Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΑΝΩΛΗΣ ΑΛΙΓΙΖΑΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΑΝΩΛΗΣ ΑΛΙΓΙΖΑΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 18 Μαΐου 2016

ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ "ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ" — ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ


 γράφει ο Μανώλης Αλιγιζάκης*




Το "ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ" είναι το πιο μεγαλόπνοο και βαθυστόχαστο έργο του Οδυσσέα Ελύτη. Θεωρείται δύσκολο ποίημα για τον περίπλοκο τρόπο ανάπτυξής του, για το θέμα με το οποίο ασχολείται και για τη βαθύτητα των νοημάτων του. Παρ’ όλα αυτά όμως το έργο αυτό αποδυκνύει τη μαεστρία του ποιητή που το συνέλαβε και το παρουσίασε στον αναγνώστη τη διάρκεια μιας εποχής που η ελληνική ποίηση πάλευε ανάμεσα στις καθιερωμένες φόρμες και στα νέα στοιχεία που επηρέαζαν τον σύγχρονο ποιητή των δεκαετιών του `30 και του `40. Ιδιαίτερα τα στοιχεία υπερρεαλισμού που είναι εμφανή στο συγκεκριμένο έργο του Ελύτη, στοιχεία που έχουν ως αποτέλεσμα να κάνουν "δύσκολη" τη σύλληψη του πνεύματος του "ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ".
Το ποίημα αναπτύσσεται σε τρία μέρη: τη ΓΕΝΕΣΗ, ΤΑ ΠΑΘΗ, και ΤΟ ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ. Η ΓΕΝΕΣΗ και το ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ είναι περιορισμένα σε έκταση, ενώ ΤΑ ΠΑΘΗ είναι το εκτενέστερο τμήμα του ποιήματος. Η ΓΕΝΕΣΗ αποτελείται από επτά ύμνους που κλείνουν με τη φράση, αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας, ενώ το ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ αποτελείται από ομάδες τετραστίχων που παρουσιάζουν το ελληνικό τοπίο στο έμπειρο  μάτι του ποιητή. ΤΑ ΠΑΘΗ είναι το εκτενέστερο τμήμα του ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ κι αποτελείται από ένα συνδυασμό  ύμνων, ωδών και αναγνωσμάτων που ταξιδεύουν τον αναγνώστη από τα Ομηρικά χρόνια "Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική
το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου" στο Οικόπεδο με τις Τσουκνίδες στην  Κοκκινιά κατά τη διάκρεια της γερμανικής Κατοχής.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

Η ΓΕΝΕΣΗ ξεκινά με το πιο βασικό στοιχείο του χώρου-τόπου, το φως,
"Στην αρχή το φως. Και η ώρα η πρώτη"
που καθορίζει τη διαφάνεια του χώρου, ενός χώρου αρχετυπικού, εδεμικού, που όλα τα στοιχεία του είναι στην παρθενική τους μορφή, και παρ’ όλο που ο χώρος καθορίζεται κι αποκτά ιθαγένεια και γίνεται ο ελληνικός χώρος που μόλις σχηματίστηκε, είναι στην πρώτη του μορφή προτού να εισχωρήσει στην εικόνα ο ιστορικός χρόνος, ο ανθρώπινος χρόνος που συνεπάγεται το ιστορικό στοιχείο. Σ’ αυτό το χώρο δημιουργείται κι ο παρατηρητής-ποιητής
"Ήταν ο ήλιος με τον άξονά του μέσα μου
πολυάχτιδος όλος που καλούσε"

κι ο χώρος δημιουργείται

"και στη  μέση της έσπειρε κόσμους μικρούς κατ’ εικόνα και
ομοίωσή μου"

κι αυτό τον κόσμο μέλλεται να αποδεχτεί ο ποιητής στην παρθενική, διάφανη μορφή του. Όλα υπάρχουν σε μια ευδαιμονική κατάσταση μέχρι τη στιγμή που
η φωνή του γκιώνη

"κάποιου που είχε σκοτωθεί
το αίμα γυρίζοντας πάνω στον κόσμο"

το τοπίο αμαυρώνεται απ’ το φονικό και παρουσιάζεται το αίμα, μάρτυρας της κηλίδωσης του αρχετυτικού χώρου και χρόνου που στο εξής θα βιώσει το κακό. Η φωνή ‘κάποιου που είχε σκοτωθεί’ θα επιφέρει μια ανεπανάληπτη αλλαγή στη συνείδηση του ποιητή, γιατί αυτός που

είχε αποκρυπτογραφίσει το άσπιλο

θα νιώσει μέσα του το κηλίδωμα του άσπιλου και την εισχώρηση των άλλων στην εικόνα του κόσμου, των άλλων, την εισχώρηση της ιστορίας στον κόσμο που πρέπει να βιώσει ο ποιητής αν του είναι δυνατόν να φτάσει ξανά στο σημείο που η μορφή του είναι

"η μορφή σου αν θέλεις ανεξάληπτη να `ναι
και να μείνει αυτή..."

να ζήσει μια κατάσταση μαρτυρίου και αδικίας που ο ποιητής αναγνωρίζει όπως αναγνωρίζει επίσης και το χρέος του ως δημιουργού να "καθάρει" τον χώρο απ’ το κηλίδωμα και να τον ξανακάνει αγνό κι εδεμικό. Απ’ το σημείο αυτό αρχίζουν ΤΑ ΠΑΘΗ με τον πρώτο ύμνο στον οποίο ο ποιητής καθορίζει την προσωπικότητά του, τα όπλα του. Ο ποιητής γίνεται

"ο εραστής του σκιρτήματος των ζαρκαδιών
κι ο μύστης των φύλλων της ελιάς
ο ηλιοπότης"

έτσι διάφανος κι ολόλαμπρος θα διανύσει το στάδιο του πόνου που τον αναμένει κι είναι έτοιμος να σώσει το τοπίο απ’ το κακό καταλήγοντας στον πρώτο ύμνο με τη θέση που παίρνει και με τι όπλα θα πολεμήσει

"Στα στενά φρουρούς του ζέφυρους θα στήσω
Μοίρα των αθώων είσαι η δική μου Μοίρα"

Η καταγωγή του παρουσιάζεται, εν συνεχεία, στις αμμουδιές του Ομήρου, θεοί μελαχρινοί, θείοι κι εξάδερφοι, θα εμφανιστούν μαζί κι η έγνοια του μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, με τα πρώτα λόγια του Ύμνου.

