Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΟΤΑ ΧΡΥΣΙΝΑ- ΑΡΘΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΟΤΑ ΧΡΥΣΙΝΑ- ΑΡΘΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2019

Lizzie Siddal, η Μούσα του Dante Gabriel Rossetti

Η Lizzie Siddal ως Ophelia στον πίνακα του John Everett Millais

O Pound αναφέρεται στο ποίημά του Hugh Selwyn Mauberley* στην τραγική ιστορία της Elisabeth Siddal, της όμορφης μούσας πολλών ζωγράφων. Η ομορφιά της Siddal χαρακτήρισε την εποχή των προραφαηλιτών ζωγράφων με τα πλούσια κόκκινα μακριά μαλλιά της το αλαβάστρινο δέρμα και τα γαλαζοπράσινα μάτια. Την ερωτεύτηκε και την έκανε γυναίκα του ο προραφαηλίτης ζωγράφος Dante Gabriel Rossetti. 
Elizabeth Siddal, circa 1860Courtesy of Wiki Commons
Η Lizzie νιώθοντας παραμελημένη από τον άντρα της ο οποίος ασχολούνταν περισσότερο με την ποίηση παρά με την ίδια κατέφυγε στη χρήση οπίου με αποτέλεσμα να αυτοκτονήσει. Ο Rossetti νιώθοντας τύψεις έθαψε μαζί με τη γυναίκα του όλα τα ποιήματα που της είχε αφιερώσει τυλίγοντάς τα στα πλούσια κόκκινα μακριά μαλλιά της.
 Με τον καιρό, όμως, το μετάνιωσε και έκανε εκταφή της γυναίκας του ώστε να ανακτήσει τα ποιήματά του. Η κοινωνία τότε δεν αποδέχτηκε τα ποιήματα γιατί τα θεώρησε τολμηρά καθώς ήταν πολύ ερωτικά και έτσι ο Rossetti κατέφυγε στο όπιο με αποτέλεσμα να πεθάνει σε σύντομο διάστημα. Έτσι,ήταν μάλλον λάθος του να αποσπάσει τα ποιήματα από τη νεκρή αγαπημένη του γυναίκα.

* Το ποίημα Hugh Selwyn Mauberley έχει μεταφράσει στα ελληνικά ο Χάρης Βλαβιανός, εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

Αναφορά στην τραγική ιστορία γίνεται και στο ντοκιμαντέρ  ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ – ΕΡΩΤΙΚΗ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΗ
https://webtv.ert.gr/ert3/ntokimanter-ert3/to-megaleio-tis-technis/30noe2019-to-megaleio-tis-technis-erotiki-apogoiteysi/

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018

Γιατί η φαντασία εκδικείται τη φυλάκισή της από την επιθυμία μας


Διαβάζω την είδηση για τη δημοπρασία ενός έργου του Rene Magritte (Ρενέ Μαγκρίτ) και συλλογίζομαι πως δεν επιτρέπω στους χρηματιστές να καθορίζουν τι είναι Τέχνη και ποια είναι η αξία της. Μου είναι αδιάφορο αν πωλείται ο Bansky δις, δεν με αφορά καθόλου το έργο του. Με αφορούν περισσότερο τα graffiti στον ηλεκτρικό καθώς είναι μέρος της καθημερινότητάς μας. Με αφορά η σκουπιδόπολη Αθήνα που παλεύει να υπάρξει μέσα σε απίστευτη ασχήμια και όργιο αντιαισθητικής δόμησης, ακόμη και σήμερα. Με αφορά η νέα δημοτική αρχή και τα κριτήρια των συμπολιτών μου στην ανάδειξή της. Με αφορά αυτό το πανηγυράκι που στήθηκε γύρω από την ιστορική μνήμη μας και που αμαυρώνει την Ιστορία, καθώς αλλοιώνει τις συνδηλώσεις της. Με αφορά το γεγονός ότι η λέξη "ελευθερία" καθώς και η λέξη "δημοκρατία" δεν μας συγκινούν περισσότερο από τη λέξη Black Friday σαν η μέρα αυτή να σχετίζεται ναζί μας πολιτισμικά. -Ευτυχώς παραπέμπει στην Ιστορία άλλης ευρωπαϊκής χώρας, που ήταν η πρώτη, στη σύγχρονη εποχή, που είχε βουλή. 
Σήμερα η Ευρώπη καταβροχθίζει την Ιστορία της όπως ο γίγαντας του Goya. Οι εφιάλτες του Blake είναι παρόντες σε έναν κόσμο που λέει όχι στον ορθολογισμό και βουτάει στη φαντασίωση. Η φαντασιακή ταυτότητα καθρεφτίζεται στα ΜΚΔ (Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης) και γιγαντώνεται μέσα από τη γλώσσα. Σήμερα η γλώσσα ψεύδεται- εννοώ η δημόσια γλώσσα, κυρίως πολιτική και δημοσιογραφική, επομένως η Τέχνη που είναι τρίτη απ' αληθείας, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, καλείται να ξεπεράσει τις αρνήσεις και να καταφάσκει με το ψέμα που έγινε η πραγματικότητά μας. Ζούμε στη Dysney (Ντίσνεϊ) που μας έφτιαξαν με τη δική μας συναίνεση όπως πολύ σωστά είχε περιγράψει ο Baudrillard ( Μποντριγιάρ). Η είδηση κρύβεται πίσω από μάσκες κωμωδίας και η Τέχνη δεν μπορεί να εκφράσει το τραγικό παρά μόνο γελοιοποιώντας το. Η επιθυμία είναι άλλη μία φούσκα χειρότερη από την οικονομική που στεγάζει και απορροφά τη φαντασία μας κάνοντάς την στείρα. Τα πάντα πραγματοποιούν ή υπόσχονται να πραγματοποιήσουν τις επιθυμίες μας οι οποίες δεν υπόκεινται στον έλεγχο της λογικής καθώς η λογική δεν υπηρετεί τον Λόγο. Η εικόνα μας είναι διαμεσολαβημένη από τα ΜΚΔ άρα αντεστραμμένη. Είμαστε το είδωλό μας μέσα σε έναν μη χώρο και έναν χρόνο χωρίς αρχή και τέλος. Είμαστε μαριονέτες που επιθυμούν και η φαντασία δεν έχει χώρο να δημιουργήσει. 
[Ίσως να συμπληρώσει κάποιος αυτά που προσπάθησα να μεταφέρω εδώ]

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016

Ο Δ.Ν. Μαρωνίτης απήγγειλε Καβάφη με «έναν αέρα τραγικού»



Αφού μετέφρασε και μάς διάβασε Οδύσσεια και Ιλιάδα και αφού απήγγειλε Καβάφη με «έναν αέρα τραγικού» ο δάσκαλος  Μαρωνίτης έφυγε από κοντά μας με το άρμα του  Άδη όπως αυτό απεικονίζεται σε τοιχογραφία που ονομάζεται «Η αρπαγή της Περσεφόνης από το Άδη».
Ο Μίμης όπως τον αποκαλούσαν οι φίλοι του υπήρξε φιλόλογος, μεταφραστής αρχαίων συγγραφέων και δοκιμιογράφος.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Περάτωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Πειραματικό Σχολείο της Θεσσαλονίκης και συνέχισε σπουδάζοντας στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Συμπλήρωσε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στη Δυτική Γερμανία με υποτροφία από το ίδρυμα «Humboldt Stiftung», δίπλα στον γνωστό ελληνιστή Βάλτερ Μαργκ (Walter Marg). Το διδακτορικό του δίπλωμα το έλαβε το 1962 από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο όπου και δίδαξε Αρχαία Ελληνικά από το 1963 έως το 1968 ως εντεταλμένος υφηγητής (στη Φιλοσοφική Σχολή).
Η αγάπη του Δ.Ν. Μαρωνίτη για την μετάφραση των αρχαίων κειμένων θεμελιώθηκε στο Πειραματικό σχολείο και πήρε μια πιο στέρεη μορφή στη Φιλοσοφική Σχολή Θεσσαλονίκης. Ο κατ’ εξοχήν δάσκαλός του υπήρξε ο I. Θ. Kακριδής. Σημαντική επιρροή στα μεταφραστικά του ενδιαφέροντα έπαιξε και ο W. Marg -που εκδίδει και για χρόνια το αρχαιογνωστικό περιοδικό, το Gnomon.
Ο Δ. Ν. Μαρωνίτης μετέφρασε Ηρόδοτο, Ησίοδο καθώς και τα δύο έργα που αποδίδονται στον Όμηρο: την Οδύσσεια και την Ιλιάδα. Το 2012 εξέδωσε και την μετάφραση της τραγωδίας «Αίας» του Σοφοκλή.
Ο Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης εκτός των άλλων υπήρξε και καλλιτεχνικός διευθυντής του Κ.Θ.Β.Ε. Η θητεία του όμως, ήταν μικρής διάρκειας: από τις 3 Νοεμβρίου 1989 έως τις 12 Σεπτεμβρίου 1990.
Εκτός από Πανεπιστημιακός δάσκαλος ο Δ.Ν Μαρωνίτης ήταν γνωστός και ως αρθρογράφος. Το πρώτο του άρθρο με τίτλο «Σημείο αναφοράς» δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 1971 στο ΒΗΜΑ και από τότε δημοσίευε ανελλιπώς άρθρα.
Έγραφε στο «Yπεροψία και μέθη. O ποιητής και η Iστορία» (1970): «Σε μια εποχή, όπως η δική μας, όταν την ιστορία την παράγουν οι μηχανές με τα ανθρώπινα εξαρτήματά τους, σε τι μπορεί πια να χρησιμεύσει η φωνή του ποιητή;
Σε μια χώρα φτωχή και μικρή, όπως η δική μας, όπου γη, θάλασσες και άνθρωποι μεταβάλλονται στους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους των μεγάλων σε προγράμματα της πολεμικής οικονομικής και τουριστικής τους πολιτικής, τι να περισώσουν οι λίγες λέξεις του ποιητή, που τις περισυλλέγει με τις διάχυτές του αισθήσεις; Σε μια ώρα τόσο κρίσιμη, όπως αυτή του τόπου μας σήμερα, όταν ο επιούσιος λόγος πληρώνεται πολύ ακριβά, γιατί ο ποιητής με τη φωνή του να επισημοποιεί και τη δική μας και τη δική του ένοχη επιβίωση;
Tα τρία αυτά αφελή ερωτήματα μπαίνουν εδώ, όχι για να εξάψουν το επιδερμικό άγχος των ψευδαίσθητων, μήτε για να υποδείξουν τη λύση της μεταφυσικής χαύνωσης, αλλά για να ορίσουν τρία είδη από φυλακές, μέσα στις οποίες ζουν οι άνθρωποι του αιώνα μας, είτε το καταλαβαίνουν είτε όχι.»
Ο Δ.Ν. Μαρωνίτης είχε πολιτική δράση κατά της χούντας αλλά και με την πέννα του στηλίτευε τα κακώς κείμενα της κοινωνίας. Η γνώση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας μας αλλά και η αγάπη για τους νεότερους λογοτέχνες μας τον κρατούσαν ενεργό και μάλιστα σε ρόλο διδακτικό και συμβουλευτικό.
Ο καθηγητής κλασικής φιλολογίας Γιώργης Γιατρομανωλάκης σε άρθρο του, που δημοσιεύτηκε στο Βήμα την ημέρα του θανάτου του Δ.Ν.Μ., τον χαρακτήρισε φιλέταιρο. Έγραψε χαρακτηριστικά: «Η βασική του, η φυσική ροπή του ήταν η Φιλότης. Όχι ότι το Νείκος δεν συνυπήρχε στον λόγο του. Ήταν ένας ανατρεπτικός «σοφιστής» που μπορούσε να μαγεύει και να καθηλώνει ακροατές και αναγνώστες. Υπήρξε ένας από τους θελκτικότερους μάστορες του προφορικού και γραπτού λόγου. Όμως η ενοποιητική Φιλότης ήταν, σε όλες τους τις εκδηλώσεις, το κύριο γνώρισμα. Έτσι μπόρεσε (έχοντας ένα πολύ καλό δάσκαλο τον Ι. Θ. Κακριδή) να ενοποιήσει τα κλασικά με τα νεοελληνικά γράμματα και μάλιστα με ένα ιδιαιτέρως γοητευτικό, γητευτικό λόγο.»
Ο Δ.Ν. Μαρωνίτης υπήρξε εργάτης των γραμμάτων και δουλευτής της γλώσσας. Θα γραφτούν πολλά για το έργο του και θα του αποδοθούν τιμές όπως αυτές που περιγράφονται σε ένα ποίημα από τα αγαπημένα του τού Καβάφη «Η Κηδεία του Σαρπηδόνος». Στην συνάντησή του με τον αγαπημένο αλεξανδρινό είναι σίγουρο πως θα του το απαγγείλει με «έναν αέρα τραγικού». Αυτόν που μόνο όσοι αγαπούν την ελληνική γλώσσα μπορούν να νιώσουν όσο ζουν και ενδύονται για πάντα με τον θάνατό τους.


Η Κηδεία του Σαρπηδόνος          (Αναγνωρισμένα)

Bαρυάν οδύνην έχει ο Zευς. Tον Σαρπηδόνα
εσκότωσεν ο Πάτροκλος· και τώρα ορμούν
ο Mενοιτιάδης κ’ οι Aχαιοί το σώμα
ν’ αρπάξουνε και να το εξευτελίσουν.

Aλλά ο Zευς διόλου δεν στέργει αυτά.
Tο αγαπημένο του παιδί ― που το άφισε
και χάθηκεν· ο Nόμος ήταν έτσι ―
τουλάχιστον θα το τιμήσει πεθαμένο.
Kαι στέλνει, ιδού, τον Φοίβο κάτω στην πεδιάδα
ερμηνευμένο πώς το σώμα να νοιασθεί.

Tου ήρωος τον νεκρό μ’ ευλάβεια και με λύπη
σηκώνει ο Φοίβος και τον πάει στον ποταμό.
Tον πλένει από τες σκόνες κι απ’ τ’ αίματα·
κλείει την πληγή του, μη αφίνοντας
κανένα ίχνος να φανεί· της αμβροσίας
τ’ αρώματα χύνει επάνω του· και με λαμπρά
Oλύμπια φορέματα τον ντύνει.
Tο δέρμα του ασπρίζει· και με μαργαριταρένιο
χτένι κτενίζει τα κατάμαυρα μαλλιά.
Tα ωραία μέλη σχηματίζει και πλαγιάζει.

Tώρα σαν νέος μοιάζει βασιλεύς αρματηλάτης ―
στα εικοσιπέντε χρόνια του, στα εικοσιέξι ―
αναπαυόμενος μετά που εκέρδισε,
μ’ άρμα ολόχρυσο και ταχυτάτους ίππους,
σε ξακουστόν αγώνα το βραβείον.

Έτσι σαν που τελείωσεν ο Φοίβος
την εντολή του, κάλεσε τους δυο αδελφούς
τον Ύπνο και τον Θάνατο, προστάζοντάς τους
να παν το σώμα στην Λυκία, τον πλούσιο τόπο.

Kαι κατά εκεί τον πλούσιο τόπο, την Λυκία
τούτοι οδοιπόρησαν οι δυο αδελφοί
Ύπνος και Θάνατος, κι όταν πια έφθασαν
στην πόρτα του βασιλικού σπιτιού
παρέδοσαν το δοξασμένο σώμα,
και γύρισαν στες άλλες τους φροντίδες και δουλειές.

Kι ως τόλαβαν αυτού, στο σπίτι, αρχίνησε
με συνοδείες, και τιμές, και θρήνους,
και μ’ άφθονες σπονδές από ιερούς κρατήρας,
και μ’ όλα τα πρεπά η θλιβερή ταφή·
κ’ έπειτα έμπειροι της πολιτείας εργάται,
και φημισμένοι δουλευταί της πέτρας
ήλθανε κ’ έκαμαν το μνήμα και την στήλη.

