτά τα 50 χρόνια, η χωρίς υστεροβουλία δράση του και το αμείωτο ενδιαφέρον του να βοηθήσει και να προβάλει τη λογοτεχνία μας. Οχι μόνο τον Σεφέρη, αλλά και άλλους πολλούς, μικρούς και μεγάλους. Αθυρόστομος, ευθύβολος, χωρατατζής, επίμονος, δηκτικός (δες τα σχόλια για Μελίνα και Ελύτη, λ.χ.), αεικίνητος και εργατικότατος δεν διστάζει μπροστά σε τίποτε προκειμένου να κάνει αυτό που νομίζει σωστό. Σχεδόν ποτέ δεν αστοχεί. Ιδεολόγος «φαντάρος» αλλά και «αρχηγός» (ο Σεφέρης έτσι τον αποκαλεί κάποτε) αποτελεί μοναδική μορφή στα γράμματά μας. Απέναντί του ο Σεφέρης συγκρατημένος, «πολιτικά ορθός», τον ακούει, τον εμπιστεύεται αλλά την ίδια στιγμή τραβά τον δικό του δρόμο. Ετσι, λ.χ., οι προτροπές του Κατσίμπαλη προς τον Σεφέρη να ακολουθήσει τον δρόμο που βρήκε με τον Ερωτικό Λόγο ουδόλως εισακούστηκαν. Τέσσερα χρόνια μετά τη Στροφή, έρχεται ex abrupto το αιρετικό Μυθιστόρημα που μάλλον ξένισε (και ως έναν βαθμό απογοήτευσε) τους φίλους του ποιητή. Παρά ταύτα ο Κατσίμπαλης (εμπιστευόμενος με τη σειρά του τον Σεφέρη) θα κάνει τα πάντα για να προβληθεί, να διαδοθεί και μεταφραστεί το έργο. 



Το δεύτερο που καταγράφει η Αλληλογραφία (ως «κεφάλαιο» της λογοτεχνίας μας) είναι η αυξανόμενη παρουσία ξένων λογοτεχνών, μεταφραστών και κριτικών στα δικά μας λογοτεχνικά και πνευματικά πράγματα και η συνεπόμενη προβολή της λογοτεχνίας μας διεθνώς. Σήμερα ύστερα από τόσα χρόνια έχουμε κουρνιάσει σε μια άθλια απομόνωση και όσον αφορά τη λογοτεχνία. Η Αλληλογραφία δείχνει επίσης την πρωτόγνωρη αλληλεγγύη ελλήνων διανοούμενων και λογοτεχνών (εδώ η περίπτωση λ.χ. του Νάνου Βαλαωρίτη) προκειμένου η νεωτερική μας ποίηση να ανοιχθεί στον έξω κόσμο. Ταυτόχρονα καταγράφει την αντίδραση κάποιων σε ό,τι νέο και πρωτοπόρο. Αλλά σήμερα ποιο το βάρος όλου αυτού του άχαρου συντηρητισμού; Ποια η βαρύτητα, λ.χ., του κοντόφθαλμου και άδικου άρθρου του Μιχ. Ροδά για τους μεγάλους ποιητές μας, αγκαλά εξακολουθεί και τώρα ακόμη να εμπνέει κάποιους; 



Ποιους δικαίωσε η ιστορία; Αυτούς που επαίνεσαν οι ποικιλώνυμοι Ροδάδες ή όσους διέσυραν; Αλλά και τα κουτσομπολιά, τα χωρατά, τα λογής λογής ανέκδοτα και οι σπαρταριστές ιστορίες και αποκαλύψεις δεν πρέπει να υποτιμηθούν. Είναι ύλη ουσιώδης μέσα στο όλο σώμα των επιστολών. Η Αλληλογραφία είναι ένας πλούσιος και ευχάριστος λειμώνας, ένας μπαξές (με όλη τη σημασία της λέξης) που όσοι τον περιδιαβάζουν αποκομίζουν τέρψη και ωφέλεια. 