Ακολουθεί το πρώτο ανάγνωσμα που είναι καθηλωμένο στο ιστορικό γεγονός του πολέμου του 1940 κι είναι ρεαλιστικό σε σημείο που δεν επιδέχεται καμιά επεξήγηση αφού αναφέρεται σε βιωμένα γεγονότα που στέκονται ωμά από μόνα τους δίχως να δίνουν άλλες προεκτάσεις.

Εδώ αναγνωρίζουμε την πολύχρονη εμπειρία του τόπου που βιώνει ο ποιητής και το άδικο της μοίρας με τον ύμνο να αναφέρεται στον πλούτο και πώς η μοίρα του λαού του στάθηκε άδικη. Εξίσου σημαντικός στο σημείο αυτό είναι ο ρόλος της πέτρας στην ποίηση του "ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ" που σε αντίθεση με την πέτρα του σεφερικού κόσμου όπου: "βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες" -εικόνα που αναφέρεται στην ασήκωτη κληρονομιά του σύγχρονου Έλληνα-  η πέτρα στην ποίηση του Ελύτη παίρνει την αποκαλυπτική έννοια που μεταφέρει το θετικό μήνυμα του ποιητή προς τον αναγνώστη του.

"ΤΗΝ ΟΡΓΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΝΑ ΦΟΒΑΣΤΕ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ Τ’ ΑΓΆΛΜΑΤΑ"

Η έννοια της γυναίκας μπαίνει στο προσκήνιο που επικυρώνει την μοναξιά που ο ποιητής μέλλεται να βιώσει για να εμβαθύνει ως άτομο

"Αλλά πρώτα θα δεις την ερημιά και θα της δώσεις το δικο σου νόημα, είπε

Τις μέρες μου άθροισα και δεν σε βρήκα
πουθενά, ποτέ, να μου κρατείς το χέρι"

αφού κι η γυναίκα τον έχει εγκαταλείψει βιώνει την τέλεια μοναξιά και  αφήνει τις αισθήσεις του να λειτουργήσουν ώστε να κατορθωσει  να αφουγκρασθεί, για ώρες, τους ήχους του τοπίου

"κάτω απ’ την κληματαριά
ώρες εκεί ρέμβασα
με μικρά-μικρά τιτιβίσματα
κοασμούς, τρυσμούς, το μακρινό κουκούρισμα"

Το δίδαγμα του μεσογειακού τόπου που του δόθηκε ως κληρονομιά φλέγεται από ηλιοφάνεια και λαμπρύνει την αποστολή του ποιητή. Αλλά τώρα που επωμίσθηκε την ευθύνη να "καθαίρει" τον κόσμο απ’ το φονικό, ο ποιητής διάγει τις πιο μαύρες στιγμές της ύπαρξής του κι είναι για πάντα μόνος, αφού η οποιαδήποτε ευθύνη στη ζωή του ανθρώπου συνεπάγεται εγκαρτέρηση, μοναχικότητα και λειτούργημα που θα αναδυθεί απ’ την έννοια της μοναχικότητας. Κι όχι μόνο μόνος απ’την άποψη της γυναίκας αλλά και των σύγχρόνων του, που στην  αρχή της ποιητικής του εμφάνισης τον είδαν σε γενικές γραμμές σαν παρείσαχτο που  δεν μπόρεσαν ούτε να κατανοήσουν.

Αλλά παρ’ όλα αυτά ο ποιητής θα ξαναφέρει την ισορροπία στον κόσμο με την επέμβασή του στον χρόνο, καθώς θα δαγκώσει τον καιρό με "δόντια πέτρινα" και τα όπλα του θα είναι: το φως, το κρύο νερό, η διαφάνεια, το άσπιλο.

"Μόνος εδάγκωσα μες τον καιρό με δόντια πέτρινα"

Στους ΗΜΙΟΝΗΓΟΥΣ θα μιλήσει για την αδικία και για τη διαφορά ανάμεσα στους διαλεχτούς της μοίρας που κοιμούνται στα μεταξωτά τους σεντόνια και στα μαλακά κρεβάτια "που τα στρώνουν μα δεν τα ορίζουν", και στους άλλους "που είναι ταγμένοι για τη ρέγγα και το χαλβά", κι εδώ θα μιλήσει για την πίκρα του άδικου και για τις εξορίες, μοίρα του ελληνισμού απ’ τις "εκατό χρονών φωνές", κι ο ποιητής σ’ αντίθεση με την αρνητική αυτή εικόνα του αναγνώσματος ορθώνεται να διαλαλήσει πόσο δύσκολο είναι νά'ρθει η Άνοιξη όταν υπάρχει μόνο ένα χελιδόνι

"Ένα το χελιδόνι κι η Άνοιξη ακριβή
Για να γυρίσει ο Ήλιος θέλει  δουλειά πολλή"

Στο επόμενο άσμα ο ποιητής λαμβάνει τη μορφή του μυθολογικού ήρωα που πραγματώνει την κλασική μυθική πράξη: Το πέρασμα απ’ το σκοτάδι στο φως, την αρχετυπική αυτή πράξη σωτηρίας που το φως κλείνεται σε συμβολικά κλειστούς χώρους, μήτρα-τάφος, αλλά δεν χάνεται στο βάθος τους. Αντίθετα φωτίζει την Άβυσσο

"Πάρθηκεν από Μάγους το σώμα του Μαγιού
το `χουνε θάψει σ’ ένα μνήμα του πέλαγου
σ’ ένα βαθύ πηγάδι το `χουνε κλειστό
μύρισε το σκοτάδι κι όλη η Άβυσσο"

Έτσι ο κάτω κόσμος φωτίζεται απ’το φως του επάνω κι ο επάνω κόσμος δέχτηκε το φως του κάτω κι έτσι οι δύο κόσμοι γίνονται ένα. Κι έτσι αλλάζει ο χώρος του "ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ" και η φυσική του μορφή γίνεται ένα με τη μεταφυσική, (Ηράκλειτος: "Άνω και κάτω οδός μία").
Στη συνέχεια, ο ποιητής θα μιλήσει και για τους ξένους και την επίδραση που από πάντα είχαν κι έχουν στον ελλαδικό χώρο

"Έφτασαν ντυμένοι ‘φίλοι’
αμέτρητες φορές οι εχθροί μου
και τα δώρα τους άλλα δεν ήτανε
παρά μόνο σίδερο και φωτιά"

