Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

"Η Μπαλάντα του Γέρου Ναυτικού" Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ

Πηγή:http://logotexnia-filoteo.blogspot.gr/2012/01/blog-post_07.html


Με την ποίηση έχω μάλλον κακή σχέση. Δεν την απορρίπτω, αδυνατώ να τη διαβάσω και να την αφήσω να μου γεννήσει τα όποια συναισθήματα μπορεί να γεννήσει. Όποτε πέφτει στα χέρια μου έργο ποιητικό φέρομαι αλλόκοτα, συνήθως απαγγέλλω δυνατά με στόμφο διακωμωδώντας την κάθε φράση και λέξη που διάλεξε με την καρδιά του ο ποιητής, την παρατώ πολύ εύκολα και έχω αποφασίσει ότι μου ταιριάζει ο πεζός λόγος, το μυθιστόρημα ή το διήγημα, η ιστορία που πολλές φορές μου λείπει από το ποίημα. Τη στενομυαλιά αυτή τη γνωρίζω καλά και γι' αυτό αποφεύγω να περιέλθω στην εν λόγω κατάσταση, γιατί στο τέλος δε μου φταίνε σε τίποτα ο Ρίτσος, ο Καβάφης, ο Λειβαδίτης και άλλοι πολλοί που τους εκτιμώ (πλατωνικά τις περισσότερες φορές). 

Ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή τούτη η παιδαριώδης αντιμετώπιση θα σταματήσει ένεκα κάποιας ποθητής ενηλικίωσης, ενίοτε συμβαίνει να εκτιμήσω βαθύτατα ποιητικά έργα που έχουν όμως μέσα τους το στοιχείο της ιστορίας, που είναι ίσως μικρά έπη, που έχουν χαρακτήρες, αρχή, μέση και τέλος. Ένα τέτοιο ποιητικό έργο είναι "Η Μπαλάντα του Γέρου Ναυτικού" του Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ. Γεννήθηκε στα 1772 στο Ντέβονσάιρ της Αγγλίας και μεγάλωσε σε μία οικογένεια που γαλούχησε ανθρώπους του πνεύματος. Με αυτή την τύχη κατάφερε να διαμορφώσει μία πολυπρισματική προσωπικότητα, αυτή του ποιητή, του φιλοσόφου, του θεατρικού συγγραφέα και του δημοσιογράφου. Στον τομέα της ποίησης συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους εκπροσώπους του αγγλικού λυρισμού με το συγκεκριμένο έργο να είναι από τα πιο αντιπροσωπευτικά του είδους.

Βασική πηγή της ζωής και του έργου του (και της συγκεκριμένης ανάρτησης) αποτέλεσε για μένα τούτη η έκδοση που φέρει τη μετάφραση και την εισαγωγή στο έργο από τον Βαγγέλη Αθανασόπουλο. Ο Κόλεριτζ απέρριψε τις βασικές αρχές της μηχανιστικής ψυχολογίας του 18ου αιώνα και θεώρησε πως η κινητήριος δύναμη του νου και της ψυχής είναι η φαντασία. Βουτηγμένος στο όπιο και την κατάθλιψη σχεδόν σε όλη την ενήλικη ζωή του, θα έλεγε κανείς πως ο ποιητής ζούσε με το πνεύμα του να βρίσκεται σε συνεχή και κοπιαστική εγρήγορση, πνευματική οδύσσεια τη χαρακτηρίζει ο Αθανασόπουλος, καθιστώντας το γέρο - ναυτικό έργο αυτοβιογραφικό. Ένας γέρος ναυτικός λοιπόν διηγείται την ιστορία ενός ταξιδιού του σε έναν νεαρό: σφοδρή ανεμοθύελλα παρέσυρε το καράβι του στο Νότιο Πόλο και το παγίδεψε μέσα στους πάγους εκεί που φαινόταν ότι δεν υπήρχε κανένα ζωντανό πλάσμα, όταν ξαφνικά εμφανίστηκε ένα άλμπατρος. Το καλότυχο πουλί έφερε τη λύτρωση στους απελπισμένους ναυτικούς, όταν άρχισαν  να λιώνουν οι πάγοι και το καράβι απεγκλωβίστηκε. Η ανεξήγητη πράξη του γέρου ναυτικού να σκοτώσει το πουλί στη συνέχεια οδηγεί το πλήρωμα σε μεγάλη κακοτυχία, σε ένα στοιχειωμένο ταξίδι που θα στοιχίσει ζωές σε ένα περιβάλλον τρομακτικό και φαντασιακό με την παρουσία απεχθών πλασμάτων, αγγέλων και πνευμάτων. Η οδύσσεια λοιπόν του γέρου - ναυτικού ενσαρκώνει τη ζωή του Κόλεριτζ με τον πιο σκοτεινό και οδυνηρό τρόπο, πολλοί μελετητές μάλιστα θεωρούν ότι πίσω από τους ήρωες του ποιήματος, πίσω από τις αγγελικές παρουσίες και τα απεχθή πλάσματα, ακόμη και πίσω από το άλμπατρος κρύβονται πραγματικά πρόσωπα που έκαναν το πέρασμά τους από τη ζωή του ποιητή. Μια ζωή που συνήθιζε να σφάλει και να επωμίζεται σαν άλλος Οδυσσέας την θεόθεν τιμωρία. Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη έκδοση κοσμείται από τις εξαιρετικές εικόνες του χαράκτη Γκούσταβ Ντορέ που μπορείτε να δείτε και εδώ:

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Ραγκαβής Κλέων "Ιουλιανός ο Παραβάτης" (αποσπάσματα)

ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ Ο ΠΑΡΑΒΑΤΗΣ

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ

[…]
Κατὰ τὰ παιδικὰ ἔτη ἐφοιτήσαμεν καὶ ἡμεῖς εἰς τὰ παρ' ἡμῖν σχολεῖα, κ' ἐδιδάχθημεν τὰ ἐκεῖ διδασκόμενα. Περὶ τῆς ἀληθείας τῶν διδαγμάτων τούτων κατ' ἀρχὰς οὐδεμίαν εἴχομεν ἀμφιβολίαν, καὶ ἀμέριμνον παρήρχετο τὸ ἔαρ τοῦ βίου, ἀλλ' ὀλίγον διήρκεσεν ἡ κατάστασις αὕτη· ὁ νοῦς ἤρξατο ὡριμάζων, κ' ἐστηρίξαμεν ἐταστικὰ βλέμματα ἐπὶ τῶν πεποιθήσεων ἡμῶν. Ἦσαν δὲ αὗται αἱ πεποιθήσεις πάντων τῶν παίδων, καὶ τοῦ πλείστου μέρους τῆς χριστιανικῆς ἀνθρωπότητος, ὅπερ οὐδέποτε ὑπὲρ αὐτὰς ὑψοῦται, καθαρὰ, καὶ γνήσια τὰ ὑπὸ τῶν ἱερῶν βιβλίων διδασκόμενα, ἄνευ τῶν σοφιστικῶν, καὶ ματαίων ἐπεξηγήσεων, δι' ὧν οἱ μετέπειτα αἰῶνες παρεμόρφωσαν αὐτὰ, ὅπως συμβιβάσωσι δῆθεν πρὸς τὰ ὁλονὲν αὔξοντα φῶτα τῆς ἐπιστήμης, συγκλώθοντες τ' ἀσύγκλωστα, ὡς οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ, οἱ καρατομοῦντες τ' ἀγάλματα τοῦ Φειδίου, κ' ἐπιτιθέντες αὐτοῖς τὴν ἄσχημον μορφὴν προσφάτως μαρτυρήσαντος μοναχοῦ.