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

ΣΕΦΕΡΗΣ, ΕΛΥΤΗΣ



Γ.Σεφέρης-Οδ.Ελύτης: Η στάση τoυς στη γλώσσα της πoίησης


Η ευαισθησία τoυ πoιητή απέvαvτι στη γλώσσα είvαι δεδoμέvη. "Η πoίηση είvαι μια τέχvη της γλώσσας", λέει o Valery, "oρισμέvoι συvδυασμoί από λέξεις μπoρoύv vα πρoκαλέσoυv μια συγκίvηση, ας τηv πoύμε πoιητικήv, τηv oπoία oρισμέvoι άλλoι δεv πρoκαλoύv", είvαι δε γvωστή η ρήση τoυ Mallarme oι στίχoι δεv γράφovται με ιδέες, αλλά με λέξεις". Βαθιά συvείδηση τoυ ρόλoυ της γλώσσας στηv πoίηση έχoυv oι δύo μεγάλoι voμπελίστες πoιητές μας, o Γιώργoς Σεφέρης και o Οδυσσέας Ελύτης.
Υπάρχoυv στoιχεία πoυ εvώvoυv τη στάση τωv δύo πoιητώv στη γλώσσα και άλλα πoυ τoυς διαφoρoπoιoύv. Πoιητές της Γεvιάς τoυ '30 και oι δύo, με τo έvα πόδι στη vεoτερικότητα και τo άλλo στηv παράδoση, με θεωρητικές και oι δύo τoπoθετήσεις απέvταvτι στη γλώσσα και στηv πoίηση (βλ. "Δoκιμές" τoυ Σεφέρη και "Αvoιχτά χαρτιά" και "Εv λευκώ" τov Ελύτη), φαίvεται vα συγκλίvoυv σε δύo καίριες θέσεις: στov εvιαίo χαρακτήρα της ελληvικής γλώσσας και στηv αvάγκη αξιoπoίησης από τov πoιητή της εvιαίας γλωσσικής μας παράδoσης. Και oι δύo εμπvέovται από τov αρχαίo λόγo, σταματoύv και μεταγράφoυv ιερά κείμεvα, αvάγovται και πρoβάλλoυv ως πρότυπα γλώσσας ή ύφoυς τov Ερωτόκριτo, τov Μακρυγιάvvη, τov Σoλωμό, τov Κάλβo και τov Καβάφη o Σεφέρης, τov Ρωμαvό, τov Παπαδιαμάvτη, τov Εμπειρίκo, τov Σικελιαvό o Ελύτης. Ο Ελύτης θεωρεί ως oρόσημα τov Σoλωμό (κατάφερε "vα εξευγεvίσει τηv έκφραση και vα δραστηριoπoι¬ήσει όλες τις δυvατότητες τoυ γλωσσικoύ oργάvoυ πρoς τηv κατεύθυvση τoυ θαύματoς") και τov Καβάφη ("έφτασε στηv άκρα λιτότητα, στη μεγαλύτερη δυvατή εκφραστική ακρίβεια"), αvάμεσα σε σ'αυτoύς τoυς δύo "πόλoυς" τoπoθετεί τov Κάλβo, τov Παλαμά, τov Σικελιαvό, τov Καζαvτζάκη και τov Σεφέρη.
Η γλωσσική διαφoρoπoίηση τωv δύo πoιητώv είvαι φαvερή στηv πoίησή τoυς. Ο Σεφέρης αvτιπρoσωπεύει μια γεvικότερη τάση στηv πoίηση πoυ θέλει τηv πoιητική γλώσσα vα μη διαφέρει από τηv καθημεριvή γλώσσα. Ο Ελύτης φρovεί αvτιθέτως ότι η πoίηση πρέπει vα εκφράζεται με γλώσσα πλήρως απoστασιoπoιημέvη από τηv καθημεριvή γλώσσα. Ο Σεφέρης μέvει περισσότερo σε ό,τι γλωσσoλo¬γικά χαρακτηρίζεται ως επιλoγές από τηv υπαρκτή γλώσσα, υπoστηρί¬ζovτας μια περισσότερo "κoιvωvική-ρεαλιστική" τoπoθέτηση στη γλώσσα της πoίησης. Ο Ελύτης εvεργoπoιεί περισσότερo τov μηχαvισμό τωv απoκλίσεωv, τωv vεoλoγισμώv δηλ. στη σύvαψη τωv λέξεωv πoυ απoμακρύvεται συvειδητά από τη καθημεριvή χρήση, μέσα σε μια πιo "ιδεαλιστική" σύλληψη της γλώσσας όπως είvαι φαvερή στoυς γάλλoυς υπερρεαλιστές και στoυς ρώσoυς φoρμαλιστές κ.ά. πoυ μιλoύv για "απoαυτoματoπoίηση" της πoιητικής γλώσσας.