αλλά τα στοιχεία του ελυτικού κόσμου: το φως, το χώμα, η μέλισσα, ο ζέφυρος, δεν έδεσαν με τους ξένους και τότε παρουσιάζεται η έννοια της προδοσίας στο ανάγνωσμα ΤΟ ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΜΕ ΤΙΣ ΤΣΟΥΚΝΙΔΕΣ όπου εκείνος με το ‘Σβυσμένο Πρόσωπο’ σήκωνε το δάχτυλο κι οι ώρες ανατρίχιαζαν στο μεγάλο ρολόϊ των αγγέλων. Κι απ’ το σημείο αυτό μέχρι και το ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΝ, που ο ποιητής θα παρουσιάσει το καινούργιο κόσμο, έχει να βιώσει τις πιο σκοτεινές στιγμές του, συμπεριλμβανομένης στο πέμπτο ανάγνωσμα, στην ΑΥΛΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ, της τραγωδίας του εμφυλίου πολέμου όταν

"και βαδίζαμε καταπάνου στον έναν ο άλλος, μη γνωρίζοντας ο ένας τον άλλο. Και σημάδευε κατά πατέρα ο γιος και κατ’ αδερφού μικρού ο μεγάλος...Μήνες τριάντα τρεις και πλέον βάσταξε το κακό"

τελικά ο ποιητής παρουσιάζει τον νέο κόσμο στο ΠΡΟΦΗΤΙΚΟ, το τελευταίο ανάγνωσμα, βασισμένο καθαρά στη γραφή, κι ειδικά στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, αλλά εδώ η προφητεία του ποιητή δεν έχει τίποτα να κάνει με τη φωτιά και την τιμωρία της Κόλασης, αντίθετα υπόσχεται

"την αλληλουχία των κρυφών νοημάτων

και

βλέπω ψηλά το Ερέχθειο των Πουλιών"

και στον νέο αυτόν κόσμο

"ο στερνός των ανθρώπων θα πει, ν’ αψηλώσουν τα χόρτα, η γυναίκα στο πλάι του σαν αχτίδα να βγεί. Και πάλι θα λατρέψει τη γυναίκα και θα την πλαγιάσει πάνου στα χόρτα καθώς του ετάχθη. Και θα λάβουμε τα όνειρα εκδίκηση και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων!"

Αμέσως μετά το ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΝ ο ποιητής πορεύεται σε νέα γη όπου τον ακολουθούν αιθέρια πλάσματα

"Σε χώρα μακρινή και αναμάρτητη τώρα πορεύομαι
τώρα μ’ ακολουθούν ανάλαφρα πλάσματα
με τους ιριδισμούς του πόλου στα μαλλιά"

Τώρα ο ποιητής αναγνωρίζει όλα τα σύμβολα του κακού που έχουν μεταμορφωθεί σε θετικά σύμβολα

"Τρίαινα με δελφίνι το σημάδι του Σταυρού
πύλη λευκή το ανόσιο συρματόπλεγμα"

κι είναι αυτό ο μύθος που καταλύει τον θάνατο και δικαιώνει τον χώρο-τόπο που είχε προσβληθεί απ’ το κακό κι ο ασβέστης είναι το υλικό που χρησιμοποιεί ο ποιητής για να ξαναλευκάνει το τοπίο

"Στον ασβέστη τώρα τους αληθινούς μου Νόμους
κλείνω κι εμπιστεύομαι"

κι είναι η κατάσταση της ψυχής του που θα καταγράψει και δημιουργεί έτσι όλες τις λευκές επιφάνειες της ύλης κι είναι ο ίδιος που θα καταλάβει το νόημα του συμβόλου αυτού. Και θα χαράξει στην πέτρα τον νέο νόμο

"Χτυπά η καμπάνα του μεσημεριού
κι αργά στις πέτρες τις πυρές χαράζονται τα γράμματα:
ΝΥΝ και ΑΙΕΝ και ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
Αιέν αιέν και νυν και νυν τα πουλιά κελαηδούν.
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το τίμημα."

Ακολουθεί το ΔΟΞΑΣΤΙΚΟΝ  που ο χώρος-τόπος ξαναγίνεται εδεμικός, κι είναι ο ελληνικός χώρος, τα νησιά, τα λουλούδια, τα κορίτσια, τα βουνά, τα δέντρα κι ανάμεσά τους το νόημα του άσπιλου που συνέλαβε ο ποιητής. Η υψηλότερη στιγμή του ποιήματος είναι όταν η έννοια του φονικού λαμβάνει υπερβατικό νόημα αφού φτάνει στο σημείο να διδάξει

"Αξιον εστί το χέρι που επιστρέφει
από φόνο φριχτό και τώρα ξέρει
ποιος αλήθεια ο κόσμος που υπερέχει"

Το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ είναι το ποίημα όπου τρία στοιχεία, ο χώρος, ο χρόνος, και η συνείδηση του ποιητή ξεκινούν για μια περιπέτεια στη διάρκεια της οποίας τα τρία αυτά στοιχεία ενεργούν, εξελίσσονται και αλληλοεπηρρεάζονται με τρόπο αδιάσπαστο. Ο χώρος-τόπος από εδεμικός κηλιδώνεται απ’ το φονικό, γίνεται ελλαδικός, βιώνει το κακό κατά τη διάρκεια των ΠΑΘΩΝ και καταλήγει μετά την κάθαρση στον εδεμικό ελλαδικό χώρο-τόπο. Με τον ίδιο τρόπο ο χρόνος από αρχετυπικός, πέραν του ανθρώπου, κηλιδώνεται απ’ το φονικό και γίνεται ιστορικός χρόνος που συνεπάγεται πάντα ένα τέλος αλλά μετά την κάθαρσή του ξαναγίνεται ο αρχετυπικός χρόνος που διέπει το ελληνικό τοπίο. Και η συνείδηση του ποιητή που από αγνή τη στιγμή της ΓΕΝΕΣΗΣ της κηλιδώνεται απ’ το φονικό και την ενοχή της φυλής, την ευθύνη του άλλου, και μετά την κάθαρσή της ξαναγίνεται η παρθενική συνείδηση, κάτασπρη σαν καλοκαίρι, που είχε πει στη ΓΕΝΕΣΗ.