(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)

Νότα Χρυσίνα

Κυριακή 26 Ιουνίου 2016

Λευκάδιος Χερν Ή Γιάκουμο Κοϊζούμι, («εκεί όπου γεννιούνται τα σύννεφα»)


της Νότας Χρυσίνα


 «Επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούν πια να δουν το χρώμα, τις αποχρώσεις που έχουν οι λέξεις, τη μυστική φανταστική κίνησή τους, επειδή δεν μπορούν να αφουγκραστούν το ψιθύρισμα των λέξεων, το θρόισμα που κάνουν τα γράμματα το ένα μετά το άλλο, το ονειρεμένο φλάουτο, τα ονειρεμένα τύμπανα που απαλά και παράξενα παίζουν οι λέξεις, επειδή δεν αισθάνονται τον μορφασμό των λέξεων, τη συνοφρύωση και την έξαψη των λέξεων, το κλάμα, τη λύσσα, το πανδαιμόνιο και την ανταρσία των λέξεων, επειδή δεν αισθάνονται καθόλου τη λάμψη των λέξεων, το άρωμα και τη δυσοσμία τους, την απαλότητα ή τη σκληράδα, τη στέγνια ή τους χυμούς των λέξεων, είναι λόγος αυτός να μην προσπαθήσουμε να τους ωθήσουμε να τα ακούσουν, να τα δουν, να τα αισθανθούν όλα αυτά;» Λευκάδιος Χερν
 Ο Λευκάδιος Χερν γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1850. Πατέρας του ήταν ο ιρλανδός στρατιωτικός γιατρός Τσαρλς Μπους Χερν (Charles Bush Hearn) (από την Κομητεία Όφαλι της Ιρλανδίας)  και μητέρα του η Ρόζα Κασσιμάτη του Αντωνίου Κασιμάτη, ευγενούς καταγωγής από τα Κύθηρα.
Ο πατέρας του Λευκάδιου Χερν υπηρετούσε ως στρατιωτικός γιατρός στα κατεχόμενα τότε από τους Βρετανούς, Ιόνια νησιά, όταν γνώρισε την μητέρα του Λευκάδιου, Ρόζα Κασσιμάτη.
Οι γονείς του παντρεύτηκαν με θρησκευτικό γάμο και σύντομα μετακόμισαν στην Ιρλανδία. Πολύ σύντομα όμως χώρισαν. Ο πατέρας του μετατέθηκε στις Ινδίες ενώ  η μητέρα του επέστρεψε στα Κύθηρα και ξαναπαντρεύτηκε.
Σε ηλικία 4 χρόνων ο μικρός Λευκάδιος βρέθηκε χωρίς γονείς στο Δουβλίνο υπό την κηδεμονία της δεσποτικής θείας του πατέρα του Σάρας Μπρέναν. Στο Δουβλίνο δοκίμασε και τις πρώτες πίκρες.
Μόλις συμπλήρωσε τα 16 του χρόνια και καθώς είχε ήδη διαμορφώσει μία πανθεϊστική κοσμοαντίληψη (βλ. Kenneth Rexroth, 1987, World Outside the Window: Selected Essays of Kenneth Rexroth), σταμάτησε το σχολείο και μετά από 3 χρόνια, μην αντέχοντας τον κλειστό, συντηρητικό τρόπο ζωής και  την θρησκοληψία των Ιρλανδών έφυγε για την Αμερική.
Στην Αμερική μετά από μια περιπετειώδη ζωή και μία μικρή περίοδο απόλυτης οικονομικής εξαθλίωσης, γνώρισε τον Άγγλο εκδότη και ριζοσπάστη ουτοπιστή κοινοτιστή Χένρυ Γουότκιν. Ο Γουότκιν τον προέτρεψε να ασχοληθεί με την δημοσιογραφία, όπου διακρίθηκε επί πολλά χρόνια (με τις εφημερίδες Cincinnati Daily Enquirer, Cincinnati Hearn_Kwaidan_FullCommercial, Times Democrat της Νέας Ορλεάνης,).
Το 1875 προκάλεσε τα ρατσιστικά ήθη της εποχής με τον γάμο του με την μιγάδα Αλίθια Φόλεϊ, ο οποίος θεωρήθηκε «σκάνδαλο» (αφού ο νόμος δεν αναγνώριζε γάμους λευκών με μη λευκούς). Ο γάμος του τού κόστισε την απόλυσή του από την ημερήσια εφημερίδα Cincinnati Daily Enquirer ωστός, προσελήφθη στην ανταγωνιστική εφημερίδα  Cincinnati Commercial. Το φθινόπωρο του 1877, πρόσφατα διαζευγμένος από τη Φόλεϊ και ανήσυχος, ο Χερν άρχισε να παραμελεί τη δουλειά του στην εφημερίδα για να μεταφράζει στα Αγγλικά έργα του Γάλλου συγγραφέα Γκωτιέ.
Η κάπνα και η βιομηχανική ατμοσφαιρική ρύπανση του Σινσινάτι ενοχλούσαν το υπερευαίσθητο, λόγω κόπωσης δεξί μάτι του και αποφάσισε, το 1877, να φύγει για την Νέα Ορλεάνη.
Με την υποστήριξη του Γουότκιν και του εκδότη του Cincinnati Commercial Μίρατ Χάλστεντ ο Χερν πήγε στη Νέα Ορλεάνη. Εκεί έγραφε, για μια δεκαετία, πρώτα στην εφημερίδα Daily City Item  και στη συνέχεια στους Times Democrat,  για 12 περίπου χρόνια.
Ο Χερν άλλαξε θεαματικά τον χαρακτήρα της εφημερίδας καθώς από συντάκτης ειδήσεων επεκτάθηκε σε κριτικές βιβλίων του Φράνσις Μπρετ Χαρτ και του Εμίλ Ζολά, περιλήψεις κομματιών σε εθνικά περιοδικά όπως το Harper’s και δημοσιογραφικά άρθρα εισαγωγικά βουδιστικών και σανσκριτικών κειμένων.  Έγραφε επίσης θέματα που κάλυπταν: την Ιστορία των Κρεολών έως την ιδιαίτερη κουζίνα της περιοχής και από τα λαϊκά ήθη και έθιμα στο Βουντού. Με αυτόν τον τρόπο αναδείκνυε την πολιτεία ως περιοχή ιδιόρρυθμων ηθών και άκρατου ηδονισμού.
Το 1887 πήγε στις Δυτικές Ινδίες, όπου δούλεψε  δύο χρόνια ως ανταποκριτής του αμερικάνικου περιοδικού «Harper’s Magazine». Εκεί συνέγραψε το Two Years in the French West Indies και το μυθιστόρημα Youma με θέμα μία ανταρσία σκλάβων (και τα δύο εκδόθηκαν το 1890). Ως ανταποκριτής του περιοδικού «Harper’s Magazine» πήγε το 1890 στην Ιαπωνία, όπου έμελλε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του.
Στην Ιαπωνία, με τη βοήθεια του καθηγητή Βasil Hall Chamberlain και του Ίτζιτο Χατόρι, βρήκε μια θέση καθηγητή αγγλικών στην πόλη Ματσουέ.  Μόλις τον 15ο μήνα από τότε που έφθασε στην χώρα νυμφεύθηκε την Κοϊζούμι Σέτσου ή Σετσούκο θυγατέρα ενός πρώην σαμουράι της περιοχής, κατεστραμμένου πια λόγω της εισβολής των «δυτικών» και της συνακόλουθης διάλυσης της παραδοσιακής κοινωνικής ιεραρχίας. Με την Σέτσου απέκτησε τρεις γιούς, τους Κάζουο, Ιουάο και Κιγιόσι, καθώς και μία θυγατέρα, την Σέτσουκο.
Το 1896 έλαβε την ιαπωνική υπηκοότητα και πήρε το οικογενειακό όνομα της γυναίκας του, Κοϊζούμι, και το προσωπικό όνομα Γιακούμο. Για τον Χερν ο σιντοϊσμός και ο βουδισμός ήταν τρόποι καθημερινής ατομικής και συλλογικής ζωής, θρησκείες που οι άνθρωποι τις πράττουν αντί απλώς να τις πιστεύουν. Ο ίδιος παρέμεινε αγνωστικιστής.
Στην Ιαπωνία ο Λευκαδιος Χερν έζησε τα 14 τελευταία χρόνια της ζωής του. Εργάστηκε ως καθηγητής αγγλικής φιλολογίας στο Τόκιο. Ο Χερν κατέγραψε μια άλλη Ιαπωνία, των θρύλων των Σαμουράι και των παραδοσιακών αξιών. Χαρακτηρίσθηκε ως ο αυθεντικότερος ερμηνευτής της Ιαπωνίας στη Δύση. Το βιβλίο του «Ματιές στην άγνωστη Ιαπωνία»  διδάσκονταν σε όλα τα σχολεία της χώρας επί δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι περιζήτητα και θεωρούνται  μεγάλης συλλεκτικής αξίας. Οκτώ μουσεία υπάρχουν προς τιμήν του σε όλη την Ιαπωνία ενώ το άγαλμα του ξεχωρίζει στην κεντρική πλατεία του Τόκιο,  ενώ δεκάδες μνημεία έχουν στηθεί σε κάθε γωνία τις Ιαπωνίας από όπου πέρασε.
Ο Λευκάδιος  δεχόταν ουσιαστικά ότι, στην απεικόνιση της ανθρώπινης μορφής, η ελληνική και η ιαπωνική τέχνη συμπίπτουν σε μια κοινή αισθητική αντίληψη που είναι η άρνηση της εξατομίκευσης. «Καλλιτέχνες ενός μοναδικού πολιτισμού, οι Έλληνες μπόρεσαν να επιτελέσουν αυτό το θαύμα: ν’ αποσπάσουν το ιδανικό της ομορφιάς της φυλής τους από τις δικές τους ψυχές και να σταθεροποιήσουν το ρευστό του περίγραμμα στο κόσμημα και την πέτρα…» έγραφε ο Λευκάδιος Χερν.