Ἐπιστεύομεν δηλ. ὅτι εἰς τὸ ὑπὲρ ἡμᾶς γλαυκὸν στερέωμα, ὅπου ἔστιλβον τῆς γῆς οἱ φωστῆρες, εὑρίσκετο ὁ Θεὸς, σεβάσμιος, ἔνθρονος γέρων, δεξιόθεν ὁ υἱὸς, τριακοντούτης ξανθὸς νεανίας, ἄνωθεν αὐτῶν τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, πτερυγίζον ἐν σχήματι περιστερᾶς, ἔμπροσθεν οἱ ἄγγελοι, καὶ ἀρχάγγελοι, καὶ τὰ ἑξάπτερα Χερουβεὶμ, καὶ Σεραφεὶμ, ᾄδοντα ἀτελεύτητα ὠσανὰ πρὸς τὸν ἦχον λιγυφθόγγων βαρβίτων, ὄπισθεν τὸ ἀκάθαρτον τῶν ἁγίων πλῆθος, ἔν τινι γωνίᾳ ἡ ἡδεῖα τῆς Παναγίας μορφὴ, καὶ πέριξ ὁ ὄχλος τῶν δικαίων, συνωθούμενος, καὶ καταπατούμενος, ἵν' ἀτενίσῃ καὶ μακρόθεν πᾶσαν τὴν δόξαν ἐκείνην. Ὅτι κάτωθεν ἡμῶν εὑρίσκετο ἡ γέεννα, τὸ πῦρ τὸ ἄσβεστον, «ὅπου ὁ κλαυθμὸς, καὶ ὁ τριγμὸς τῶν ὀδόντων, ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ, καὶ τὸ πῦρ αὐτῶν οὐ σβέννυται»[1], σκοτεινὸν χάσμα πλῆρες θείου, καὶ φλογῶν, ἔνθα ἐντὸς μεγάλων λεβήτων ἔζεον αἱ ψυχαὶ τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀναστρεφόμεναι ὑπὸ κερασφόρων, καὶ μακροκέρκων διαβόλων, ἀγγέλων καὶ τούτων πρώην, ἐπαναστάντων ὑπὸ τὴν ἀρχηγίαν μεγαλεπιβόλου ἀντάρτου κατὰ τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκθρονίσωσιν αὐτὸν, καὶ μετὰ πολλὰς, καὶ αἱματηρὰς μάχας κρημνησθέντων εἰς τὸν Τάρταρον ἐκεῖνον.
[…]
Τοιαύτη ἀκριβῶς ἡ παιδικὴ ἡμῶν πίστις, παρεθήκαμεν δὲ συντόμως τὰ χωρία, ὅπως μὴ ὑπάρξῃ ἀμφιβολία τις, καὶ διότι ἐσμὲν πεπεισμένοι ὅτι πολλοὶ, οἱ πλεῖστοι ἴσως, οὐδέποτε ἀνέγνωσαν αὐτὰ, οὐδὲ μικρὸν ἐκπλαγήσονται, ἐὰν μετὰ προσοχῆς ποιήσωσι τοῦτο σήμερον. Καὶ ὄντως, μόλις ὀλίγον μελετηθεῖσα, ἀναφαίνεται ἡ ἐβραϊκὴ αὕτη μυθολογία ὑπὸ τὸν ἀληθῆ αὐτῆς χαρακτήρα, ταχέως δὲ οὐδ' ἐννοοῦμεν πῶς ἠπατήθημεν, ἐκλαβόντες ὡς θεῖαν ἀποκάλυψιν σύμπλεγμα μύθων, ὧν οἱ πλεῖστοι παρ' ἑτέρων ἐλήφθησαν ἐθνῶν, καὶ οἵτινες ἔχουσι τὴν συνήθη τῶν μύθων ἀξίαν, ἐκφράζοντες, ὑπὸ ἀλληγορικὴν μορφὴν, τὰς δοξασίας, καὶ πλάνας τῆς ἐποχῆς καθ' ἣν ἐπενοήθησαν, ἐπειδὴ δὲ οἱ ἐν λόγῳ ἀνήκουσιν εἰς τὴν νηπιακὴν τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους ἡλικίαν, δοξασίας καὶ πλάνας ἐντελῶς νηπιώδεις.