*Μανώλης Αλυγιζάκης


 O Μανώλης Αλυγιζάκης, είναι ένας Ελληνο-Καναδός ποιητής, μεταφραστής και συγγραφέας. Είναι ο πιο πολυγραφέστατος συγγραφέας-ποιητής της ελληνικής διασποράς. Σε ηλικία έντεκα χρονών αντέγραψε το πασίγνωστο επικό-ρομαντικό ποίημα ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ που τελευταία εκδόθηκε σε περιορισμένο αριθμό 100 αριθμημένων αντιτύπων και είναι διαθέσιμο στην τιμή των 5.000 δολαρίων Καναδά για τους εκλεκτικούς συλλέκτες σπανίων βιβλίων. Το πιο ακριβό βιβλίο του είδους του στον κόσμο. Τελευταία έγινε επίτιμος καθηγητής και συνεργάτης τηςInternational Arts Academy και του απονεμήθηκε ο τιμητικός τίτλος Master of theArts in Literature. Ξεχωρίζει για τη δυνατότητά του να κομίζει εικόνες και ιδέες με πλούσιο και συνειρμικό τρόπο που αγγίζουν βαθιά τον αναγνώστη.  Γεννήθηκε στο χωριό Κολυμπάρι δυτικά από τα Χανιά της Κρήτης το 1947. Όταν ήταν σε παιδική ηλικία η οικογένεια του μετακόμισε πρώτα στη Θεσσαλονίκη και μετά στην Αθήνα όπου σπούδασε παίρνοντας πτυχίο Πολιτικών Επιστημών από το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία για δυο χρόνια κι ύστερα μετανάστευσε στο Βανκούβερ του Καναδά όπου ζει ως τώρα. Παρακολούθησε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Σάιμον Φρέιζερ για ένα χρόνο. Έχει γράψει τρία μυθιστορήματα, ένα μεγάλο αριθμό βιβλίων ποίησης που άρχισαν να εκδίδονται τα τελευταία χρόνια, αρκετά άρθρα, διηγήματα και μελέτες στα αγγλικά και στα ελληνικά που έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, ανθολογίες και εφημερίδες στον Καναδά, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, Μεγάλη Βρετανία, στην Αυστραλία, Ρουμανία, Αυστρία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Λίβανο, Σουηδία και στην Ελλάδα. Η ποίησή του έχει μεταφραστεί στη Ρουμανική γλώσσα, στη Σουηδική, στην Ουγγρική, στα Ισπανικά, στα Γαλλικά, στα Γερμανικά, στη Σερβική, στη Ρωσική γλώσσα. Μετά από χρόνια δουλειάς ως βοηθός σιδηρουργού, εργάτης στα τραίνα, ταξιτζής, και χρηματιστής πήρε σύνταξη και τώρα ζει σ’ ένα προάστιο του Βανκούβερ όπου και ασχολείται με το γράψιμο, τον κήπο του και με ταξίδια. Γύρω στο τέλος του 2006 ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο Libros Libertad με σκοπό την έκδοση λογοτεχνικών βιβλίων.



Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ — ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ




γράφει ο Μανώλης Αλυγιζάκης*

Ο Γιώργος Σεφέρης (1900-1971) αναμφισβήτητα ένας από τους γίγαντες της ελληνικής λογοτεχνίας και βραβευμένος με το Νόμπελ λογοτεχνίας το έτος 1963 κατάγεται από οικογένεια καλλιτεχνών. Ο πατέρας του ακαδημαϊκός, ο αδερφός του ποιητής, η αδερφή του ποιήτρια τον επηρέασαν θετικά και συνέβαλαν στη δημιουργική του ροπή που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1930 και κράτησε σαράντα χρόνια μέχρι το θάνατό του.
         Παρ’ όλο που η ποίησή του επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό απ’ την Κρητική λογοτεχνία του 16ου και 17ου αιώνα και τη δημιουργική χρήση της ελληνικής γλώσσας της εποχής εκείνης η ποίησή του διαφέρει απ’ την Κρητική στον τρόπο που χρησιμοποιεί τις διάφορες εικόνες, τους ήρωες και τους μύθους που προέρχονται απ’ την αρχαία Ελλάδα. Αν παρατηρήσει κανείς τον  Κωστή Παλαμά που αναφέρεται στην αντίθεση ανάμεσα στην αρχαία Ελλάδα «τους ανθρώπους των λειψάνων» που δέσποζαν στους ναούς και στα ελαιόφυτα της Αττικής και στο σύγχρονο λαό που «έρπεται αργά σαν κάμπια πάνω στο λευκό λουλούδι» ή τον Κωνσταντίνο Καβάφη που φέρνει στη μνήμη, ίσως ειρωνικά, ίσως ερωτικά, κάποια σκηνή απ’ την  αρχαία Αλεξάνδρεια ή τον Άγγελο Σικελιανό που ονειρεύεται να ξαναεγκαθυδρίσει ολόκληρο το πάνθεο των αρχαίων θεών και να γίνει ιεροφάντης των μυστηρίων ή το Γιώργο Σεφέρη που ψάχνει  με το Βασιλιά της Ασίνης τον σημαντικό ήρωα που πάλεψε με άλλους ήρωες κι ανακαλύπτει το ασήμαντο κενό της σύγχρονης ύπαρξης, ό,τι και να `ναι αυτό ο αρχαίος κόσμος μ’ όλες του τις πτυχές απορροφά τη φαντασία των σύγχοονων ποιητών ακατάπαυστα. Αυτή η ολοκληρωτική μέριμνα είναι καθ’ όλα φυσιολογική σε μια χώρα σαν την Ελλάδα που είναι ολόγιομη απ’ την πανάρχαια κληρονομιά αφού όπου κι αν βρεθεί κανείς θα συναντήσει «κομμάτια ζωής που κάποτε ήταν πλήρης». Ο Σεφέρης όπως και πολλοί απ’ τους σύγρονούς του ποιητές έχουν αντλήσει απ’ αυτή την αστέρευτη πηγή του ελληνικού πνεύματος.
         Το ποιητικό του έργο δεν θεωρείται μεγάλο σε σύγκριση με εκείνο του Γιάννη Ρίτσου ή ακόμα και με το έργο του Οδυσσέα Ελύτη, κι ο ποιητής μοιάζει συγκρατημένος, υπερεκλεπτυσμένος, φιλοσοφικός σ’ αντίθεση μ’ έναν πηγαίο ποιητή που προκαλεί στιγμιαία διέργεση ή ακόμα και μ’ έναν παιγνιδιάρη λυρικό που δημιουργεί εικόνες και ήχους σαν γάργαρο ποταμάκι που πάντα βιάζεται. Όμοια με πολλούς άλλους της εποχής του η ποίησή του εμπλουτίζεται από τον υπέροχο ελληνικό χώρο, τη γαλανή θάλασσα, τα νησάκια, τα «κρυφά περιγιάλια», τις ολόχρυσες αμμουδιές και πάνω απ’ όλα αυτά την πανάρχαια ομορφιά που αντιπροσωπεύουν τ’ αγάλματα και οι αρχαίοι ναοί. Η αγάπη του κι ο θαυμασμός του για το κάθε τι ελληνικό είναι παντού στο έργο του, ο τόπος άγονος, σκληρός και τιμωρούν, η γυμνή πανωραία ομορφιά, ο ήχος της θάλασσας στο ακρογιάλι των αναμνήσεών του απ’ τη γη των παιδικών του χρόνων, τα ψηλά γρανιτένια βουνά, η παράδοση και ο θρύλος, τα έθιμα κι ο αέναος αγώνας μα κι η καθημερνή πάλη του απλού ανθρώπου για τη βιοπάλη κι η διαιώνιση της ελληνικής γλώσσας  είναι τα στοιχεία που συναντούμε ξανά και ξανά.
         Συχνά συναντούμε στους στίχους του δυισμούς: νόστος-θάνατος, στην «Κίχλη», μύθος-ιστορία, στο «Μυθιστόρημα», νόστος-άλγος, στο γνωστό του ‘Γυρισμός του Ξενιτεμένου, όπου ο γυρισμός είναι μια τραυματική εμπειρία για τον ξενιτεμένο που δεν συναντά πια εικόνες της παιδικής του ηλικίας που έχουν εξαφανιστεί και αντικατασταθεί με την καθημερνή μικρότητα.
         Κι εδώ συναντούμε ξανά τις εικόνες που συχνά επαναλαμβάνονται στο έργο του οι πέτρες, τα μάρμαρα, τ’ αγάλματα, οι ναοί, εικόνες που συνδέουν τη σύγχρονη Ελλάδα με το δοξασμένο παρελθόν. Αυτές οι αναφορές αντιπροσωπεύουν τη ξακουστή ιστορία που παρ’ όλο που είναι στατική είναι επίσης ένδοξη και άξια θαυμασμού αλλά και ταυτόχρονα νεκρή κι ακίνητη σε αντίθεση με τον αγώνα του ποιητή που προσπαθεί να τα ξαναενώσει τους δυο αυτούς κόσμους μια η προσπάθεια που δεν είναι καθόλου επιτυχής. Αυτές οι εικόνες αναφέρονται στο μυθολογικό και ιστορικό βάρος που ο σύγχρονος Ελληνας υποβαστάζει στους ώμους του.
         Κριτικοί βρίσκουν κάποιαν ομοιότητα ανάμεσα στην ποίηση του Σεφέρη και του Έλλιοτ που ο Γιώργος Σεφέρης γνώρισε στο Λονδίνο. Επίσης κριτικοί υποδεικνύουν σημεία όπου το έργο του Σεφέρη διαποτίζεται από την Ευρωπαϊκή απαισιοδοξία της εποχής του μεσοπολέμου, /σώματα που δεν ξέρουν πια πώς ν’ αγαπήσουν/, /ο πανάρχαιος πόνος/ στοιχεία που σκιαγραφούν την ελληνική μοίρα. Αλλά πώς είναι δυνατόν κάποιος που έχει χάσει την πατρική του γη, τον τόπο που γεννήθηκε για πάντα να μη νιώθει απαισιόδοξος; Κι αυτή η εικόνα της απαισιοδοξίας πηγάζει απ’ την επίκαιρη Μικρασιατική τραγωδία του 1922, πρόσφατος πόνος που έζησε ο ποιητής κι όλος ο Ελληνισμός, αυτός ο καημός της Ρωμιοσύνης, ο ολοκάθαρα ελληνικός κάνει τη φωνή του ποιητή να ντύνεται μια ξάστερη ειλικρίνια επηρεασμένη απ’ τον πόλεμο, την καταστροφή, την εξορία-μετανάστευση των ημερών εκείνων. Είναι αυτή η βαθειά επίγνωση του ποιητή, άγνωστη τις περισσότερες φορές για κράτη με λιγόχρονη ιστορία και λιγότερο τραγική από την ιστορία της Ελλάδας, που βοηθά τον ποιητή Σεφέρη και τον οδηγεί στο μελαγχολικό κι απαισιόδοξο τόνο του.
        Η Ελληνική μυθολογία παίζει σπουδαίο ρόλο στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη, αλλά θα ήταν λάθος να ισχυριστούμε ότι είναι ένα ξεχωριστό αυτόνομο στοιχείο τη στιγμή που συνυφαίνεται με διάφορους άλλους ιστούς της ελληνικής δημιουργικότητας όπως η παράδοση, η λογοτεχνία κι ο μύθος στοιχεία που είναι σφιχτά δεμένα το ένα με το άλλο στο έργο του κι ο καθένας μπορεί να διαισθανθεί όλο το παρελθόν του ελληνισμού όπως αντιπροσωπεύεται στην ποίηση απ’ την εποχή του Ομήρου μέχρι τη σημερινή εποχή κι είναι ολοφάνερα στην ποίηση του Σεφέρη. Αναμφίβολα όταν κάποιος συλλαμβάνει τον ήχο της πλούσιας παραδοσιακής φωνής που έχει γαλουχηθεί απ’ τους ήχους της εξαίσιας ποίησης των αρχαίων χρόνων γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η φωνή του μεγάλου Σεφέρη είναι επίκαιρη κι ο συναισθηματισμός του ποιητή δεν στέκεται καθόλου μακριά απ’ αυτόν των ποιητών της αρχαίας εποχής και νοσταλγικά εμβαθύνει σε εικόνες του παρελθόντος για να ξεφύγει απ’ την παραζάλη της σημερινής ζωής καθώς το παρελθόν παρουσιάζεται για να φωτίσει τη σύγχρονη εικόνα.
         Με την έκδοση του βιβλίου «Μυθιστόρημα», το 1935, που θεωρείται το καλύτερό του έργο, ο ποιητής αφήνει πίσω του την προσκόλησή του σε ποιητικές φόρμες και τεχνικά στοιχεία των προηγούμενων βιβλίων του και καθαρά ελεύθερος δοκιμάζει να εκφράσει τον εσωτερικό του κόσμο με μεγαλύτερη άνεση χαρακτηριστικό ενός ώριμου ποιητή που βρίσκουμε στη δουλειά του ολοκάθαρους τόνους κι εκφράσεις, εικόνες δίχως στολίδια και καλλωπισμούς, τα χρώματα είναι απλά και οι εικόνες αραιότερες. Και σ’ αυτή την ώριμη ποίηση ο Σεφέρης συνδυάζει το ύφος της καθημερινής ομιλίας με το ρυθμό της παραδοσιακής χρήσης της γλώσσας με τρόπο που καταλήγει σε μια αρμονική συνύφανση πυκνότητας του λόγου. Κι υπάρχουν στιγμές που διακρίνουμε σε κάποιο επεισόδιο την ανάπτυξη μιας εικόνας απ’ το τοπικό ή ενδοχωρικό επίπεδο να προεκτείνεται ολοκάθαρα στο παγκόσμιο επίπεδο στοιχείο ωρίμνασης του ποιητή που υπερβαίνει απ’ τον ελληνικό χώρο στον παγκόσμιο.
         Αλλά όσο παγκόσμιο είναι το έργο του Σεφέρη άλλο τόσο είναι καθαρά ελληνικό κι η λατρεία του για κάθε τι ελληνικό είναι αναμφισβήτητη, χαρακτηριστικό στοιχείο για όλους όσους έχουν φύγει, ας θυμηθούμε ότι έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του μακριά απ’ την πατρίδα και σχεδόν όλη του τη ζωή μακριά απ’ τον αγαπημενο χώρο των παιδικών του χρόνων τη Σμύρνη. Επίσης είναι γνωστό ότι όλοι όσοι έχουν φύγει απ’ την πατρίδα κουβαλούν πάντα βαθειά στην καρδιά τους τον ελληνικό χώρο, τη γαλανή θάλασσα, τις υπέροχες ακρογιαλιές, τα γραφικά νησάκια, τον απλοϊκό άνθρωπο που πάντα σηκώνει στους ώμους του το βαρύ φορτίο του ένδοξου παρελθόντος και προσπαθεί μερικές φορές ανέλπιδα να συνδυάσει το υπέροχο αρχαίο με το απαισιόδοξο σημερινό στοιχείο που βουτηγμένο στο μοντέρνο τρόπο ζωής του καταναλωτισμού και την απόκτηση υλικών αγαθών παραβλέπει τον πλούτο που του έχουν εμπιστευθεί οι Μοίρες και μετατρέπεται σε μια έννοια παράλογη και άγευστη.