Πέθανε ξαφνικά τον Σεπτέμβριο του 1904 και μέχρι την τελευταία του στιγμή δεν έπαψε να υπερηφανεύεται για την ελληνική καταγωγή του. Άφησε πίσω του ένα ογκώδες συγγραφικό έργο από βιβλία και πανεπιστημιακές παραδόσεις που περιλαμβάνονται στην ιαπωνική έκδοση των 27 τόμων του έργου του. Σ’ αυτό προβάλλει την Ιαπωνία με ιδανικό τρόπο, παρουσιάζοντας στη Δύση μίαν άγνωστη ως τότε χώρα, η οποία ακριβώς την εποχή εκείνη προσπαθούσε να πλησιάσει το πρότυπο ενός δυτικού κράτους. Στα βιβλία του περιλαμβάνει όχι μόνο περιγραφές τοπίων και ηθών, αλλά και μεταγραφές μύθων, μελετήματα γύρω από τα δύο κυριότερα θρησκευτικά ρεύματα της Ιαπωνίας (σιντοϊσμού και βουδισμού), και ακόμη ιστορικές, κοινωνικές και καλλιτεχνικές αναλύσεις.
Για τον Λευκάδιο Χερν, ως σήμερα έχουν εκδοθεί περισσότερες από 30 βιογραφίες και έχουν δημοσιευθεί δύο βιβλιογραφίες στις οποίες περιλαμβάνονται περισσότερα από 1.000 λήμματα άρθρων και βιβλίων που αναφέρουν το όνομά του.
Κυριότερα έργα του είναι: «Ματιές στην άγνωστη Ιαπωνία» (1894), «Από την Ανατολή» (1895), «Κοκορό» (1896), «Κοττό» (1902) και «Καϊντάν» (1904).
Ο καθηγητής Βasil Hall Chamberlain έγραψε για τον Λευκάδιο Χερν: «Διαβάζοντας τα κείμενά του αισθάνεται κανείς την αλήθεια αυτού που δήλωσε ο Richard Wagner: «Ο μόνος τρόπος για να κατανοήσεις είναι να αγαπήσεις». Αν ο Λευκάδιος Χερν κατανοεί βαθιά την Ιαπωνία και την κάνει κατανοητή περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο συγγραφέα, είναι γιατί την αγαπάει βαθιά».
Η Ελλάδα και η Ιαπωνία «πολιτισμοί παράλληλοι»
Ο Λευκάδιος Χερν διαπίστωνε ομοιότητες ανάμεσα στον ελληνικό και τον ιαπωνικό πολιτισμό, ομοιότητες που επανειλημμένα επισήμαινε και ανέλυε στα μαθήματα του της αγγλικής λογοτεχνίας – άλλοτε με το σκεπτικό ότι ο ελληνικός πολιτισμός είναι στη βάση του αγγλικού και του γενικότερου ευρωπαϊκού πολιτισμού και άλλοτε, διότι μόνο στην ελληνική λογοτεχνία, μάλιστα στην ποίηση, μπορούσε να βρει, όπως εξηγεί, κείμενα και θέματα αντίστοιχα με ιαπωνικά.
Σύμφωνα με την ιστορικό Κλαίρη Β. Παπαπαύλου σε άρθρο της «Aφιέρωμα στο Λευκάδιο Χερν» που δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο της ιαπωνικής πρεσβείας, υπάρχουν δύο παραδείγματα από τα πολλά που περιέχονται στις διαλέξεις του Χερν που διέσωσαν οι φοιτητές του (Κenji Zenimoto, Lafcadio Hearn and Greek Echoes, The Hearn Society , Matsue 2000):
«….Η πλειοψηφία των ποιημάτων (της Παλατινής Ανθολογίας) έχουν ηλικία μεταξύ 2000 και 2500 ετών…..Μας δείχνουν πόσο πολύ όμοια με τη σύγχρονη ανθρώπινη φύση ήταν η φύση των ανθρώπων (που τα δημιούργησαν) κι ακόμη, ότι υπάρχουν πολλά κοινά σημεία ανάμεσα στον αρχαίο ελληνικό και τον ιαπωνικό χαρακτήρα…
Φαίνεται πως οι Έλληνες συνήθιζαν να διατηρούν έντομα σε κλουβιά (όπως οι Ιάπωνες) για να έχουν την ευχαρίστηση να τα ακούνε να τραγουδούν. Έχουμε, στο πρώτο από τα «Ειδύλλια» του Θεοκρίτου, περιγραφή ενός αγοριού επιφορτισμένου με τη διαφύλαξη των σταφυλιών ενός αμπελιού από τις αλεπούδες, που περνάει την ώρα του πλέκοντας ένα όμορφο καλάθι για ακρίδες, με μίσχους από ασφόδελους που τους στεριώνει με καλάμι. Επίσης, σε ένα ποίημα του Μελεάγρου, έχουμε αναφορά σε γρύλους που τους τρέφουν με πολύ μικρά κομματάκια από πράσο, πράγμα που φαίνεται να δείχνει μεγάλη ομοιότητα εμπειρίας Ελλήνων και Ιαπώνων ως προς τον τρόπο διατροφής κάποιων ειδών εντόμων…
…… Τα ποιήματα της Παλατινής Ανθολογίας αναφέρονται κυρίως σε τζιτζίκια, μουσικές ακρίδες και μερικά είδη νυχτερινών γρύλων. Αυτές οι τρεις τάξεις μουσικών εντόμων αντιστοιχούν αρκετά καλά σε τρεις τάξεις ιαπωνικών μουσικών εντόμων….
Και σε μια τελείως διαφορετική περίπτωση:
…… Αναρωτιέμαι αν θυμάστε ένα μικρό ποίημα της (αρχαίας ιαπωνικής συλλογής) Mανγιοσου που αποδίδεται στον Οκούρα – στο οποίο ο ποιητής, θρηνώντας για το θάνατο του μικρού γιού του, παρακαλεί τον απεσταλμένο του Κάτω Κόσμου να μεταφέρει το πλασματάκι στον ώμο του, γιατί ήταν πολύ μικρό για να περπατήσει τόσο μακριά….. Δεν είναι περίεργο να βρίσκουμε έναν Έλληνα ποιητή να γράφει για το ίδιο θέμα, χιλιάδες χρόνια πριν;
Ο Έλληνας ποιητής….. απευθύνεται στον κωπηλάτη που μεταφέρει τις ψυχές των νεκρών στον ποταμό του θανάτου: «Συ που οδηγείς τη βάρκα των νεκρών στα νερά αυτής της λίμνης με τις καλαμιές για τον Άδη, κι εκτελείς αυτό το επώδυνο χρέος, άπλωσε το χέρι, σκοτεινέ Χάροντα, στο γιο του Κινύρα και δέξου τον, καθώς θ’ ανεβαίνει τη σκάλα της βάρκας. Τα σανδαλάκια του μπορεί να τον κάνουν να γλιστρήσει στα σκαλιά και φοβάται να περπατήσει με γυμνά πόδια στην άμμο της ακτής….. »
Ο Λευκάδιος Χερν και η μετάφραση των χαϊκού
Ο Χερν ίσως είναι ο πρώτος μεταφραστής χαικού* στα αγγλικά. Έκανε γνωστό αυτό το είδος ιαπωνικής ποίησης που σήμερα γνωρίζει μεγάλη άνθηση. Ωστόσο, ένιωθε πως δεν μπορεί να αποδοθεί πλήρως στη μετάφραση η σύνδεση της φιλοσοφικής θεώρησης και του φυσικού κόσμου που εμπεριέχονται στα χαϊκού. Ο  Χερν αποκαλούσε το είδος με τον παλαιότερο όρο  χόκου (hokkou) καθώς δεν είχε γίνει ακόμη δημοφιλής από τον Ιάπωνα Μασαόκα Σίκι (Masaoka Shiki) που έκανε γνωστό τον νέο όρο.
Ο Χερν εστιάζει στην λέξη «ευχαρίστηση» με την οποία μπορεί κάποιος να προσλάβει ένα χαϊκού. «Σκοπός των χαϊκού» λέει «είναι να διεγείρουν την φαντασία και όχι να την ικανοποιήσουν. Αφήνουν το μυαλό να «πληρώσει» τις νύξεις για το ανείπωτο». Ο Χερν μάς μιλάει για την αλήθεια που μέσα από τις λέξεις «λέει και δεν κρύβει» ωστόσο, εμείς οι αναγνώστες οφείλουμε να διαβάζουμε με τα μάτια της ψυχής μας για να φανερωθεί το «είναι», η ουσία της ζωής. Τα αισθητά, η ύλη μεταφέρουν το πνεύμα νεύοντας στον νου και θυμίζοντάς του να αναζητήσει αυτό που τον ανεβάζει πάνω από το φθαρτό.
Ο Λευκάδιος Χερν περνώντας από μία ζωή γεμάτη δυσκολίες αποθησαύρισε την χαρά και μάς την κληροδότησε παραδίδοντάς μας τα κείμενά του ως  κλειδιά για την αγάπη και την κατανόηση  όλων των πολιτισμών.
* Τα χαϊκού είναι ένα είδος ποίησης το οποίο εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Ιαπωνία το δέκατο έκτο αιώνα και υιοθετήθηκε στην Ευρώπη στις αρχές του εικοστού.  Τα χαϊκού είναι μικρά ποιήματα από δεκαεπτά συλλαβές σε έναν ενιαίο στίχο.  Η φύση, οι εποχές, τα χρώματα εμπνέουν τον δημιουργό, ο οποίος εκφράζεται με λυρικότητα, άλλες φορές με χιουμοριστική διάθεση, γράφοντας στίχους που χαρακτηρίζονται από ευφυΐα.

Κυριακή 22 Μαΐου 2016

Η λογοκρισία στους στίχους του Σολωμού και η ιστορία της Ευρώπης και της Ελλάδας μέσα στον εθνικό ύμνο



της Νότας Χρυσίνα*








Libertà vo candando, ch'è si cara
Come sa chi per lei vita rifiuta.

“Divina Commedia” DANTΕ

Ο Διονύσιος Σολωμός  στο δίστιχο του Δάντη που χρησιμοποίησε ως προμετωπίδα του "Ύμνου εις την Ελευθερίαν" δηλώνει το νόημα του ποιήματος που θα αναπτύξει. Ωστόσο,  άλλαξε το ρήμα του δαντικού ποιήματος «ψάχνω» (cercando) με το «υμνώ ή τραγουδώ» (candando) ώστε να δηλώσει και την πρόθεσή του ως ποιητή αλλά και την αναγνώριση της ύπαρξης της ελευθερίας που αναστήθηκε με την ελληνική επανάσταση.

1.  Σε γνωρίζω από την κόψη
Του σπαθιού την τρομερή,
Σε γνωρίζω από την όψη
Που με βία μετρά  τη γη.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός

Ο ποιητής διαλέγεται με την Ελευθερία την οποία προσωποποιεί. Της λέει «σε γνωρίζω», την προσκαλεί να έρθει δίπλα του και να της «τραγουδήσει» όπως οι αρχαίοι πρόγονοι των Ελλήνων. Ο Σολωμός αναφέρεται στον ανθρωποκεντρισμό και τα αρχαιοελληνικά ιδεώδη που ήταν στο επίκεντρο των ιδεών του Διαφωτισμού αλλά και του κλασικισμού και του ρομαντισμού, αισθητικών κινημάτων που επικρατούσαν στην Ευρώπη και έφτασαν στην Ελλάδα μέσα από φωτισμένους δασκάλους όπως ο Ρήγας για τον οποίο ο ποιητής θα κάνει λόγο σε μεταγενέστερο στίχο.

21.     Μ’ όλον πούναι αλυσωμένο
        Το καθένα τεχνικά,
        Και εις το μέτωπο γραμμένο
        Έχει: Ψεύτρα Ελευθεριά.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός

Ο Διονύσιος Σολωμός στην 21η στροφή του ποιήματος «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» κάνει λόγο για «Ψεύτρα ελευθεριά». Οι στίχοι αυτοί του Σολωμού αναφέρονται στην κατάσταση των αγγλοκρατούμενων νησιών των Επτανήσων. Αυτοί οι στίχοι λογοκρίθηκαν στην πρώτη έκδοση του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν». Οι Άγγλοι κάλεσαν την οικογένεια του Σολωμού και έκαναν συστάσεις. Την περίοδο 1821-1822 ο Διονύσιος Σολωμός συνυπέγραψε υπόμνημα διαμαρτυρίας για την πολιτική των Άγγλων στα Επτάνησα και το Σύνταγμα του 1817, προς τον Γεώργιο Δ΄ της Αγγλίας. Στην «Γυναίκα της Ζάκυθος» λέει ότι αποφάσισε να υμνήσει τους ξυπόλητους. Ο Σολωμός αν και γόνος αριστοκρατικής οικογένειας αντιτίθεται στην αγγλοκρατία αλλά και στην αριστοκρατία η οποία θα χάσει τα προνόμιά της με τον αγώνα των Ελλήνων για ελευθερία.

Το ποίημα του Διονύσιου Σολωμού είναι πολιτικό και πολεμικό σάλπισμα. Όπως κάποιοι πολεμούν με τα όπλα κάποιοι άλλοι πολεμούν με τη γλώσσα δηλαδή την ποιητική πέννα, όπως υποστήριζε ο Βιττόριο Αλφιέρι.
Το ποίημα είναι επίσης ιστορικό καθώς διηγείται τον αγώνα της ανεξαρτησίας των Ελλήνων από το 1821 έως το 1823.
Ο Σολωμός στους πρώτους στίχους αναφέρεται στη λέξη ελευθερία την οποία ταυτίζει με τη γλώσσα. Ο ίδιος είχε πει «Μήγαρις ἔχω ἄλλο στό νοῦ μου, πάρεξ ἐλευθερία καί γλῶσσα;».

22.Γκαρδιακά χαροποιήθη
Και του Βάσιγκτον η γη,
Και τα σίδερα ενθυμήθη
Που την έδεναν και αυτή.

23.Απ’ τον πύργο του φωνάζει,
Σα να λέη σε χαιρετώ,
Και τη χήτη του τινάζει
Το Λεοντάρι το Ισπανό.

24.Ελαφιάσθη της Αγγλίας
Το θηρίο, και σέρνει ευθύς
Κατά τ’ άκρα της Ρουσίας
Τα μουγκρίσματα της οργής.

25.Εις το κίνημά του δείχνει
Πως τα μέλη είν’ δυνατά
Και στου Αιγαίου το κύμα ρίχνει
Μια σπιθόβολη ματιά.

26. Σε ξανοίγει από τα νέφη
Και το μάτι του Αετού,
Που φτερά και νύχια θρέφει
Με τα σπλάχνα του Ιταλού.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός

Ο Σολωμός κάνει αναφορά στον αγώνα της Ανεξαρτησίας   των Αμερικανών1773-  1783 και στον Ουώσινγκτον.  Η Αμερική έδιωξε τους Άγγλους και απέκτησε την ελευθερία της. Ο αγώνας της αμερικανικής ανεξαρτησίας προηγήθηκε της γαλλικής επανάστασης. Η Αμερική είναι η χώρα που αναγνώρισε πρώτη την ελληνική επανάσταση. Αντίθετα η Αγγλία και  η Ρωσία καταδίκασαν αρχικά την ελληνική επανάσταση. Οι δυνάμεις της Ιεράς Συμμαχίας[1] : Αγγλία, Αυστρία, Ρωσία υποστήριζαν τη μοναρχία.
Η Αγγλία δεν ήθελε να βάλει πόδι η Ρωσία στο Αιγαίο. Στο ποίημα παρομοιάζεται η Ρωσία με θηρίο και η Αυστρία με αετό. Η Αγγλία αρχικά υποστήριξε τον Σουλτάνο ώστε να εμποδίσει τους Ρώσους να κατέβουν στο Αιγαίο και η Αυστρία κατείχε την Ιταλία που αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία της. 
Το ποίημα αναφέρεται επίσης στον αγώνα της Ισπανίας να ανεξαρτητοποιηθεί από την Αυστρία.
Επομένως στις στροφές 22-26 η ελληνική επανάσταση συσχετίζεται με τον αγώνα ανεξαρτησίας της Αμερικής, της Ισπανίας και της Ιταλίας. Ο ευρωπαϊκός νότος μαχόταν απέναντι στις δυνάμεις της Ιερής Συμμαχίας του βορρά (Αγγλία, Ρωσία, Αυστρία).
Ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» είναι ένας ύμνος στην ελευθερία για όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς. Εντάσσει τον ελληνικό αγώνα μέσα σε ένα κλίμα φιλελευθερισμού που κυριαρχούσε σε ολόκληρη την Ευρώπη, ιδιαίτερα μετά την γαλλική επανάσταση, και τα ιδεώδη του Διαφωτισμού, τα οποία οριστικοποιήθηκαν με το κίνημα του ρομαντισμού. Ο ρομαντισμός με το πάθος και την ατομικότητα κάλεσε τον άνθρωπο να επαναστατήσει και να αποκτήσει ταυτότητα.

Όλες οι επαναστάσεις για την ελευθερία είχαν ως πρότυπο την αρχαία ελληνική δημοκρατία, συγκεκριμένα την ελευθερία του πολίτη. Η ελευθερία περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και  με την ελληνική επανάσταση επέστρεψε στην πατρική γη. Το ίδιο και τα ελληνικά γράμματα και οι τέχνες. Η Ελλάδα έδωσε τα Φώτα στην Ευρώπη και τα Φώτα επέστρεψαν με την ελληνική επανάσταση στην πηγή, την Ελλάδα.   



35.     Ιδού εμπρός σου ο τοίχος στέκει
        Της αθλίας Τριπολιτσάς
        Τώρα τρόμου αστροπελέκι
        Να της ρίψης πιθυμάς.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός

Ο Σολωμός ξεκινάει την αφήγηση του αγώνα των Ελλήνων από την Τριπολιτσά, η οποία ήταν το κέντρο διοίκησης των Τούρκων. Από εκεί εδραιώνεται η επανάσταση. Συνεχίζει με αναφορές στον αγώνα των Ελλήνων στην ξηρά και στη θάλασσα, αναφέρεται στον αποκεφαλισμό του πατριάρχη βάζοντας το θρησκευτικό στοιχείο και καλεί τις ξένες χριστιανικές χώρες να στηρίξουν την Ελλάδα, μία χριστιανική χώρα, προπαγανδίζοντας τον αγώνα ως αγώνα χριστιανών εναντίων μουσουλμάνων. Αναφέρεται στη διχόνοια που ταλανίζει τους Έλληνες και καταλήγει με έναν παραινετικό λόγο προς τους αρχηγούς του επαναστατικού αγώνα να ομονοήσουν και ψέγει τους Ευρωπαίους για την αδιαφορία τους και τους καλεί να επέμβουν.

Ζωγραφίζει τον αγώνα με επίθετα που παίρνουν την θέση των χρωμάτων φτιάχνοντας εικόνες όπως ο Ζερικώ[2] και με ρήματα δίνει την δράση του πολέμου.
Η γλώσσα του Σολωμού αναμιγνύει λέξεις λόγιες και λαϊκές πλάθοντας γλώσσα και ιστορία σε έναν σύγχρονο μύθο. Ο αγώνας για την ελευθερία προσδίδει στον νέο μύθο αχρονικότητα. Η ελευθερία είναι η ελευθερία κάθε ανθρώπου μέσα στον χρόνο.

Η λογοτεχνία εκφράζει το έθνος και το έθνος εκφράζεται μέσα από τη γλώσσα. Ελευθερία και γλώσσα στην σκέψη του Σολωμού ταυτίζονται. Η γλώσσα δημιουργεί το έθνος και όχι το έθνος τη γλώσσα επομένως η προσπάθεια επιβολής της καθαρεύουσας, μιας μη ομιλούμενης γλώσσας, ήταν καταδικασμένη καθώς το έθνος δεν την μιλούσε και δεν το εξέφραζε, ούτε όμως μπορούσε ο λαός να επαναστατήσει με μια ψεύτικη γλώσσα. Καθαρίζοντας τη γλώσσα του λαού, τη δημοτική, όπως πρότεινε ο Κοραής, δεν μιλάς για τον λαό παρά τον προσβάλεις ως οντότητα.  Τον θεωρείς βρώμικο και επομένως ανάξιο να ανακτήσει την ελευθερία του.

44.     Ακούω κούφια τα τουφέκια,
        Ακούω σμίξιμο σπαθιών,
        Ακούω ξύλα, ακούω πελέκια,
        Ακούω τρίξιμο δοντιών.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός

Ο Σολωμός «ακούει» τη μάχη και μεταφέρει το άκουσμα επαναλαμβάνοντας το ρήμα «ακούω» μάς κάνει να ακούσουμε με τη φαντασία μας. Η γλώσσα περνάει από τα σύμφωνα και τις παρηχήσεις και αυξάνει σε ένταση. Κάνοντας ένα κοντραπούντο με το «ακούω» και το επίθετο που ακολουθεί μας κάνει να ακούμε τον ήχο των όπλων.

61. Της καρδίας κτυπίες βροντάνε
Μες στα στήθια τους αργά,
Και τα χέρια οπού χουμάνε
Περισσότερο είν’ γοργά.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός

Υπάρχει η αντίθεση αργά –γοργά αναφερόμενος στην καρδιά και τον ήχο του πολέμου που είναι γοργός σαν ζάλη. Το σύμπαν έγινε μία στιγμή, η στιγμή του πολέμου.

65. Και παλάσκες και σπαθία
Με ολοσκόρπιστα μυαλά,
Και με ολόσχιστα κρανία
Σωθικά λαχταριστά.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός


Χρησιμοποιεί το στοιχείο τριαδικής κλιμάκωσης  ή κρεσέντο το οποίο πήρε ο ποιητής από τα δημοτικά τραγούδια. Περιγράφει την φρίκη του πολέμου όπου στο τέλος της μάχης έχουν σκοτωθεί οι πάντες.

66. Προσοχή καμία δεν κάνει
Κανείς, όχι εις τη σφαγή
Πάνε πάντα εμπρός. Ω! Φθάνει,
Φθάνει, έως πότε οι σκοτωμοί;
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός


Ο Διονύσιος Σολωμός στιγματίζει τις σφαγές των αμάχων στην Τριπολιτσά. Τις ίδιες απόψεις είχαν και ο λόρδος Βύρων αλλά και ο Μαυροκορδάτος, οι οποίοι διαφωνούσαν με τα εγκλήματα πολέμου. Οι καταπιεσμένοι σε όλες τις επαναστάσεις που έγιναν τότε πήραν την εξουσία στα χέρια τους και προχώρησαν σε λουτρό αίματος απέναντι στους ευγενείς ή γενικότερα στους δυνάστες τους και βασανιστές τους. Ωστόσο, αυτό αποτέλεσε δυσφήμιση της ελληνικής επανάστασης και ανέκοψε το ρεύμα του φιλελληνισμού. Ο ποιητής με την εικόνα των αμάχων Ελλήνων που περιέγραψε να σηκώνονται μέσα από τους τάφους δικαιολογεί το έγκλημα των Ελλήνων το οποίο αποδίδεται στην εκδίκηση.

83. Στη σκιά χεροπιασμένες,
Στη σκιά βλέπω κι’ εγώ
Κρινοδάκτυλες παρθένες
Οπού κάνουνε χορό.

84. Στο χορό γλυκογυρίζουν
Ωραία μάτια ερωτικά,
Και εις την αύρα κυματίζουν
Μαύρα, ολόχρυσα μαλλιά.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός

O ποιητής απαντά στον λόρδο Βύρωνα και το ποίημά του «Τα νησιά της Ελλάδος»[3] στο οποίο εξέφραζε τον σκεπτικισμό του για την επιτυχία της επανάστασης. «Στη σκιά βλέπω κι εγώ»  βλέπει το ίδιο όραμα με τον Μπάϊρον αλλά ο Σολωμός οραματίζεται τις γυναίκες που θα βυζάξουν ελεύθερους ανθρώπους και όχι σκλάβους για τους οποίους θρηνούσε ο Μπάϊρον.

Μες στα χόρτα, τα λουλούδια,
Το ποτήρι δεν βαστώ
Φιλελεύθερα τραγούδια
Σαν τον Πίνδαρο εκφωνώ.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός


Εδώ το ποίημα αυτοπροσδιορίζεται ως φιλελεύθερο τραγούδι. Η ελευθερία υπάρχει μέσα από το φιλελεύθερο τραγούδι και το φιλελεύθερο τραγούδι υπάρχει μέσα στη ελευθερία.

Ο Σολωμός αντιτίθεται στα ανακρεόντεια ποιήματα[4] στα οποία ανήκει και το ποίημα του Μπάϊρον «Τα νησιά της Ελλάδος» και ακολουθεί την παράδοση της ποίησης του Πίνδαρου. Ο Πίνδαρος είναι πηγή έμπνευσης για τους ποιητές της Ευρώπης του 18ου αιώνα. Το αθλητικό ιδεώδες συνδέεται με τον πόλεμο. Τότε γίνεται και η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων.

94. Α! Το φως που σε στολίζει,
Σαν ηλίου φεγγοβολή,
Και μακρόθεν σπινθηρίζει,
Δεν είναι, όχι, από τη γη.

95. Λάμψιν έχει όλη φλογώδη
Χείλος, μέτωπο, οφθαλμός
Φως το χέρι, φως το πόδι
Κι’ όλα γύρω σου είναι φως.
«Ύμνος εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός

Μία από τις ωραιότερες στιγμές της ελληνικής ποίησης με παρήχηση του φ. Χρησιμοποιεί το τριαδικό σχήμα που χρησιμοποιείται στο δημοτικό τραγούδι. «φως το χέρι, φως το πόδι κι όλα γύρω σου είναι φως». Ο Σολωμός χρησιμοποίησε τη λαϊκή γλώσσα και έφτιαξε κάτι ανώτερο. Έφτιαξε οχτασύλλαβο με τριαδικό σχήμα (έντεχνο τραγούδι)  ενώ το δημοτικό τραγούδι χρησιμοποιούσε δεκαπεντασύλλαβο.

Ο Σολωμός πίστευε στην αρμονία υψηλού περιεχομένου και μορφής. Εξέφρασε υψηλές ιδέες με την γλώσσα του λαού γεγονός που έγινε η αιτία να τον αμφισβητήσουν οι λόγιοι[5] που υποστήριζαν την καθαρεύουσα. Δεν ακολούθησε τα μέτρα της αρχαίας ποίησης αλλά τη μοντέρνα ποίηση στην οποία ο ρυθμός παράγεται από την ένταση (τονισμένη συλλαβή – άτονη συλλαβή). Ο ποιητής απάντησε του λόγιους πως «η ποίηση είναι ξεχείλισμα της ψυχής»  όπως πίστευαν οι Άγγλοι ρομαντικοί και δεν υπακούει σε κανόνες όπως ήθελαν οι κλασικιστές.

Ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» είναι μία ποιητική επανάσταση που δεν αντιγράφει τους αρχαίους ποιητές αλλά είναι ένα «ξεχείλισμα ψυχής». Εξυμνεί την ελευθερία, πολιτική και εθνική, αλλά και την ποιητική ελευθερία. Δεν υποτάσσεται στους κανόνες των αρχαίων αλλά ο Σολωμός γνωρίζει τους κανόνες αυτούς καλύτερα από τους λόγιους κλασικιστές. Δεν μιμείται τους αρχαίους αλλά δημιουργεί κάτι πρωτότυπο όπως έκαναν οι αρχαίοι ποιητές. Δημιουργεί στη γλώσσα του λαού όπως έκαναν οι ρομαντικοί ποιητές της Ευρώπης.

Ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» γράφτηκε τον Μάιο του 1823 και εκδόθηκε τέλη του 1824 στη Γαλλία από τον Κλωντ Φωριέλ στη συλλογή ελληνικών δημοτικών τραγουδιών.
Στο ποίημα αντέδρασε ο Αλέξανδρος Σούτσος, εκπρόσωπος της αθηναϊκής σχολής,  κατηγορώντας το ποίημα ότι ιταλίζει και ότι δεν είναι σε γλώσσα λόγια. Λέει χαρακτηριστικά σε ποίημά του «Ο Κάλβος και ο Σολωμός, ωδοποιοί μεγάλοι,/κ’ οι δύο παρημέλησαν της γλώσσας μας τα κάλη’/ιδέαι όμως πλούσιαι, πτωχά ενδεδυμέναι/ δεν είναι δι’ αιώνιον ζωήν προορισμέναι.»

Το 1861 ο Υπουργός των Στρατιωτικών ζήτησε από τον Νικόλαο Μάντζαρο[6] να συνθέσει εμβατήριο πάνω στον “Ύμνο εις την Ελευθερίαν”. Ο μουσικός μετέβαλε τον ρυθμό του ύμνου του Σολωμού σε ρυθμό εμβατηρίου και το 1864, μετά την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, ο “Ύμνος εις την Ελευθερίαν” καθιερώθηκε ως εθνικός ύμνος. Ο εθνικός ύμνος, μαζί με τη μουσική του, τυπώθηκε για πρώτη φορά σε 27 κομμάτια, το 1873, στο Λονδίνο.

Το ποίημα “Ύμνος εις την Ελευθερία” αποτελείται από 158 τετράστιχες στροφές από αυτές οι 24 πρώτες στροφές καθιερώθηκαν ως Εθνικός Ύμνος, το 1865. Από αυτές οι δυο πρώτες είναι εκείνες που ανακρούονται και συνοδεύουν πάντα την έπαρση και την υποστολή της σημαίας και ψάλλονται σε επίσημες στιγμές και τελετές. Κατά τη διάρκεια της ανάκρουσης αποδίδονται τιμές χαιρετισμού.

Οι καθαρευουσιάνοι, που θαύμαζαν τον Αλέξανδρο Σούτσο και τον Ραγκαβή είχαν προτείνει να μεταφραστεί ο Εθνικός Ύμνος στην καθαρεύουσα.
Ειρωνευόμενος τους καθαρευουσιάνους, ο Κωστής Παλαμάς γράφει: «Τι κρίμα να μην καταλάβη ο Σολωμός ότι τα ύψιστα αισθήματα του Εθνους του θα τα διηρμήνευεν αν έλεγε, όχι "Σε γνωρίζω από την κόψη / του σπαθιού την τρομερή" αλλά «Γινώσκω σ΄ εκ της κόψεως / του ξίφους της δεινής. / Γινώσκω σ΄ εκ της όψεως / δι΄ ης την γην βία μετρείς!"».

Στους σολωμικούς «Στοχασμούς»[7] το λογοτεχνικό κείμενο ορίζεται σαν οργανικό ον, κατά την παράδοση άλλωστε του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη: «Εφάρμοσε στην πνευματική μορφή την ιστορία του φυτού, που αρχίζει από τον σπόρο και επιστρέφει σ΄ αυτόν, αφού περάσει όλες τις φυτικές μορφές ως βαθμίδες εξέλιξης· δηλαδή ρίζα, κορμό, φύλλα, λουλούδια, καρπούς. Εφάρμοσέ την σκεπτόμενος βαθιά την ουσία του αντικειμένου και επίσης την καλλιτεχνική μορφή».

Ο Σολωμός έστειλε τον Σπυρίδωνα Τρικούπη στο Μεσολόγγι να ζητήσει από τον Μπάϊρον να μεταφράσει τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν» αλλά τον πρόλαβε ο θάνατος του Μπάϊρον. Επίσης ήθελε να μεταφραστεί και από τον Γκαίτε. Ο Σολωμός θεωρεί  ζήτημα όλων των ευρωπαϊκών λαών,τους οποίους καλεί να συνεργαστούν, όχι μόνο την επανάσταση και τον αγώνα της ανεξαρτησίας,  αλλά και την ποιητική επανάσταση που συντελείται με τους κορυφαίους ποιητές Μπάϊρον και Γκαίτε θέμα κοσμογονικό στο οποίο θέλει να συμμετάσχει. Ο Διονύσιος Σολωμός ανταποκρίθηκε στον ευρωπαϊκό φιλελευθερισμό. Ήταν μία στιγμή εξωστρέφειας του ποιητή. Με αυτήν την έννοια φιλοδοξούσε να είναι μέρος μια ενωμένης Ευρώπης. Τελικά στην πορεία που θα ακολουθήσει θα καταλήξει προοδευτικά στην μοναχικότητα και την αποσπασματικότητα.








[1] Ιερά Συμμαχία, ή Μεγάλη Συμμαχία, φέρεται ιδιαίτερα[1] η μετά την ήττα του Ναπολέοντα, ιστορική, μυστική αρχικά, τριμερής συνθήκη που συνήφθη μεταξύ των Αυτοκρατόρων Αλεξάνδρου Α΄ της Ρωσίας, Φραγκίσκου Α' της Αυστρίας και του Βασιλέα Φρειδερίκου Γουλιέλμου Γ΄ της Πρωσίας, (νικητές των ναπολεόντειων πολέμων) την οποία συνομολόγησαν και υπέγραψαν αυτοπροσώπως, στο Παρίσι στις 14/26 Σεπτεμβρίου(ν.ημερ) του 1815, δηλαδή περίπου τρεις μήνες μετά την λήξη του Συνεδρίου της Βιέννης (Ιούνιος 1815). Στη συμμαχία αυτή προσχώρησε το ίδιο έτος και η Αγγλία ενώ με την επιμέρους λεγόμενη συνθήκη «Αιξ λα Σαπέλ» του 1818 προσχώρησε και η Γαλλία.
[2] Ο Ζαν-Λουί-Τεοντόρ Ζερικώ (Jean-Louis-Théodore Gericault, 26 Σεπτεμβρίου 1791 - 26 Ιανουαρίου 1824) υπήρξε καθοριστική μορφή του Γαλλικού Ρομαντισμού. Στη διάρκεια της σύντομης ζωής του, που έληξε με τραγικό τρόπο, κράτησε αποστάσεις από την παράδοση και με την τέχνη του προσπάθησε να ανατρέψει τους κανόνες του Σαλόν και της Ακαδημίας. Ο διασημότερος πίνακάς του, «Η Σχεδία της Μέδουσας», προκάλεσε αμηχανία για τον μοντερνισμό του θέματος και τους αιχμηρούς πολιτικούς υπαινιγμούς του.

[3] Δεν αποκλείεται ν’ αποτελεί και ένα είδος παρότρυνσης προς τον πλέον φημισμένο τότε Έλληνα ποιητή, τον Αθανάσιο Χριστόπουλο, ο οποίος, αντί να γράφει επαναστατικά ποιήματα, ζούσε —ως το 1818, που ο Μπάυρον άρχισε να γράφει τον Δον Ζουάν— στο περιβάλλον του ηγεμόνα της Μολδαβίας, υμνώντας (όπως οι Έλληνες του ποιήματος) το κρασί και τον έρωτα. Αν ο Χριστόπουλος δεν άκουσε αυτή την προτροπή, ο Σολωμός και ο Κάλβος απάντησαν ποιητικά στον Μπάυρον αναπτύσσοντας ένα διάλογο μ’ εκείνους τους στίχους του ποιήματος που παρουσιάζουν τους Έλληνες ως ανέμελους συμποσιαστές (βλ. τις στροφές 83-87 του σολωμικού «Ύμνου εις την Ελευθερίαν» και την ωδή «Εις Ψαρά» του Κάλβου).

[4] Τα Ανακρεόντεια είναι μια συλλογή 60 περίπου ποιημάτων που βρίσκονται στην Παλατινή Ανθολογία, με θέμα το κρασί, την ομορφιά, τον έρωτα, τον Διόνυσο. Τα ποιήματα έχουν γραφεί από τον 1ο μέχρι τον 6ο αιώνα και ονομάζονται Ανακρεόντεια γιατί είχαν αποδοθεί στον Ανακρέοντα από τους συντάκτες της Παλατινής Ανθολογίας. Η πρώτη τους έντυπη έκδοση (μαζί με άλλα ποιήματα) έγινε από τον Ερρίκο Στέφανο (Ανρί Ετιέν) το 1554 (μια από τις πρώτες εκδόσεις με υλικό από την Παλατινή Ανθολογία).

Στην Παλατινή Ανθολογία, στην αρχή της συλλογής αυτής αναγράφεται: «Ανακρέοντος Τηίου συμποσιακά ημιάμβια» και στο τέλος: «τέλος των Ανακρέοντος συμποσιακών» και η συλλογή βρίσκεται σε 16 σελίδες (σε ένα τεύχος 16 σελίδων) και έχει αντιγραφεί από τον γραφέα J (που σήμερα θεωρείται ότι ήταν ο Κωνσταντίνος ο Ρόδιος)

[5] Πίστευσέ μου, Διδάσκαλε, η αρμονία του στίχου δεν είναι πράγμα όλο μηχανικό, αλλά είναι ξεχείλισμα της ψυχής· μ’ όλον τούτο, αν φθάσεις να μου αποδείξεις ότι σφάλλω τους στίχους, θέλει γράψω των Ιταλών και των Ισπανών, να τους δώσω την είδησιν, ότι τους έσφαλαν έως τώρα και αυτοί, και μη φοβάσαι να σου πάρω για την εφεύρεσιν το βραβείον, γιατί θέλει σε μελετήσω. Αλλά ποίος σου είπε να τσακίσεις την λέξη θερι-σμένα; (στρ. 51) — Ποίος μου το ’πε; το απόκρυφο της τέχνης μου και το παράδειγμα των μεγάλων. Άμετρα είναι τα παραδείγματα τέτοιας λογής, και θέλει σου τα αναφέρω όλα ένα ένα, όταν ανανοηθώ πως έχω καιρόν να χάσω. Ο Πίνδαρος έχει τσακισμένες καμία χιλιάδα λέξεις· οι τραγικοί στους χορούς ετσάκισαν αρκετές και αυτοί, και ο Οράτσιος τους εμιμήθηκε. Το παράδειγμα του Αριόστου

[7] http://www.kathimerini.gr/244990/article/politismos/arxeio-politismoy/o-dionysios-solwmos-diarkws-egkairos

* Η Νότα Χρυσίνα είναι μεταφράστρια, πολιτισμολόγος