Ἐστρέψαμεν τότε τοὺς ὀφθαλμοὺς, καὶ εἴδομεν τὴν σμικρὰν μειονότητα κατὰ τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον πεφωτισμένην, ἀλλ' ἀφ' ἑτέρου τὰ πλήθη ὅλα πιστεύοντα, πᾶσαν λέξιν πιστεύοντα, κ' ἐφάνη ἡμῖν ἀκατανόητος ἡ τύφλωσις αὕτη, καὶ ἡ ἄγνοια, εἰς ἣν ἀφίεντο. Ἀφοῦ, ἐσκεπτόμεθα, ὁ οὐρανὸς οὐκ ἔστι θόλος κρυστάλλινος, ὡς ἐφρόνουν οἱ ἀρχαῖοι, ὁ Ἰησοῦς, καὶ οἱ Εὐαγγελισταὶ, ἀλλ' ἄπειρος ἔκτασις πανταχόθεν τὴν γῆν περιβάλλουσα, ἀφοῦ αὕτη ἐστὶ σφαῖρα περιστρεφομένη, καὶ οὐχὶ δίσκος ἀκίνητος, ποῦ ὁ ἄνω οὐρανὸς, καὶ ἡ κάτω κόλασις, ποῦ ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ ἄγγελοι, ποῦ τὸ βάραθρον τοῦ Σατὰν, καὶ οἱ λέβητες; Ἀφοῦ οἱ ἀστέρες οὐκ εἰσὶ φανοὶ προσηρμοσμένοι εἰς τὸ στερέωμα, ἀλλὰ κόσμοι ἀτέρμονες, ἀπειράκις τοῦ οὐτιδανοῦ ἡμῶν σφαιριδίου μείζονες, πῶς ἐπλάσθησαν πάντες τὸ ἑσπέρας τῆς τετάρτης ἡμέρας, ἐν ᾧ αἱ πέντε ἅλλαι ἐδαπανήθησαν ὅλαι πρὸς διευθέτησιν τῶν ἐν τῇ γῇ, καὶ πῶς ἐπ' αὐτῆς πεσοῦνται κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως; Πῶς ὑπῆρξε τὸ φῶς, πῶς ἐχωρίσθη τοῦτο τοῦ σκότους, ἡ ἡμέρα τῆς νυκτὸς, καὶ πῶς παρῆλθεν ἡμίσεια ἑβδομὰς πρὸ τῆς πλάσεως τοῦ ἡλίου. Πῶς ταῦτα πάντα ἐδημιούργησε Θεὸς ἀνθρωπόμορφος, ἢ, ἐὰν ὑποτεθῇ οὗτος πνεῦμα αἰώνιον, πῶς περιεπάτει ὑπὸ τὰς ἀναδενδράδας τοῦ παραδείσου δισχίλια μόλις ἔτη πρὸ τοῦ πολέμου τῆς Τροίας, καὶ κατεσκεύαζε περισκελίδας διὰ τὸν Ἀδάμ; Ὁποία τίς ἡ θεία πόλις, καὶ τίς ὁ σκοπὸς αὐτῆς πρὸ τῆς πλάσεως τοῦ κόσμου, καὶ πρὶν εἰσχωρήσωσιν ἐκεῖ ἡ Παναγία, καὶ τῶν ἁγίων, καὶ δικαίων τὸ πλῆθος, ὧν πολλοὶ, εἰρήσθω ἐν παρόδῳ, φέρουσιν ἔτι περὶ τὸν τράχηλον τὸν βρόχον τοῦ δημίου; Πῶς πετῶσιν ἄγγελοι, μὴ ἔχοντες οὐρὰν, ὡς τὰ πτηνὰ, ἵνα διευθύνωνται, ἐντὸς τίνος σώματος πετῶσιν, ἀφοῦ ἡ ἀτμοσφαῖρα ἡμῶν ἐκτείνεται πέντε μόνον λεύγας ὑπὲρ τὴν γῆν, πῶς φέρουσι πτερὰ ὑλικὰ ἐπ' ἀΰλου σώματος, ἢ πῶς πετῶσι διὰ πτερῶν ἀΰλων, κ' ἐν γένει πρὸς τί τὰ πτερὰ, ἀφοῦ εἰσὶν ἄϋλοι; Πρὸς τί αἱ ἓξ πτέρυγες τῶν Χερουβεὶμ, ἀφοῦ, ἐὰν