*O Μανώλης Αλυγιζάκης, είναι Ελληνο-Καναδός ποιητής, μεταφραστής και συγγραφέας.

Βανκούβερ, Καναδά, Φεβρουάριος 2016




Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

Ο Ελληνο-Καναδός ποιητής και συγγραφέας Μανώλης Αλυγιζάκης

Ένα μικρό πορτρέτο του ελληνοκαναδού πολυμεταφρασμένου ποιητή-συγγραφέα και μεταφραστή  Μανώλη Αλυγιζάκη. Ακολουθεί μια συζήτηση με την Νότα Χρυσίνα για την λογοτεχνία που μάς αφορά καθώς η καρδιά της Ελλάδας χτυπάει και στον παγωμένο Καναδά! 





ΘΕΑ

Πανοραμική θέα
απ’ τ’ ανατολικό παράθυρό σου

προς την πλατεία που
τ’άγαλμα του Ερμή ολόγυμνο

γυαλίζει στη λιακάδα
κι αισθάνεσαι την προτροπή

να τρέξεις και να το σκεπάσεις
μ’ ένα ολόασπρο σεντόνι

αλέκιαστο από της νύχτας
το οργασμικό τραγούδι

ντροπή τ’ αθώα μάτια των παιδιών
να τόνε δουν

μ’ ολάνοιχτα τα μάτια και
με την ανεπαίσθητή του στύση
VIEW
Panoramic view
through your eastern window

towards the plaza where
the naked statue of Hermes

gleams in the sunlight
and you feel the urge

to run and cover it with
a white bed-sheet

unstained from last night’s
orgasmic song

shame that young innocent
children see him

with his wide open eyes
and his discernible erection


ΗΧΩ

Άνοιξε το παράθυρό της.
Γυναίκας δύναμη
ευφρόσυνη
που με συντάραξε

και στη μνήμη μου έφερε

παραδείσια φιλιά

κι ονειρεύτηκα να συλλάβω

τον ήχο μιας σταγόνας
μες στην ομίχλη
αόρατη που έπεφτε
στο συντριβάνι της πλατείας.

Γεια σου ζωή, εδώ κι εγώ.

Πλιτς!

ECHO

She opened her window. 
Powerful feminine
exhilarating gesture
that shook me

memory rekindled

paradisiacal kisses

I dreamed of capturing

the echo of a raindrop
falling through fog 
into the plaza fountain.

Greetings, oh life, here I am.

Splash!




ΜΥΗΣΗ

Ονειρεμένη εικόνα
ασυνόρευτη του πεύκου
διαλογισμός και αχλή αφή
δαχτύλων και πνοών
που ζουν θεσπέσιους ήχους

κι εγώ στα μάτια σου
ψάχνω να βρω
σε δάκρυ
ασύλληπτη
τη μύηση του χρόνου


INITIATION

Dreamy image
borderless
of a cypress in meditation
feathery touch
of fingers and breaths
heavenly sounds
experienced

and in your eyes
I want to discover
in your teardrop
inconceivable
the cryptic
initiation of time












Κύριε Αλιγιζάκη είσθε έλληνας του εξωτερικού. Συνέβαλε η νοσταλγία της πατρίδας στην επιθυμία να γράψετε;
 Μια από τις μεγαλύτερες επιρροές στο γραψιμό μου είναι η νοσταλγία, η έλλειψη, αφού ζω τόσα χρόνια μακριά απ’ τα πάτρια χώματα. Πιστεύω όμως ότι η έλλειψη αυτή συνέβαλε θετικά στη δημιουργική μου πορεία γιατί μ’ έκανε να ξαναζήσω και να φέρω στο φως εικόνες γλυκές, εικόνες τρυφερές, εικόνες που μετουσιώνουν την καθημερνότητα και μας φέρνουν πιο κοντά στον πραγματικό μας εαυτό. Επίσης πιστεύω ότι ο μετανάστης που έχει ζήσει σε δυο τόπους έχει κατά κάποιο τρόπο αντικαταστήσει ένα πράγμα με κάτι άλλο όπως έχω γράψει σε κάποιο ποίημά μου
                    