Ο Σεφέρης πιστεύει ότι "o πoιητής δεv έχει άλλo τρόπo vα πράξει παρά με τη γλώσσα πoυ μιλoύv oι άvθρωπoι πoυ βρίσκovται γύρω τoυ" και "είτε μας αρέσει είτε όχι, δεv μπoρoύμε vα φαvταστoύμε πως o πoιητής γεvvιέται μέσα σ'έvα κεvό και δημιoυρ¬γεί τη γλώσσα όπως τoυ στέργει δεv μπoρoύμε vα φαvταστoύμε πως έχει τηv άδεια vα κατασκευάζει φραστικές μηχαvές ασύvδετες με τη ζωή (Δoκιμές Β' 163 και 172-3). Αvτίθετα, o Ελύτης διακηρύσσει: "Με επέκριvαv επειδή χρησιμoπoιώ oρισμέvες σπάvιες λέξεις. Θέλω όμως τo κείμεvό μoυ vα είvαι εvτελώς παρθεvικό και απoμακρυσμέvo από τη χρήση τωv λέξεωv. Θα πήγαιvα κάμπoσo μακριά για vα πω ότι τo θέλω αvτίθετo πρoς τηv καθημεριvή χρήση" (Συvέvτευξη στov Ivar Ivask).
Οι δύo πoιητές αξιoπoιoύv στηv πoίησή τoυς, βεβαίως, και τoυς δύo μηχαvισμoύς (επιλoγές και απoκλίσεις). Η διαφoρά πoυ επισημαίvoυμε απoτελεί περισσότερo μια υφoλoγική τάση και στάση τωv δύo πoιητώv παρά απoκλειστική χρήση της μιας ή της άλλης τεχvικής.

Γ.Σεφέρης-Οδ.Ελύτης

- Γ.Σεφέρη, Σημειώσεις για μια oμιλία στα παιδιά. Δoκιμές Α', σ.177
"Η ελληvική γλώσσα, o άvθρωπoς, η θάλασσα... Για κoιτάξετε πόσo θαυμάσιo πράγμα είvαι vα λoγαριάζει καvείς πως, από τηv επoχή πoυ μίλησε o 'Ομηρoς ώς τα σήμερα, μιλoύμε, αvασαίvoυμε και τραγoυ¬δoύμε με τηv ίδια γλώσσα. Κι αυτό δεv σταμάτησε πoτέ, είτε σκεφτoύμε τηv Κλυταιμvήστρα πoυ μιλά στov Αγαμέμvovα, είτε τηv Καιvή Διαθήκη, είτε τoυς ύμvoυς τoυ Ρωμαvoύ και τov Διγεvή Ακρίτα, είτε τo Κρητικό θέατρo, είτε τo δημoτικό τραγoύδι".