ἐκίνουν αὐτὰς, ἤθελον περιστρέφεσθαι μόνον κυκλικῶς ὡς ἀνεμόμυλοι; Πῶς συνέβησαν μάχαι, κ' αἱματοχυσίαι ἐν οὐρανῷ μεταξὺ ὄντων ἀΰλων; Τί σημαίνει ἡ ἐξ οὐρανοῦ εἰς τὴν κόλασιν κατακρήμνισις, καὶ πῶς καίονται ἐν τῇ τελευταίᾳ ταύτῃ ψυχαὶ ἄϋλοι; Ἐὰν διατηρῶμεν μετὰ θάνατον τὰς ἐπὶ γῆς μορφὰς, τὰς μορφὰς ποίας ἡλικίας; Πῶς ἐπλάσθη ὁ κόσμος πρὸ πεντακισχιλίων ἐτῶν, ἐν ᾧ εὑρίσκομεν εἰς τὸ Βέλγιον, εἰς τὴν Παραῤῥήνειον, καὶ εἰς αὐτὴν τὴν Ἀμερικὴν ὀστᾶ ἀνθρώπων ζησάντων μετὰ τῶν Μαμοὺθ, καὶ Ταπύρων πρὸ πεντακισμυρίων, ἐν ᾧ τὸ δέλτα τοῦ Μισσισίππη πρὸ δεκακισμυρίων ἐτῶν σχηματίζεται, καὶ ὅπως στοιβασθῶσι τὰ τελευταῖα μόνα τῆς γῆς στρώματα, παρῆλθον πολλὰ ἐτῶν δυσεκατομμύρια; Πῶς ἔζησεν ἐπὶ τῆς γῆς Θεὸς ἐν σώματι ἀνθρώπου πολλὰ ἔτη μετὰ τὸν Περικλέα, προχθὲς ἀκόμη; Τί σημαίνει ἡ τερατολογία αὕτη, καὶ ἂν κατῆλθε Θεότης ἐπὶ τῆς γῆς, πῶς οὐδὲν ἐξήγησε τοῖς θνητοῖς τῶν μεγάλων κυκλούντων αὐτοὺς μυστηρίων, πῶς παρεδέχθη ὡς ἀληθεῖς πάσας τὰς πρώην, καὶ τότε πιστευομένας πλάνας, πῶς ἠγνόησε κἂν ὅσα καὶ οἱ παίδες τῶν γυμνασίων σήμερον γνωρίζουσι περὶ ἀστρονομίας, γεωλογίας, φυσικῆς κτλ. καὶ πῶς ἐξηγεῖται, μετὰ θείαν ἐπίσκεψιν ἡ ἐπὶ τῆς δειλαίας ἡμῶν σφαίρας δεσπόζουσα ἔτι ἄφατος ἀθλιότης; Πῶς ὁ πάνσοφος, καὶ παντοδύναμος Θεὸς, ὁ τὰ πάντα πλάσας, καὶ κατὰ βούλησιν εὐθύνων, οὐ προεῖδε τὰ ἐπὶ γῆς συμβησόμενα, ἢ, προϊδὼν, πῶς οὐκ ἐκώλυσε, καὶ τίς ἤθελε φέρειν ἕτερος πᾶσαν τὴν εὐθύνην, κατὰ τὴν ἐν λόγῳ μυθολογίαν; Διατὶ κατηγορεῖται ὁ Ἀδὰμ, ὁ προπάτωρ οὗτος, ἢ μᾶλλον ὁ ἀπόγονος τοῦ Προμηθέως, ὡς ὀρεχθεὶς τὸ ξύλον τῆς γνώσεως; Ὁποία τις ἡ Θεότης ἡ πλάσασα αὐτὸν, καὶ εἶτα ἀρνηθεῖσα αὐτῷ τὰ δύο κάλλιστα δῶρα, τὴν μάθησιν, καὶ τὴν ζωὴν, ἀφοῦ δ' ὑπέκλεψε τὸ πρῶτον, φοβουμένη ὅτι ἐξισώθη πρὸς αὐτὴν, καὶ καταρωμένη, καὶ τιμωροῦσα; Κατὰ τί διαφέρει τοῦ Διὸς, ἣ Ὀσίριδος ἡ ἐβραϊκοχριστιανικὴ αὕτη θεότης, ἡ ὀργιζομένη, ὑβρίζουσα, μετανοοῦσα, καταστρέφουσα ὅτι μόλις κατεσκεύασε, καταπνίγουσα ὁλόκληρον τὸ ἀνθρώπινον γένος, τοὺς