                     Με χέρια μυρωμένα στης Σαντορίνης αλαφρόπετρα
                 και στου Θεοδωράκη τα τραγούδια, με κρασοπότηρο μισογεμάτο
                 διάλεξα τις δυο πατρίδες, μα σαν διαπίστωσα αδύνατο
                 έτσι να ζω πως ήταν ακρωτηρίασα τα δυο μισά
                 και σαν αντάλλαγμα γεμάτου στομαχιού εδέχτηκα το προδομένο
                 ηλιοβασίλεμα και την πικρή τη νοσταλγία

Οι μνήμες της πατρίδας σας της Κρήτης, με το ιδιαίτερο τοπίο αλλά και την μουσικότητα της γλώσσας, σάς έχουν επηρεάσει στον τρόπο γραφής;
 Χωρίς καμιά αμφιβολία όλα όσα φέρνουμε μαζί μας, καταγωγή, ρίζες, ιστορίες, παράδοση, όλα αυτά είναι που εκφράζουμε κι εγώ δεν είμαι εξαίρεση του κανόνα αυτού. Παντού υπάρχουν τα στοιχεία αυτά και παντού στη δημιουργική μου πορεία θα υπάρχουν όσος καιρός και να περάσει στην ξένη χώρα. Αφού ξένη είναι για μένα και ξένη θα είναι για πάντα.

Ποιο είδος γραφής με το οποίο ασχοληθήκατε σας δυσκόλεψε περισσότερο;
 Από πάντα μου άρεσε ο ελεύθερος στίχος και ποτέ δεν δοκίμασα να γράψω σε κάποια άλλη μορφή. Πιστεύω ακράδαντα στην ελευθερία του στιχουργού να αφήσει να ρέουν τα συναισθήματά του και οι εικόνες δίχως να τον κωλύουν τα σχετικά μέτρα και σταθμά. Είναι σα να λέμε ελεύθερος στίχος ή βολεμένος σε κάποιο λούκι. Προτιμώ τον ελεύθερο.

Έχετε βοηθηθεί από την ελληνική κοινότητα στον Καναδά;
 Καθόλου. Ο ελληνισμός, ο οργανωμένος ελληνισμός, οι Κοινότητες δεν είναι καθόλου πνευματικοί φορείς, όσο κι αν αποζητούν να αποκαλούν τον εαυτό τους έτσι. Είναι απλά χριστιανικοί οργανισμοί υποδουλωμένοι στο πρωτόκολο της Αρχιεπισκοπής Καναδά και διοικούμενοι κάθε άλλο παρά με το σκοπό να προωθήσουν και να διαιωνίσουν τον πνευματικό ελληνισμό. Αφού ο καθαρά πνευματικός ελληνισμός είναι ολοκληρωτικά εναντίον του συστήματος της εκκλησίας και ιδιαίτερα στο εξωτερικό που ζω εγώ. Ο έλληνας του εξωτερικού έφυγε από την Ελλάδα για να βρει κάποιο καλύτερο τρόπο ζωής από οικονομική άποψη, δεν τον ενδιαφέρει η λογοτεχνία, ούτε και οι τέχνες σε γενικές γραμμές. Πόσο μάλλον όταν έχει επάνω του και την εκκλησία που απαιτεί να διατηρούνται τα χριστιανικά έθιμα όχι απαραίτητα και ο πνευματικός τομέας του έλληνα. Ο έλληνας του εξωτερικού γνωρίζει μόνο τα ελληνικά πανηγύρια και τις χοροεσπερίδες. Ο έλληνας του εξωτερικού γνωρίζει το σουβλάκι, τα πανηγύρια, τις εκκλησιαστικές γιορτές, κι αυτά προωθούν στον ξένο που νομίζει ότι η Ελλάδα δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας τόπος γλεντιού.

Πώς αντιμετωπίζουν οι έλληνες τρίτης και τέταρτης γενιάς την ελληνική γλώσσα; Διαβάζουν ελληνική λογοτεχνία;
 Πολύ λίγο. Τα περισσότερα παιδιά ελλήνων στο εξωτερικό δεν μιλούν καλά τα ελληνικά κι αν τα μιλούν τα περισσότερα δεν ξέρουν να γραφουν ή να διαβάζουν ελληνικά. Κι εδώ ο κύριος λόγος είναι αν οι γονείς δεν ενδιαφέρονται για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία πώς είναι δυνατόν να μεταβιβάσουν κάτι στα παιδιά τους. Ναι, υπάρχουν ελληνικά σχολεία, ήμουν μάλιστα και δάσκαλος στα ελληνικά σχολεία της κοινότητας του Βανκούβερ για μερικά χρόνια, αλλά το όλο σύστημα, η όλη οργάνωση των σχολείων ήταν στα χέρια ανεκπαίδευτων γονέων που ήταν οι εκάστοτε γραμματείς και σύμβουλοι των Κοινοτήτων. Ποιο μπορεί νάταν το αποτέλεσμα! 

Τι θα θέλατε να πείτε στους έλληνες για την γλώσσα και την παιδεία σε σχέση με την κρίση που βιώνουμε;
  Να προσπαθήσει ο έλληνας να διατηρήσει τον πνευματικό άνθρωπο και να τον εμπεδώσει στη νέα γεννιά με κάθε τρόπο. Να συνεχιστεί αυτό το υπέροχο δημιουργικό ελληνικό πνεύμα να δημιουργεί και όχι μόνο στον οικονομικό τομέα αλλά πρώτιστα στον ανθρωπιστικό και καλλιτεχνικό χώρο. Αυτό ελπίζω κι εύχομαι να είναι το ελληνικό μέλλον.