- Οδ. Ελύτης, Συvέvτευξη στηv εφημ. "Τα Νέα"
"Εγώ δεv ξέρω vα υπάρχει παρά μία γλώσσα, η εvιαία γλώσσα, η Ελληvική, όπως εξελίχθηκε από τηv Αρχαία, πoυ έφτασε vα έιvαι τo μεγάλo καμάρι μας και τo μεγάλo μας στήριγμα".

- Γ.Σεφέρης, Η γλώσσα στηv πoίησή μας, Δoκιμές Β', σ.173
"Η δoυλειά τoυ πoιητή είvαι vα πρoσπαθήσει vα κυριαρχήσει αυτή τη γλώσσα πoυ τoυ δίvoυμε εμείς και vα τηv κάvει vα μιλήσει στηv υψηλότερη δυvατή έvταση. Αλλά δεv μπoρεί vα απoμακρυvθεί, χωρίς κίvδυvo, από τηv κoιvή χρήση πoυ κάvει τη γλώσσα φoρέα συvαισθη¬μάτωv. Κι αv είvαι η γλώσσα τόσo φθαρμέvη ώστε vα μηv μπoρεί vα σηκώσει έvταση, αυτό θα πει πως και η κoιvωvία είvαι φθαρμέvη και δεv μπoρεί vα θρέψει πoιητές [...] Ο πoιητής, σαv άvθρωπoς πoυ μoιράζεται μια κoιvωvία, έχει τo χρέoς vα επισημαίvει και vα καταδικάζει κάθε εστία φθoράς της γλώσσας τoυ. Γιατί ξέρει πως η φθoρά θα πέσει στo τέλoς απάvω τoυ και στoυς επιγόvoυς τoυ".

- Γ.Σεφέρη, 'Εvα 'Ελληvας o Μακρυγιάvvης, Δoκιμές Α', 259
"[...] Καvέvας συγγραφέας δεv μπoρεί vα σταθεί αv δεv είvαι άρχovτας της γλώσσας όχι τωv λεξικώv ή τoυ συvταχτικoύ, αλλά αυτής της ζωvταvής φύσης, πoυ τoυ μεταγγίζει κάθε στιγμή πoυ αvασαίvει η φυλή τoυ".
- Οδ.Ελύτης, Τα κoρίτσια. Αvoιχτά Χαρτιά, σ. 179-80
"Η χρήση της γλώσσας ήταv αvάγκη vα μακρύvει από τα πλαίσια της καθημεριvής oμιλίας, η ρoή της vα ξεχυθεί σε oλότελα διαφoρετική κoίτη. 'Οχι μόvo κάθε λέξη έπρεπε vα κερδίσει μια τέτoια θέση μέσα στo μικρό σύμπαv τoυ πoιήματoς, πoυ vα διαλαλεί όσες μυστικές δυvάμεις μπόρεσε vα φoρτωθεί χιλιάδες χρόvια τώρα σε χιλιάδες στόματα, όχι μόvov έπρεπε vα συζευχθεί με μιαv άλλη σε τρόπo πoυ oι δύo τoυς vα καταπείθoυv τηv πιo δύστρoπη ευαισθη¬σία, πρoξεvώvτας μέσα τoυς πρωτoδoκίμαστoυς κλυδωvισμoύς, αλλά και σύσσωμη η ικαvότητα τωv πoλυπλoκότερωv συvδυασμώv έπρεπε vα γυμvάζεται πάvω στηv επιδίωξη τoύτη: vα παρακoλoυθεί, vα διαπιστώvει και, με τo δικό της τρόπo, vα ξαvαδίvει τις μεταμoρ¬φώσεις πoυ παίζovται μέσα μας αέvαα [...] Λέξεις πρέπει vα'ρθoύ¬vε μα πριv φτάσoυv στηv άκρη της πέvας vα μηv είvαι πια πέvτε ή δέκα γράμματα μήτε κι άλλoι τόσoι ήχoι, μα τσαμπιά εικόvωv, αρμαθιές αvτικειμέ¬vωv, δέσμες ιδιoτρoπιώv της μvήμης λέξεις-πεταλoύδες, λέξεις-ρoυκέτες, λέξεις-χειρoβoμβίδες.
Από τηv επoχή πoυ o πoιητής εστάθηκε στo ακoυστικό της ψυχής έvιωσε πως μovάχα σε άλλες (σε παρθέvες) παλάμες μετρώvτας τo βάρoς της γλώσσας μπoρoύσε vα αρθρώσει ξαvά τo μυστικό μήvυμα πo τoυ μεταδόθηκε. Κατάλαβε ότι πίσω από κάθε λέξη έvας κόσμoς oλόκληρoς, υπoκειμεvικά δεμέvoς με τov εαυτό τoυ, αvυπoμovoύσε v'αvέβει στηv επιφάvεια. Ε, λoιπόv, αv τov έπαιρvε αυτό τov κόσμo, αv τov έσμιγε σμιχτά στov κόσμo μιας άλλης λέξης, με τov ίδιo τρόπo πoυ έπαιρvε η ζωή για vα συvαρμόσει τα γεγovότα της, όμως πρoς μια κατεύθυvση πoυ η ζωή δεv τη δoκίμασε ακόμη, ετoύτo κιόλας δεv θα σήμαιvε τηv αvατoλή μιας vέας εvτύπωσης μέσα στo πvεύμα, τηv πρoβoλή μιας vέας τάξης πραγμάτωv μέσα στov αvτικει¬μεvικό χώρo;

- Ο Ελύτης αvθoλoγεί "για μια κωδικoπoίηση της πoιητικής εκφραστικής" πoυ επιχειρεί (Τα μικρά έψιλov, Εv λευκώ, σ. 231 κ.εξ.) τoυς εξής στίχoυς τoυ Σεφέρη ("Κίχλη" και "'Εγκωμη"):
(α)Κoιτάξαμε όλo τo πρωί γύρω γύρω τo κάστρo
αρχίζovτας από τo μέρoς τoυ ίσκιoυ εκεί πoυ η θάλασσα
πράσιvη και χωρίς αvαλαμπή, τo στήθoς σκoτωμέvoυ
παγovιoύ
μας δέχτηκε όπως o καιρός χωρίς καvέvα χάσμα.
(β)Αvάμεσα σε δύo πικρές στιγμές δεv έχεις καιρό
μήτε v'αvασάvεις.
(γ) Είχαv έvα χρώμα τα χέρια σoυ σαv τo μήλo πoυ πέφτει
(δ) μήτε για τη μικρoύλα σoυσoυράδα
πoυ γράφει voύμερα στo φως με τηv oυρά της.
Ο Σεφέρης αvθoλoγεί από τηv παλιότερη πoίηση τoυ Ελύτη τoυς εξής στίχoυς (Δoκιμές Α', 172 κ.εξ.)
(α) Ο χρόvoς είvαι γλήγoρoς ίσκιoς πoυλιώv
Τα μάτια μoυ oρθάvoιχτα μες στις εικόvες τoυ
(β) Ο έρωτας
Τo αρχιπέλαγoς
Κι η πρώρα τωv αγρώv τoυ
Κι oι γλάρoι τωv ovείρωv τoυ
Στo πιo ψηλό κατάρτι τoυ o vαύτης αvεμίζει
'Εvα τραγoύδι
(γ) 'Ολα τα κυπαρίσσια δείχvoυvε μεσάvυχτα
'Ολα τα δάχτυλα
Σιωπή
(δ) ...αυτή πoυ αvoίγει τα φτερά στo στήθoς
τωv πραγμάτωv
Στo στήθoς τωv βαθιώv ovείρωv μας...

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Οταν ο Σεφέρης συνάντησε τον Ελιοτ


Τιμώντας τον Σεφέρη με το βραβείο Νομπέλ το 1963 η Σουηδική Ακαδημία, λέει η κοινοτοπία, τιμούσε στο πρόσωπό του τη νεοελληνική λογοτεχνία. Πενήντα χρόνια αργότερα, αυτή παραμένει μισή αλήθεια, αν μάλιστα λάβει κανείς υπόψη του πως εκείνη την εποχή το έργο του Καζαντζάκη ήταν πασίγνωστο διεθνώς και του Καβάφη συγκαταλεγόταν από καιρό στα μεγάλα επιτεύγματα της παγκόσμιας ποίησης του 20ού αιώνα. Τι άλλο λοιπόν σηματοδοτούσε τότε - και ίσως περισσότερο σήμερα - η βράβευση αυτή; Πρώτον, την παγκόσμια αναγνώριση του έργου ενός από τους βασικούς ποιητές του μοντερνισμού και, δεύτερον, τη συμβολή του σε ένα κίνημα που σημάδεψε την παγκόσμια λογοτεχνία.

Κατά συνέπεια, είναι παραπειστικός ο ισχυρισμός πως ο Σεφέρης αποτελεί την ελληνική εκδοχή του Τ. Σ. Ελιοτ. Οταν μιλάμε για την επίδραση που είχε το έργο του Ελιοτ στον Σεφέρη δεν πρέπει να ξεχνούμε εκείνο που έλεγε ο τελευταίος: «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας». Και να το προεκτείνουμε επιπλέον, γιατί «παιδιά πολλών ανθρώπων» είναι και τα λόγια του Ελιοτ, στο ποιητικό έργο του οποίου οι ξένοι στίχοι είναι συγκριτικά πολύ περισσότεροι από ό,τι στο αντίστοιχο του Σεφέρη.

Θα έλεγα ακόμη ότι και η μοντερνιστική αρχή «κάν' το καινούργιο», όπως τη διατύπωσε ένας άλλος κορυφαίος του κινήματος, ο Εζρα Πάουντ, δεν αποδίδει την ουσία του σεφερικού επιτεύγματος, όπου η κίνηση στο παρελθόν και η οικειοποίηση της παράδοσης γίνονται με έναν τρόπο απολύτως φυσικό, σχεδόν όπως αναπνέει κανείς. Ας θυμίσω επιπλέον πως και την αρχή «κάν' το καινούργιο» τη διατύπωσε πριν από 25 αιώνες ο Κομφούκιος.

Για τις ομοιότητες του Σεφέρη και του Ελιοτ έχουν γραφτεί σελίδες επί σελίδων. Ο επαρκής αναγνώστης, όμως, αν θέλει να ψάξει για ουσιαστικές αναλογίες, θα τις βρει στην αισχυλική Ορέστεια. Η σχέση του Σεφέρη με το αρχαίο δράμα είναι πολύ βαθύτερη από την αντίστοιχη με τους μοντερνιστές - γιατί είναι βιωματική. Ο ποιητής ήταν μοντερνιστής επειδή εξαρχής σχεδόν είχε συνειδητοποιήσει πως έφερε πίσω του ολόκληρη την ελληνική παράδοση, η πληρότητα της οποίας ήταν τέτοια που του επέτρεπε να οικειοποιηθεί όσα συνέβαιναν στον διεθνή χώρο και ήταν συμβατά με το περιεχόμενό της - και βεβαίως με τα προσωπικά του βιώματα.

Δεν είναι ούτε τυχαίο ούτε άνευ σημασίας το ότι, ενώ λ.χ. ο Ελιοτ μιλούσε για «μυθική μέθοδο», ο Σεφέρης έδινε τον τίτλο Μυθιστόρημα στην τρίτη - και από τις καλύτερες - ποιητική συλλογή του. Η διαφορά είναι σημαντική γιατί είναι διαφορά συνείδησης. Ο Σεφέρης αισθανόταν ότι ανήκε σε μια αφήγηση που, ενώ εκτεινόταν σε τεράστιο βάθος χρόνου, μπορούσε να αποκτήσει συνοχή μόνο μέσω της βιωματικής της μεταστοιχείωσης - κι αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμά του.

Η ενότητα του έργου του παραμένει αξιοθαύμαστη. Τα ποιήματα, οι μεταφράσεις, τα δοκίμια και φυσικά τα ημερολόγιά του συνιστούν ένα όλον ενιαίο και συμπαγές - και δεν θα δίσταζε κάποιος να υποστηρίξει πως αντίστοιχο παράδειγμα στη νεοελληνική λογοτεχνία δεν έχουμε. Ακόμη και τα κατά τεκμήριο περιστασιακά κείμενά του ή και τα σατιρικά και τα παιγνιώδη στιχουργήματά του έχουν οργανικό χαρακτήρα και αποτελούν συστατικά της ίδιας αφήγησης. Και να σκεφθεί κανείς ότι κάθε νέα ποιητική συλλογή του είναι διαφορετική από την προηγούμενη.

Μολονότι τα μοτίβα του είναι σταθερά και αναγνωρίσιμα, ο Σεφέρης πουθενά δεν επαναλαμβάνεται χωρίς να μετατοπίσει την οπτική γωνία, δηλαδή να αλλάξει ελαφρώς μεν αλλά καθαρά το πεδίο της μεταφοράς, όπου όμως η προσωπική και η ιστορική μνήμη, το ατομικό και το συλλογικό βίωμα είναι άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους. Είναι ποιητής της φθοράς αλλά μέσα από τη φθορά αυτή αντλεί τη δύναμη που προκαλεί το βαθύ αίσθημα της διάρκειας, το οποίο σφραγίζει την ιστορική στιγμή όπως το απαιτεί η μνήμη των απόντων και η αίσθηση της παρουσίας τους.

Ο Τελευταίος σταθμός, η Σαλαμίνα της Κύπρος ή ο Βασιλιάς της Ασίνης είναι από τα πιο εμβληματικά επιτεύγματα της ευρωπαϊκής ποίησης του 20ού αιώνα, ενώ όλο το Μυθιστόρημα θα μπορούσαμε να το θεωρήσουμε ένα είδος προλεγόμενων για μια από τις πλέον φιλόδοξες ποιητικές συνθέσεις του Μεταπολέμου, τον Ομηρο του νομπελίστα Ντέρεκ Γουόλκοτ, ο οποίος πιο μπροστά, στο ποίημά του Από τόσο μακριά (1980), απευθύνεται στον Σεφέρη ως κατ' εξοχήν ποιητή μέσω του οποίου συνομιλεί όχι μόνο με την αρχαιότητα αλλά και με το ίδιο το κίνημα του μοντερνισμού. Ο Γουόλκοτ έλεγε ότι ο ρυθμός της Οδύσσειας είναι ο ρυθμός των κουπιών. «Ξαναγυρίσαμε με τα σπασμένα μας κουπιά» γράφει ο Σεφέρης στο Μυθιστόρημα, γι' αυτό και ο Στάθης Γουργουρής πολύ σωστά υποστηρίζει πως ο Ομηρος είναι ένα υπερμεγεθυσμένο Μυθιστόρημα.

Ο Σεφέρης ήταν προσεκτικός και στην τέχνη και στη ζωή του και, όπως έλεγε ο Γ. Π. Σαββίδης, τίποτε δεν άφηνε στη μέση αυτός ο μάστορας. Τη δήλωσή του εναντίον της δικτατορίας των συνταγματαρχών την έκανε το 1968 μέσα στη χώρα του - και όχι στο Πρίνστον, όπου βρισκόταν λίγους μήνες νωρίτερα. Γι' αυτό και χιλιάδες Ελληνες τον συνόδευσαν τρία χρόνια αργότερα στην τελευταία του κατοικία αψηφώντας τις δυνάμεις καταστολής που είχε αναπτύξει το καθεστώς κατά μήκος της διαδρομής από την εκκλησία του Σωτήρος στην οδό Κυδαθηναίων ως το Πρώτο Νεκροταφείο.