ἀγαθοὺς μετὰ τῶν πονηρῶν, καὶ αὐτὰ τ' ἀθῶα θηρία, καὶ τέλος ἐξιλεουμένη διὰ τῆς εὐαρέστου κνίσσης τῶν σφαγίων; Τίνες οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ, οἱ εὑρίσκοντες νοστίμους τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων, οἱ εἰσπορευόμενοι εἰς αὐτὰς, καὶ γεννῶντες ἐξ αὐτῶν τοὺς γίγαντας; Μὴ παρακούοντος τυχὸν τοῦ Ἀδὰμ, πῶς ἤθελε περιλαβεῖν ὁ παράδεισος ἅπαν τὸ ἀνθρώπινον γένος, καὶ μάλιστα μὴ καταστρεφόμενον ὑπὸ τοῦ θανάτου; Πῶς περιέλαβεν ἓν πλοῖον πάντα τὰ ἔμψυχα τῆς γῆς, ἐν ᾧ τὰ γένη αὐτῶν ἀδιακόπως ἀλλοιοῦνται, καὶ πόθεν προῆλθον τὰ ἐσχάτως ἀναφανέντα; Πῶς ὡμίλουν τ' ἄλογα ζῶα ἐν τῷ παραδείσῳ, καὶ πῶς ἦταν πρὸ τοῦ ἁμαρτήματος ἀθάνατα αὐτά τε, καὶ ὁ ὑλικὸς ἄνθρωπος;
Ἀλλὰ παύομεν, διότι ὁ κατάλογος ἐστὶν ἀτελεύτητος, ἐξελέξαμεν δ' ἐπίτηδες τὰς χυδαιοτέρας μόνον τῶν τερατολογιῶν τούτων, καὶ οὐδ' ἐθίξαμεν τὰς εἰς ὁπωσοῦν ὑψηλοτέρας θεωρίας προσκρουούσας, διότι βαρύνομεν βεβαίως τοὺς πολλοὺς τῶν ἀναγνωστῶν ἡμῶν. Ἀκούομεν δὲ αὐτῶν λεγόντων: - «Καὶ τίς σήμερον πιστεύει εἰς τὰ τοιαῦτα;» - «Τίς; Ἀπαντῶμεν. Τὰ ἐννέα δέκατα τῆς χριστιανικῆς ἀνθρωπότητος· πάντες οἱ ἀληθῶς πιστεύοντες». - Ταῦτα κατὰ λέξιν εἰσὶ τὰ ἐν τοῖς ἱεροῖς ἡμῶν βιβλίοις περιεχόμενα, πάντα δὲ τὰ έπίλοιπα ἁπλαῖ ἑρμηνεῖαι, ἀλλάσσουσαι κατὰ τὴν διανοητικὴν ἑκάστου ἀτόμου ἀνάπτυξιν, καὶ φέρουσα διὰ μυρίων ἀτραπῶν πρὸς τὴν φιλοσοφίαν. Ταῦτα μανθάνουσι μετ' ἀτρύτων κόπων οἱ παῖδες ἡμῶν εἰς τὰ σχολεῖα, στρεβλοῦντες οὕτως ἐσαεὶ τὴν διάνοιαν αὐτῶν; Τοῦτον ἐποτίσθημεν πάντες τὸν ἱὸν, καὶ μόλις λυτροῦται αὐτοῦ εἶτα εἷς ἴσως ἐν μυρίοις. Συγχωρήτωσαν λοιπὸν οἱ τὴν διάνοιαν αὐτῶν καλλιεργήσαντες, καὶ τὴν ἀληθῆ ἀξίαν, καὶ ἔννοιαν τούτων πάντων εἰδότες, καθότι ἀποτελοῦσιν ἐλαχίστην μειονοψηφίαν, ἡ δὲ παρ' ἡμῶν γραφεῖσα εἰκὼν ἐστὶ τὸ ἐπίσημον προσκύνημα, οὐ μόνον τῆς μεγάλης ὀμάδος, ἀλλὰ καὶ αὐτῶν τῶν ἰδίων. Τοσοῦτον δ' ἐστὶ ἀληθὲς τοῦτο, ὥστε φοβούμεθα μὴ πολλοὶ ξενισθῶσι διότι κ' ἐθίξαμεν τὰ ὑπ' αὐτῶν ὡς ἅγια θεωρούμενα.
Δι' ἡμᾶς ἐλύθησαν αἱ παχυλαὶ ἀχλύες χάριν εἰς τὰς ἐπιστήμας, καὶ τὴν ἱστορίαν· καὶ ἡ μὲν ἀστρονομία ἐδίδαξεν ἡμῖν τὸ σύστημα τοῦ παντός, καὶ τοὺς νόμους τῶν ἀπειραρίθμων κοσμικῶν συμπλεγμάτων· ἡ γεωλογία διηγήθη ἡμῖν πῶς ἐψυχράνθη κατὰ μικρὸν ὁ πυρὴν τοῦ σφαιριδίου ἡμῶν, πῶς τὰ δισεκατομμύρια τῶν αἰώνων προσέθηκαν αὐτῷ τ' ἀλλεπάλληλα αὐτοῦ στρώματα, καὶ πῶς τέλος, σχετικῶς προχθὲς ἔτι, δηλ. πρὸ ἑκατομμυρίων τινῶν αἰώνων, ἐσχηματίσθησαν αἱ ἤπειροι, καὶ αἱ θάλασσαι, ἃς νῦν ὁρῶμεν· αἱ φυσικαὶ, καὶ παλαιοντολογικαὶ ἐπιστῆμαι εἶπον ἡμῖν πῶς ἐφάνησαν ἐπὶ τῆς γῆς τὰ πρῶτα ὀργανικὰ ὄντα ὑπὸ μορφὴν ἀτελεστάτην, πῶς ἀναπτύχθησαν ὁλονὲν ἀλλοιούμενα, πῶς τὰ ἐκλείποντα γένη καὶ εἴδη διαδέχθησαν νέα, καὶ ποῖα τὰ πρῶτα ἴχνη τῆς ἐμφανίσεως τοῦ ἀνθρώπου εἰς τὰς λιμναίας οἰκήσεις τῆς Ἐλβετίας, καὶ εἰς τοὺς οὕτω καλουμένους μαγειρικοὺς σωροὺς (Kjokkenmoding) τῆς Δανίας· ἡ παραβλητικὴ ἀνατομία ὡμίλησεν ἡμῖν περὶ τῆς συγγενείας ἡμῶν πρὸς τὰ λοιπὰ ζῶα, καὶ τῆς μεταξὺ τῶν ποικίλων ἀνθρωπίνων γενῶν οὐσιώδους διαφορᾶς· ἡ ἱστορία, ἰδίως μετὰ τὰς ἀνακαλύψεις τοῦ Champollion, καὶ του Mariette, καὶ τὴν ἀνάγνωσιν τῶν Αἰγυπτιακῶν καὶ Ἀσσυριανῶν ἱερογλύφων, ἐξέθηκεν ἡμῖν τὰ μεγαλουργήματα ἡγεμόνων καὶ τὴν κατάπτωσιν βασιλείων, πολὺ πρὸ τῆς κτίσεως τοῦ κόσμου, κατὰ τὴν συνήθη χρονολογίαν· ἡ ἱστορία τῶν διαφόρων θρησκευμάτων διετράνωσεν ἡμῖν τὴν μοιραίαν τύφλωσιν τῶν ἐθνῶν, ἅτινα θεοποιήσαντα ἀείποτε τὰς ἑαυτῶν ἰδέας, ἐπεσκοράκισαν, καὶ κατεπολέμησαν ὡς τὴν πανώλην πάσας τὰς ἐπιλοίπους· ἡ ἱστορία τοῦ χριστιανισμοῦ ἰδίως κατέδειξεν ἡμῖν πῶς συνηρμολογήθη βαθμηδὸν τὸ συνονθύλευμα τοῦτο, πόθεν ἐλήφθησαν τὰ διάφορα δόγματα, καὶ ὁποῖαι αὐτῶν αἱ τύχαι καὶ ἡ ἀξία· ἡ φιλοσοφία τέλος ἐφαίδρυνεν ἡμᾶς ὀλίγον, ὁμιλοῦσα περὶ τῶν ἀνωτάτων κτήσεων τοῦ ἀνθρωπίνου νοός, τῶν πολλῶν αὐτοῦ ἀπατῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν οὐχὶ ὀλίγων, καὶ θαυμαστῶν ὄντως ἀνακαλύψεων.