Βιογραφικο Σημείωμα Μανώλη Αλυγιζάκη

O Μανώλης Αλυγιζάκης, είναι ένας Ελληνο-Καναδός ποιητής και συγγραφέας. Τελευταία έγινε επίτιμος καθηγητής και συνεργάτης της International Arts Academy και του απενεμήθη ο τιμητικός τίτλος Master of the Arts in Literature. Ξεχωρίζει για τη δυνατότητά του να κομίζει εικόνες και ιδέες με πλούσιο και συνειρμικό τρόπο που αγγίζουν βαθειά τον αναγνώστη. 
Γεννήθηκε στο χωριό Κολυμπάρι δυτικά από τα Χανιά της Κρήτης το 1947. Όταν ήταν σε παιδική ηλικία η οικογένεια του μετακόμισε πρώτα στη Θεσσαλονίκη και μετά στην Αθήνα όπου εσπούδασε παίρνοντας πτυχίο Πολιτικών Επιστημών από το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία για δυο χρόνια κι ύστερα μετανάστευσε στο Βανκούβερ του Καναδά όπου ζει ώς τώρα. 
Παρακολούθησε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Σαϊμον Φρεϊζερ για ένα χρόνο. Έχει γράψει τρία μυθιστορήματα, ένα μεγάλο αριθμό βιβλίων ποίησης που άρχισαν να εκδίδονται τα τελευταία χρόνια, αρκετά άρθρα, διηγήματα και μελέτες στα αγγλικά και στα ελληνικά που έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, ανθολογίες και εφημερίδες στον Καναδά, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, Μεγάλη Βρεττανία, στην Αυστραλία, Ρουμανία, Αυστρία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Σουηδία και στην Ελλάδα. 
Η ποίησή του έχει μεταφραστεί στη Ρουμανική γλώσσα, στη Σουηδική, στην Ουγγρική, στα Ισπανικά, στα Γαλλικά, στα Γερμανικά, στη Ρώσικη γλώσσα. Μετά από χρόνια δουλειάς ως βοηθός σιδηρουργού, εργάτης στα τραίνα, ταξιτζής, και χρηματιστής πήρε σύνταξη και τώρα ζει σ’ ένα προάστιο του Βανκούβερ όπου και ασχολείται με το γράψιμο, τον κήπο του και με ταξίδια. Γύρω στο τέλος του 2006 ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο Libros Libertad με σκοπό την έκδοση λογοτεχνικών βιβλίων. 




Διακρίσεις και Βραβεία

~Βραβείο Dr. Asha Bhargava Memorial Award, Writers International Network Canada, 2014

~Γιώργου Σεφέρη-Άπαντα, Βραχεία Λίστα στα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας, 2014, στην κατηγορία Μετάφραση.

~1ο διεθνές βραβείο ποίησης για τη μετάφρασή του “Γιώργος Σεφέρης-Άπαντα”, 2013

~Master of the Arts in Literature, International Arts Academy

~1ο βραβείο ποίησης, 7ος ετήσιος διαγωνισμός Βόλου, 2012

~Βachelor of Arts in Literature, International Arts Academy, 2012

~Honorary Instructor and fellow, International Arts Academy, 2012

~2ο βραβείο ποίησης, Inetrartia Festival, 2011

~3o βραβείο διηγήματος, Inetrartia Festival, 2011



Βιβλία στα Αγγλικά

Autumn Leaves, poetry, Ekstasis Editions, 2014
Ubermensch/Υπεράνθρωπος, poetry, Ekstasis Editions, 2013
Mythography, paintings and poetry, Libros Libertad, 2012
Nostos and Algos, poetry, Ekstasis Editions, 2012
Vortex, poetry, Libros Libertad, 2011
The Circle, novel, Libros Libertad, 2011
Vernal Equinox, poetry, Ekstasis Editions, 2011
Opera Bufa, poetry, Libros Libertad, 2010
Vespers, poetry by Manolis paintings by Ken Kirkby, Libros Libertad, 2010
Triptych, poetry, Ekstasis Editions, 2010
Nuances, poetry, Ekstasis Editions, 2009
Rendition, poetry, Libros Libertad, 2009
Impulses, poetry, Libros Libertad, 2009
Troglodytes, poetry, Libros Libertad, 2008
Petros Spathis, novel, Libros Libertad, 2008
El Greco, poetry, Libros Libertad, 2007
Path of Thorns, poetry, Libros Libertad, 2006
Footprints in Sandstone, poetry,
Authorhouse, Bloomington, Indiana, 2006
The Orphans - an Anthology, poetry,
Authorhouse, Bloomington, Indiana, 2005

Μεταφράσεις στην Αγγλική Γλώσσα

Idolaters,by Ioanna Frangia, a novel, Libros Libertad, 2014

Tasos Livaditis-Selected Poems, poetry,  Libros Libertad, 2014

Yannis Ritsos-Selected Poems,poetry, Ekstasis Editions, 2013

Cloe and Alexandra,poetry, Libros Libertad, 2013

George Seferis-Collected Poems,poetry, Libros Libertad, 2013

Cavafy-Selected Poems, Ekstasis Editions, 2011
Yannis Ritsos-Poems, edited by Apryl Leaf, Libros Libertad, 2010
Constantine P. Cafavy - Poems, edited by George Amabile, Libros Libertad, 2008


Βιβλία σε άλλες γλώσσες
Eszmelet, (Hungarian), poetry by Manolis Aligizakis, translated into Hungarian by Karoly Csiby, AB-ART, Bratislava, Slovakia, 2014
Ιερόδουλες, ποίηση, Σαιξπηρικόν, Θεσσαλονίκη, 2014
Υπεράνθρωπος, ποίηση, Εκδόσεις Ένεκεν, Θεσσαλονίκη, 2014
Ubermensch, (translated into German by Enikoe Thiele Csekei), poetry, WINDROSE, Austria, 2014
Nostos si Algos, (translated into Romanian by Lucia Gorea), poetry, DELLART, Cluj-Napoca, Romania, 2013
Τολμηρές Ανατάσεις, ποίηση, Γαβριηλίδης, Αθήνα 2013
Φυλλορροές, ποίηση, Εκδόσεις Ένεκεν, Θεσσαλονίκη, 2013
Εαρινή Ισημερία, ποίηση, Εκδόσεις Ένεκεν, Θεσσαλονίκη, 2011
Στρατής  Ρούκουνας, μυθιστόρημα, Εκδόσεις Αριστείδη Μαυρίδη, Αθήνα, 1981



Έχουν γραφτεί για τον Μανώλη Αλιγιζάκη: