Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016

Bloomsday: Η «Οδύσσεια» του κυρίου Μπλουμ


Οι παροικούντες τη λογοτεχνική «Ιερουσαλήμ» γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο ιρλανδός συγγραφέας Τζέιμς Τζόυς (1882-1941) έχει τους πιο πιστούς και φανατικούς οπαδούς από κάθε άλλο ομότεχνό του. Οι λέσχες θαυμαστών του δραστηριοποιούνται σε περισσότερες από 60 χώρες του κόσμου και κάθε χρόνο πραγματοποιούν πληθώρα εκδηλώσεων για την προώθηση του έργου του.
Κεντρική θέση στις εκδηλώσεις κατέχει η Bloomsday, που δίνει αφορμή για λογοτεχνικές συζητήσεις και μία καλή δικαιολογία για καμιά «Γκίνες» παραπάνω. «Bloomsday» σημαίνει η «Ημέρα του Μπλουμ» και ο Λεοπόλδος Μπλουμ είναι ο ήρωας του μυθιστορήματος του Τζόις «Οδυσσέας», που θεωρείται ίσως το κορυφαίο μυθιστόρημα του 20ου αιώνα.
Ο Μπλουμ είναι ένας καθημερινός δουβλινέζος που ζει τη δική του Οδύσσεια, στη διάρκεια ενός εικοσιτετραώρου. Μία και μόνη μέρα, η 16η Ιουνίου 1904, ήταν αρκετή στον ήρωα του μυθιστορήματος να αποκομίσει τόσες εμπειρίες, όσες δεν είχε αποκτήσει ποτέ στη ζωή του. Το βιβλίο του παρακολουθεί τις διαδρομές του Μπλουμ, ώρα με την ώρα, στους δρόμους, τα καταστήματα, τις παμπ, τις εκκλησιές και τα σπίτια με τα «κόκκινα φανάρια» του Δουβλίνου.
Επίκεντρο των εορτασμών κάθε χρόνο στις 16 Ιουνίου αποτελεί το Δουβλίνο, με λογοτεχνικές και παραλογοτεχνικές εκδηλώσεις, που περιλαμβάνουν αναγνώσεις του «Οδυσσέα», συμπόσια για τον Τζόυς, διαγωνισμούς με σωσίες του συγγραφέα, περιηγήσεις στις τοποθεσίες όπου εκτυλίσσεται το μυθιστόρημα και άφθονη κατανάλωση αλκοόλ στα εκατοντάδες μπαράκια του Δουβλίνου.
Πολλοί θαυμαστές του «Οδυσσέα» ακολουθούν τη διαδρομή του Λεοπόλδου Μπλουμ. Το μεσημέρι θα σταματήσουν για ένα ποτηράκι κρασί και ένα σάντουιτς με Γκοργκοντζόλα στο μπαρ του Ντέιβι Μπερν, όπως έκανε ο Μπλουμ, ενώ το απόγευμα θα περάσουν από το ξενοδοχείο Όρμοντ για ένα ποτήρι μπύρα, όπως ακριβώς έκανε και ο ήρωας στο κεφάλαιο των «Σειρήνων».
Τα χρόνια που πέρασαν από το 1904 έχουν αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια τους στο Δουβλίνο. Το σπίτι του Μπλουμ στον αριθμό 7 της Εκλις Στριτ δεν υπάρχει, ενώ η συνοικία με τα «κόκκινα φανάρια», που πρωταγωνιστεί στο κεφάλαιο της «Κίρκης», έχει κατεδαφιστεί.
Ο Τζέιμς Τζόυς είναι πλέον ένα ποπ είδωλο... Ως τέτοιο τον αντιμετωπίζουν οι συμπατριώτες του και βεβαίως ως πηγή συναλλάγματος. Ο ίδιος, όμως, δεν έτρεφε τα καλύτερα αισθήματα για τη συντηρητική Ιρλανδία: «Πόσο άρρωστος, άρρωστος, άρρωστος είμαι στο Δουβλίνο. Είναι η πόλη της αποτυχίας, της μνησικακίας και της δυστυχίας. Θα φύγω πολύ μακριά!» παραπονιόταν σε κάποια επιστολή του το 1909. Έφυγε κι έζησε τα τελευταία 30 χρόνια της ζωής του, έως το 1941 που πέθανε, σε πολλά μέρη της Ευρώπης: Τεργέστη, Ρώμη, Ζυρίχη και Παρίσι, όχι όμως στο Δουβλίνο.
Ο «Οδυσσέας» θεωρείται από την πλειονότητα των ειδικών ως το κορυφαίο μυθιστόρημα του 20ου αιώνα, για την ιδιάζουσα χρήση της γλώσσας και τους νεωτερισμούς που ενσωμάτωσε στο κλασσικό μυθιστόρημα του 19ου αιώνα. Γράφτηκε από τον Τζέιμς Τζόυς το 1922, αλλά στα ελληνικά κυκλοφόρησε σε ολοκληρωμένη μορφή μόλις το 1990, από τις εκδόσεις «Κέδρος», σε μετάφραση Σωκράτη Καψάσκη.
Για όσους κινδυνέψουν να χαθούν στο λαβύρινθο των 820 σελίδων του «Οδυσσέα», υπάρχει ο «μίτος της Αριάδνης», στο βιβλίο του Άρη Μαραγκόπουλου «Οδυσσέας. Οδηγός Ανάγνωσης», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κέδρος».




Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου














































Εκτός από τα ιπποτικά-ερωτικά μυθιστορήματα έχουμε την εποχή αυτή και διάφορες διηγήσεις. Μια από αυτές είναι και η 
Διήγησις Αλεξάνδρου του Μακεδόνος έμμετρη διασκευή του 1388, σε αρχαία γλώσσα, του ελληνιστικού μυθιστορήματος του Ψευδο-Καλλισθένη. Της έμμετρης αυτής διασκευής έχουμε μια παραλλαγή στη δημοτική (1529) και μια πεζή διασκευή την ίδια περίπου εποχή. Η Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου είναι η τελευταία πεζή διασκευή, δημοτικότερη στο ύφος και τη γλώσσα, που κυκλοφορούσε σε φτηνές λαϊκές εκδόσεις από το 1680 περίπου ως τις μέρες μας και έγινε εξαιρετικά αγαπητό λαϊκό ανάγνωσμα. Περιέχει τις πιο περίεργες και θαυμαστές διηγήσεις γύρω από τη μορφή του Μακεδόνα βασιλιά που τα κατορθώματά του πέρασαν στη σφαίρα της λαϊκής μυθολογίας.
«Ο Αλέξανδρος του μύθου αυτού», γράφει ο Α. Α. Πάλλης, «δε μοιάζει πια παρά πολύ αμυδρά με τον Αλέξανδρο της ιστορίας. Τα πραγματικά περιστατικά της ζωής του πνίγονται μέσα σε πυκνό και φοβερό ρουμάνι φανταστικών άθλων και περιπετειών. Ο στρατηλάτης Αλέξανδρος μεταβάλλεται σ' ένα μυθολογικό ήρωα που συνενώνει τα χαρακτηριστικά πολλών μυθικών προσώπων παλαιότερων και νεοτέρων εποχών».

Ο Αλέξανδρος με ενδυμασία Βυζαντινού αυτοκράτορα επιθεωρεί το στράτευμά του 
(μικρογραφία από τον κώδικα του μυθιστορήματος του Αλεξάνδρου - 14ος αιώνας) (πηγή)

Περί των τόπων του σκότους
Μισεύοντας δε από το νησί των Μακάρων επερπατούσαν ημέρες δέκα. Και ηύραν έναν κάμπον πλατύν και μέγαν και εις την μέσην του ήτον ένα χάος βαθύ και πλατύ, οπού εκρατούσεν από μίαν άκραν έως την άλλην, και δεν ημπορούσαν να απεράσουν. Και επρόσταξεν ο Αλέξανδρος και έκαμεν ένα γεφύρι πολλά μεγάλον και εδιάβηκεν με ταφουσάτα του, εις την μέσην δε του γεφυριού έγραψεν τα παρόντα γράμματα: «Διά προσταγής Αλεξάνδρου του βασιλέως εκτίσθη το παρόν, και εδιάβη με τα φουσάτα του,όντας εξήλθεν εκ της γης των Μακάρων».
 Ύστερον δε από εκεί επεριπατούσαν ημέρες τέσσαρες και ήλθαν εις την σκοτεινήν γην. Και εκεί όρισεν ο Αλέξανδρος και ήφεραν φοράδες οπού είχαν πουλάρια μικρά. Και άφηκαν τα πουλάρια έξω και εσέβησαν εις το σκότος και επεριπάτησαν έως είκοσι τέσσαρες ώρες. Και εκεί εδιαλάλησαν εις όλον το φουσάτον ότι πας εις να πεζεύσει να πάρει από το χώμα της γης εκείνης. Και όσοι επήραν όταν εξέβησαν έξω, είδαν το χώμα και ήτον όλον χρυσάφι. Και επικράνθηκαν πως δεν επήραν περισσόν. Και απ' αυτού επεριπάτησεν ημέρας τεσσάρας. Και εσυναπάντησεν ο Αλέξανδρος δύο πουλία ανθρωποπρόσωπα, κατά πολλά εύμορφα, τα οποία του εμίλησαν με ανθρωπίνην φωνήν και είπαν: Αλέξανδρε, διατί πειράζεις τον Θεόν; Και θέλει σε οργισθεί εις τον έρημον τόπον να χαθείς και εσύ και το φουσάτον σου όλον. Μόνον κάμε ετούτο οπού σου λέγομεν και γύρισε οπίσω δεξιά και σύρε πάλιν να ακολουθήσεις τους συνηθισμένους σου πολέμους, ότι καρτερεί σε και ο βασιλεύς της Ινδίας να πολεμήσετε. Και εγύρισε δεξιά ο Αλέξανδρος και επεριπάτησεν ημέρας οκτώ. Και φθάνοντας εις μίαν λίμνην ετέντωσε να αναπαυθεί. Και οι μάγειροι άρχισαν διά να μαγειρεύσουν και επήραν και έβαλαν στεγνά οψάρια πολλά εις την λίμνην και άφηκάν τα ολίγον να βραχούν και αυτά ανέζησαν και έφυγαν εις την λίμνην.
Και ως ήκουσεν ο Αλέξανδρος πως ανέζησαν τα οψάρια, εθαύμασε και εξεπλάγη. Και όρισε και εκολύμβησαν όλα τα φουσάτα του με τα άλογα τους μέσα εις την λίμνην και εδυναμώθησαν από τον κόπον τον πολύν. Και απ' αυτού επεριπάτησεν ημέρας δύο και ήλθεν εις άλλην λίμνην, οπού είχε το νερόν γλυκύ ωσάν ζάχαρη. Και εσέβη ο Αλέξανδρος να κολυμβήσει και ήλθεν επάνω του ένα οψάρι μέγα. Και αυτός έφυγεν έξω και το οψάριον κυνηγώντας τον εξέβη έξω. Και αυτός το εκαβαλίκευσε και εσκότωσέ το. Και είπε και έσχισάν το και ευρήκεν μέσα του ένα λιθάρι πολύτιμον· και ήτον ωσάν χηνάριον αυγόκαι έλαμπεν ώσπερ τον ήλιον. Και όρισε και έβαλάν το εις το φλάμπουρόν του και εβαστούσαν το εις τον Αλέξανδρον ομπροστά ωσάν φανάρι. Και απ' εκεί ήλθαν εις άλλην λίμνην και έπεσαν να αναπαυθούν. Και όταν εβραδίασεν εξέβησαν από εκείνην την λίμνην γυναίκες και έλεγαν τραγούδια πολλά εύμορφα, εις τόσον οπού ο νους του ανθρώπου επαίρνετο. Και ως ομοιάζει, εκείνες ήτον οι αναράιδες, οπού λέγουν την σήμερον. Και απ' αυτού επεριπάτησαν ημέρας εξ και ήλθον εις έναν τόπον οπού ήτον λόγκος μέγας. Και εκεί εξέβησαν αλογάνθρωποι πολλοί κατεπάνω του φουσάτου, οι οποίοι από την μέσην και απάνω ήτον άνθρωποι, από δε την μέσην και κάτω ήτον άλογα. Και ήτον όλοι τοξότες και το ξιφάρι της σαΐτας ήτον από λίθον αδαμάντινον. Και σίδερον δεν είχαν παντελώς και ήτον πολλά ογλήγοροι ωσάν πετούμενα. Και ως τους είδεν ο Αλέξανδρος, είπε των Μακεδόνων: Ας κάμομεν μίαν πονηρίαν, να πιάσομεν απ' αυτούς να τους πάρομεν εις την Μακεδονίαν δια θαύμα. Και επρόσταξε να κάμουν λάκκους, να τους σκεπάσουν με καλάμι χοντρό. Και απέστειλεν ανθρώπους να τους παρακινήσουν εις πόλεμον, και αυτοί μην ηξεύροντες την πονηρίαν των ανθρώπων έπεσαν εις τους λάκκους. Και εσκότωσαν δώδεκα χιλιάδες και επήραν και ζωντανούς και τους ημέρωσαν άλλες έξι χιλιάδες. Και ηθέλησαν να τους εβγάλουν εις τον κόσμον. Και τόσον ήτον ογλήγοροι, ότι δεν τους εγλίτωνε τίποτας. Και όπου και αν ετόξευαν, δεν αστοχούσαν. Και τους έδωκεν ολωνών άρματα ο Αλέξανδρος και τους ετοίμαζεν, διά να τους έχει βοηθούς εις τους ερχόμενους πολέμους. Οπόταν δε εξέβησαν εις τον κόσμον, κατά τύχην εφύσησεν άνεμος κρύος και απόθαναν όλοι. Μετά δε εξήντα ημέρας ήλθαν εις την Ηλιούπολιν και εσέβηκαν εις ένα ναόν και επροσκύνησαν εις τον οποίον ευρήκεν ο Αλέξανδρος γράμματα οπού έδειχναν τον θάνατον του και ελυπήθη πολλά. Και απ' αυτού εσηκώθησαν και επεριπάτησαν ημέρας δέκα. Και ηύραν ανθρώπους μονοπόδαρους και είχαν ουράν ωσάν πρόβατα. Και επίασαν πολλούς απ' αυτούς και ήφεράν τους εις τον Αλέξανδρον. Και ο Αλέξανδρος τους ερώτησε λέγων: Πώς είστε αυτού; Και αυτοί του είπαν: Αλέξανδρε βασιλεύ, ελεημονήσουκαι άφες μας, ότι διά αδυναμίαν μας ήλθαμεν εδώ και εκρύφθημεν. Και ακούοντας ταύτα τα λόγια ο Αλέξανδρος τους άφησε διά να πηγαίνουν. Και επηδούσαν από λιθάρι εις λιθάρι και άρχισαν να περιγελούν τον Αλέξανδρον και έλεγαν: Ο Αλέξανδρος όλον τον κόσμον επήρε τον με την φρονιμάδα του και ημείς τον εγελάσαμεν και μας άφηκεν, οπού το κρέας μας είναι νοστιμότερον από όλα τα πετούμενα και τετράποδα και το κουφάρι μας γέμει πολύτιμα λιθαρόπουλα και χοντρό μαργαριτάρι και το πετζί μας σίδερον δεν το απερνά. Και ως ήκουσεν ο Αλέξανδρος, εγέλασεν και είπε: Ο άνθρωπος από την γλώσσαν του χάνει το κεφάλι του. Και ευθύς όρισε και αρματώθηκαν διακόσιες χιλιάδες καβαλαραίοι με λαγωνικά και πάρδους και ζαγάρια. Και ετριγύρισαν όλον το βουνί και απόλυσαν τα ζαγάρια και τους πάρδους και τα λαγωνικά και επίασάν τους και τους ήφεραν όλους εις τον Αλέξανδρον. Και όρισε και έσφαξαν τους. Και τους έγδαραν και εστέγνωσαν τα πετζία τους και ευρήκαν εις το σκάφος τους πλούτον αναρίθμητον από πολύτιμα λιθαρόπουλα και μαργαριτάρι. Και όρισε τους Πέρσας και έφαγαν το κρέας τους. Και έλεγαν ότι να ήτον νοστιμότερον από όλα τα πετεινά και τετράποδα. Και απ' αυτού επεριπάτησεν ημέρας εξ και ήλθεν εις το σύνορον της Ινδίας και εξέβη εις τον κόσμον. Είχε δε μήνας εξ αφού είδεν τα γράμματα εις την Ηλιούπολιν οπού έδειχναν διά τον θάνατον του, και πάντοτε ήτον λυπημένος. Και εκεί εθυμήθη τους μονοποδάρους και εγέλασε. Και είδαν οι Μακεδόνες και εχάρησαν και εγέλασαν και αυτοί. Και την πίκραν οπού είχεν ο Αλέξανδρος δεν την ήξευραν. 'Εμαθεν δε ο Πώρος, ο βασιλεύς της Ινδίας, ότι ήλθεν ο Αλέξανδρος εις το σύνορόν του και του έγραψεν επιστολήν.

φουσάτο: στράτευμα.
όντας: όταν.
πας εις: καθένας.
θέλει σε οργισθεί: θα οργιστεί μαζί σου.
τεντώνω: κατασκηνώνω (για στράτευμα).
χηνάριο αυγό: αυγό χήνας.
ξιφάρι της σαΐτας: η αιχμή του βέλους.
ελεημονήσου μας: λυπήσου μας.
ζαγάρι: κυνηγετικό σκυλί.
πάρδος: λεοπάρδαλη.
σκάφος: κουφάρι.

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

Γιώργος Θεοτοκάς (1905-1966)

Πηγή:http://gym-koimis.ser.sch.gr/downloads/astropeleki/theotokas_giorgos.html




Ηλίας Βενέζης
Όταν πρωτοδιάβασα την Αργώ του Θεοτοκά ήμουν στα πρώτα χρόνια της εφηβείας μου, όταν τη λογοτεχνία την προσλαμβάνεις περισσότερο με την καρδιά παρά με το μυαλό. Είχα μια θετική εικόνα χωρίς να τη θυμάμαι καλά-καλά και περίμενα να μου δοθεί μια ευκαιρία να την ξαναπιάσω, ώριμος πια. Η αφορμή δόθηκε όταν πρόσφατα η Λέσχη μας την πρόκρινε για ανάγνωση και συζήτηση.

Ο Θεοτοκάς ανήκει στη λογοτεχνική γενιά του '30 μαζί με τους Μυριβήλη, Βενέζη, Κοσμά Πολίτη, Καστανάκη, Καραγάτση, Τερζάκη, κ.α. Η Αργώ είναι το πρώτο του μυθιστόρημα και κυκλοφόρησε σε δύο τόμους, ο πρώτος το 1933 κι ο δεύτερος το 1936. Είναι ένα μυθιστόρημα ιδεών και λιγότερο προσώπων. Ο κεντρικός άξονας είναι η οικογένεια Νοταρά, ο καθηγητής της Νομικής Θεόφιλος Νοταράς και οι τρεις γιοι του, Νικηφόρος, Αλέξης και Λίνος. Παράλληλα με αυτούς κινούνται διάφορα άλλα πρόσωπα: ο Δαμιανός Φραντζής, νέος κομουνιστής από την Πόλη, ο Μανόλης Σκυριανός, πρόεδρος του φοιτητικού σωματείου η Αργώ, ο φιλόδοξος πολιτικός Παύλος Σκινάς και η γυναίκα του, Όλγα, ερωμένη του Νικηφόρου Νοταρά, η Μόρφω, μήλο της έριδος ανάμεσα στους δύο φίλους Αλέξη και Μανόλη, και πολλοί ακόμη δευτερεύοντες χαρακτήρες.
Ήλιος
Ένα από τα αγαπημένα μυθιστορήματα του Γιώργου Θεοτοκά είναι και η «ΑΡΓΩ».

Η Αργώ 
είναι το πρώτο του μυθιστόρημα και κυκλοφόρησε σε δύο τόμους, ο πρώτος το 1933 κι ο δεύτερος το 1936.
(
http://el.wikipedia.org/wiki/Αρχείο:Η Αργώ, εξώφυλλο (1936).jpg )
Γιώργος Θεοτοκάς
Γιώργος Θεοτοκάς
Η πλοκή δεν έχει κάποια συνεκτική αφηγηματική γραμμή. Αντίθετα, διασπάται ακολουθώντας τις παράλληλες ιστορίες των διαφόρων προσώπων που πότε εφάπτονται και πότε απομακρύνονται. Είναι φανερό πως για τον Θεοτοκά οι ατομικές ιστορίες δεν είναι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Η εστίαση μετατοπίζεται προς το ιστορικό γίγνεσθαι του Ελληνισμού, όχι γενικά αλλά σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το τέλος της Μεγάλης Ιδέας και τα πολιτικά πράγματα των αρχών της δεκαετίας του '30. Η τριτοπρόσωπη αφήγηση βοηθάει τονΘεοτοκά να κρατήσει αποστάσεις από τους ήρωές του, να τους δει αντικειμενικά, υιοθετώντας όμως την οπτική γωνία αυτού που κάθε φορά έρχεται στο προσκήνιο. Πολλές φορές διακρίνουμε στην αφήγηση έναν ιδιότυπο "διάλογο" ανάμεσα στις απόψεις του συγγραφέα και του ήρωα. Αυτό καταλήγει συνήθως σε μια λεπτή ειρωνεία αλλά και συμπάθεια απέναντι στα μυθιστορηματικά πρόσωπα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο Θεοτοκάς, φιλελεύθερος αστός ο ίδιος, ενστερνίζεται τις απόψεις των χαρακτήρων που περιγράφει. 
Στην Αργώ δεν υπάρχουν καλοί και κακοί - τα πιστεύω τους απορρέουν από την κοινωνική τους θέση και την ιδιοσυγκρασία τους.

Ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα του μυθιστορήματος είναι οι ζωηρότατες ρεαλιστικές περιγραφές του, με αποκορύφωμα τις σκηνές πλήθους, που αντίστοιχές τους μόνο στο μεγάλο ευρωπαϊκό μυθιστόρημα (Φλομπέρ, Ουγκό, Τολστόι, κλπ.) συναντάς. Ίσως αυτό να μην ισοφαρίζει την έλλειψη μιας συνεκτικής μυθιστορηματικής σύνθεσης, αλλά σίγουρα τον αναγνώστη θα τον συναρπάσει η πάλη των ιδεών που τόσο μοιάζει με του σήμερα, η καθαρή, ρέουσα γλώσσα και η ιστορική αίσθηση που διαπερνά το σύνολο του έργου.

Η κατάληξη της Αργώς είναι αντίστοιχη με το πνεύμα που διακατέχει το σύνολο του έργου: η ήττα της Μεγάλης Ιδέας δεν οδήγησε σε ένα καινούργιο εθνικό στόχο. Η Ιστορία μοιάζει να μην έχει νόημα. Έτσι κι η Αργώ - επιτρέψτε μου τη μεταφορά - πλέει ξυλάρμενη στα πέλαγα του κόσμου σε μιαν Οδύσσεια χωρίς τέλος, με τους Αργοναύτες νεκρούς, απογοητευμένους ή ξεχασμένους στις αγκαλιές της Καλυψώς (πχ. του Παρισιού). Το καθήκον (το "χρέος") που βρίσκει ως διέξοδο ένας από τους ήρωες είναι ίσως ένας λόγος ύπαρξης στον μικρόκοσμο που καλείται να ζήσει κανείς όταν οι μεγάλες ιδέες πεθαίνουν. Αυτό, κι η Τέχνη. 
( Παναγιώτης Αλεξανδρίδης ) 

greenbullet
greenbullet
greenbulletΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ : Εργογραφία
ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ : Βιογραφικό(1905-1966)
Ο Γιώργος Θεοτοκάς γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, γιος του δικηγόρου Μιχαήλ Θεοτοκά και της Ανδρονίκης το γένος Νομικού. Στην Κωνσταντινούπολη τέλειωσε το Ελληνογαλλικό Λύκειο και το 1922 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου.
χχ
Το 1925 εκλέχτηκε Γενικός Γραμματέας της δημοτικιστικής οργάνωσης Φοιτητική Συντροφιά (για τη δράση του κινδύνευσε το 1926 να αποβληθεί από το Πανεπιστήμιο) και υποδέχτηκε τον Γιάννη Ψυχάρη στη Χίο. Μετά την αποφοίτησή του (1927) έφυγε για τρία χρόνια στο Παρίσι και το Λονδίνο. Στο Λονδίνο έγραψε το πρώτο του βιβλίο Ελεύθερο Πνεύμα, που θεωρήθηκε ως το μανιφέστο της γενιάς του Τριάντα (δημοσιεύτηκε στην Αθήνα το 1929). Το 1929 επέστρεψε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως δικηγόρος και δημοσίευσε πολλά κείμενά του στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Μετά την αποφοίτησή του (1927) έφυγε για τρία χρόνια στο Παρίσι και το Λονδίνο. Στο Λονδίνο έγραψε το πρώτο του βιβλίο Ελεύθερο Πνεύμα, που θεωρήθηκε ως το μανιφέστο της γενιάς του Τριάντα (δημοσιεύτηκε στην Αθήνα το 1929). Το 1929 επέστρεψε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως δικηγόρος και δημοσίευσε πολλά κείμενά του στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Το 1940, αν και αγύμναστός, κατατάχτηκε ως εθελοντής, αποπέμφθηκε, επανακατατάχθηκε τον Μάρτιο του 1941, εκπαιδεύτηκε αλλά τελικά δεν πολέμησε. Το 1948 παντρεύτηκε τη φιλόλογο Ναυσικά Στεργίου, η οποία πέθανε το 1959. Το 1952 ταξίδεψε στην Αμερική, το 1955 έθεσε υποψηφιότητα στις βουλευτικές εκλογές στο νομό Χίου, χωρίς επιτυχία.
Γιώργος Θεοτοκάς
Το 1966 παντρεύτηκε την ποιήτρια Κοραλία Ανδρεάδη. Πέθανε τον ίδιο χρόνο στην Αθήνα.
Συνεργάστηκε με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά και με την εφημερίδα Το Βήμα, ενώ υπήρξε επίσης μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Εποχές. Υπήρξε συνιδρυτής του περιοδικού Νέα Γράμματα (1935). Διετέλεσε διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου (1945-1946 και 1951-1952) και πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Θ.Β.Ε. Εκπροσώπησε την Ελλάδα στις διεθνείς συναντήσεις της Γενεύης και στο Διεθνές Συνέδριο του Εδιμβούργου. Ταξίδεψε σε πολλές χώρες και έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες. Τιμήθηκε με το βραβείο πεζογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών (1939 για το μυθιστόρημα Το δαιμόνιο) και το Α' Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου (1957 για το έργο του Τα προβλήματα του καιρού μας). Ο Γιώργος Θεοτοκάς τοποθετείται στη γενιά του '30, της οποίας υπήρξε ένα από τα πολυγραφότερα πρόσωπα. Ασχολήθηκε με την πεζογραφία, το θέατρο, την ποίηση, το δοκίμιο, την κριτική , την ταξιδιωτική λογοτεχνία. Με το έργο του έθεσε τις βάσεις της θεωρίας της γενιάς του Τριάντα για την ελληνικότητα, η οποία πηγάζει παράλληλα από την ελληνική παράδοση (αρχαιοελληνική, βυζαντινή, λαϊκός πολιτισμός) αλλά και από την ευρωπαϊκή παράδοση και σύγχρονη πραγματικότητα. Ο αφηγηματικός του λόγος επηρεάστηκε έντονα από την ελληνική πεζογραφική δημιουργία του 19ου αιώνα. Από τα έργα του σημειώνουμε ως ορόσημα τον Λεωνή, τους Ασθενείς και οδοιπόρους, το Δαιμόνιο και την Αργώ. 1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Γιώργου Θεοτοκά βλ. Αργυρίου Αλεξ. - Γεωργουσόπουλος Κώστας, «Θεοτοκάς Γιώργος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Γιαλουράκης Μανώλης, «Θεοτοκάς Γιώργος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας7. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Τζιόβας Δημήτρης, «Χρονολόγιο Γιώργου Θεοτοκά», Διαβάζω137, 12/2/1986, σ.8-11 και Αράγης Γιώργος, «Γιώργος Θεοτοκάς», Η Μεσοπολεμική πεζογραφία . Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Δ΄, σ.8-81. Αθήνα, Σοκόλης, 1992.
Πάνω μέρος
ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ : Ενδεικτική Βιβλιογραφία
. Αθανασιάδης Τάσος, «Ανιχνεύσεις στην πεζογραφία του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία131, ετ.ΞΣΤ΄, 1η/2/1992, αρ.1550, σ.145-149.
. Αράγης Γιώργος, «Γιώργος Θεοτοκάς», Η Μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Δ΄, σ.8-81. Αθήνα, Σοκόλης, 1992.
. Αργυρίου Αλεξ. - Γεωργουσόπουλος Κώστας, «Θεοτοκάς Γιώργος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985.
. Βαρίκας Βάσος, «Δοκίμια και μελέτες. Γιώργου Θεοτοκά: Πνευματική πορεία (μελέτες)», και «Άνθρωποι εν πολέμω. Γιώργου Θεοτοκά: Ασθενείς και οδοιπόροι», Συγγραφείς και κείμεναΑ΄ (1961-1965), σ.57-59 και 226-230. Αθήνα, Ερμής, 1975 (πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα Το Βήμα, 10/12/1961 και 30/8/1964).
. Βασιλικός Βασίλης, «Ανεπίδοτο γράμμα στον Γιώργο Θεοτοκά», Η λέξη119, 1-2/1994, σ.4-9.
. Βίττι Μάριο, Η γενιά του τριάντα, σ.311-324. Αθήνα, Ερμής, 1977.
. Δημαράς Κ.Θ., Ο Γιώργος Θεοτοκάς και το Ελεύθερο Πνεύμα. 1973.
. Καραντώνης Αντρέας, «Γιώργος Θεοτοκάς», Πεζογράφοι και πεζογραφήματα της γενιάς του '30, σ.64-127. Αθήνα, Παπαδήμας, 1977.
. Καραντώνης Ανδρέας, «Γιώργος Θεοτοκάς», Φυσιογνωμίες· Τόμος δεύτερος, σ.288-315. Αθήνα, Παπαδήμας, 1977.
. Κοκκινάκη Νένα Ι., Η ανήσυχη αναζήτηση και η δικαίωση· Ξαναδιαβάζοντας Γιώργο Θεοτοκά. Αθήνα, Δόμος, 1996.
. Κωνσταντουλάκη-Χάντζου Ιωάννα (επιμέλεια-εισαγωγή), Γιώργος Θεοτοκάς - Νικόλας Κάλας. Μια αλληλογραφία. Αθήνα, Πρόσπερος, 1989.
. Μητσάκης Κάρολος, «Γιώργος Θεοτοκάς», Νεοελληνική πεζογραφία· Η γενιά του '30, σ.49-53. Αθήνα, Ελληνική Παιδεία, 1977.
. Μητσάκης Κάρολος, «Γιώργος Θεοτοκάς», Νεοελληνική πεζογραφία. Η γενιά του '30, σ.49-53. Αθήνα, Ελληνική Παιδεία, 1977.
. Μητσάκης Κάρολος, Νεοελληνική πεζογραφία - η γενιά του '30. Αθήνα, 1977. . Μοσχονάς Εμμ.Ι., Βιβλιογραφία Γιώργου Θεοτοκά. Αθήνα, 1978.
. Νιάρχος Θανάσης Θ., Κριτική για το Η ορθοδοξία στον καιρό μας, Διαβάζω2, 3-4/1976, σ.50-51.
. Ορφανίδης Νίκος, «Σεφέρης - Θεοτοκάς και Κύπρος του 1954 . Τα κείμενα και ένα σχόλιο στην Αλληλογραφία», Ακτή28, Φθινόπωρο 1996, ετ.Ζ΄, σ.459-470.
. Παναγιωτόπουλος Ι.Μ., «Γιώργος Θεοτοκάς», Τα πρόσωπα και τα κείμεναΒ΄, σ.81. Αθήνα, 1943.
. Πανσέληνος Α., Η παράξενη φιλία μας με το Γιώργο Θεοτοκά . ανάτυπο από το περιοδικό Η Συνέχεια5, 7/1973. Αθήνα, 1978.
. Πενά Νικολαΐς, «Κοινωνικές και πολιτικές απόψεις του Γ.Θεοτοκά στο μυθιστόρημα Αργώ», Πόρφυρας56 (Κέρκυρα), 1-3/1991, σ.145-150.
. Σαββίδης Γ.Π. - Πιερής Μιχάλης (επιμέλεια), Σημαίες στον ήλιο. Αθήνα, Ερμής, 1985.
. Σαχίνης Απόστολος, Αναζητήσεις της νεοελληνικής πεζογραφίας στη μεταπολεμική εικοσαετία, σ.95-96 και 125-126. Αθήνα, 1945.
. Σαχίνης Απόστολος, Η σύγχρονη πεζογραφία μας, σ.40-44 και 209-214. Αθήνα, Ίκαρος, 1951.
. Richer Renee, «Το νόημα και η μοίρα του έργου του Γ.Θεοτοκά», Η λέξη119, 1-2/1994, σ.10-17.
Αφιερώματα περιοδικών . Χιακή Επιθεώρησις13, ετ.Ε΄, 1-2/1967.
. Νέα Εστία94, ετ.ΜΖ΄, 1η/12/1973, αρ.1114.
. Νέα Εστία94, ετ.ΜΖ΄, Χριστούγεννα 1973, αρ.1115, σ.236-353.
. Τομές12, ετ.1, 12/1975.
. Διαβάζω137, 12/2/1986.
. Τετράδια Ευθύνης26, 1986.
1. Για αναλυτική εργογραφία και βιβλιογραφία Γίωργου Θεοτοκά βλ. Μοσχονάς Εμμ.Ι., Βιβλιογραφία Γιώργου Θεοτοκά. Αθήνα, 1978.
Πάνω μέρος
Εργογραφία
(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)
Ι. Πεζογραφία
. Αργώ Α΄ - Β΄. Αθήνα, Πυρσός, 1936 (και οριστική μορφή σε έναν τόμο Αθήνα, Πυρσός, 1936).
. Ευριπίδης Πεντοζάλης και άλλες ιστορίες. Αθήνα, Πυρσός, 1937.
. Το δαιμόνιο· Μυθιστόρημα. Αθήνα, Πυρσός, 1938.
. Λεωνής. Αθήνα, Πυρσός, 1940.
. Ιερά Οδός. Αθήνα, Ίκαρος, 1950.
. Ασθενείς και οδοιπόροι Α΄ - Β΄. Αθήνα, Φέξης, 1964.
. Οι καμπάνες. Αθήνα, Εστία, 1970.
ΙΙ. Δοκίμιο
. Διγενής, Ορέστης, Ελεύθερο πνεύμα. Αθήνα, Ράλλης, 1929.
. Εμπρός στο κοινωνικό πρόβλημα. Αθήνα, Πυρσός, 1932.
. Στο κατώφλι των νέων καιρών. Αθήνα, Ίκαρος, 1945.
. Δοκίμιο για την Αμερική. Αθήνα, Ίκαρος, 1954.
. Προβλήματα του καιρού μας. Αθήνα, Ίκαρος, 1956.
. Η εθνική κρίση. Αθήνα, Θεμέλιο, 1966.
. Η ορθοδοξία στον καιρό μας. Αθήνα, Οι εκδόσεις των Φίλων, 1975.
. Πολιτικά κείμενα. Αθήνα, Ίκαρος, 1976.
. Στοχασμοί και θέσεις · Πολιτικά κείμενα 1925-1966Α΄ (1925-1949). Αθήνα, Εστία, 1996
. Στοχασμοί και θέσεις · Πολιτικά κείμενα 1925-1966Β΄ (1950-1966). Αθήνα, Εστία, 1996
ΙΙΙ. Ποίηση
. Ποιήματα του μεσοπολέμου. Αθήνα, Ίκαρος, 1944 (περιλαμβάνονται οι δύο πρώτες ποιητικές συλλογές του Φύλλα ημερολογίου και Φύλλα ημερολογίου ΙΙ και οι δύο του 1934).
ΙV. Θέατρο
. Θέατρο. Αθήνα, Άλφα, 1944.
. Ο τελευταίος πόλεμος· Δράμα μονόπρακτο. Ανάτυπο από το περ. Εποχές, 1965.
. Θέατρο1· Το τίμημα της λευτεριάς (Κατσαντώνης) · Έργο σε τρεις πράξεις. Αθήνα, Εστία, 1958.
. Θέατρο2· Συναπάντημα στην Πεντέλη ·Κωμωδία σε τρεις πράξεις. Αθήνα, Εστία, 1958.
. Θέατρο3· Το γεφύρι της Άρτας · Έργο σε πέντε πράξεις. Αθήνα, Εστία, 1959 (έκδοση β΄, αναθεωρημένη).
. Θέατρο4· Αλκιβιάδης · Έργο σε τρεις πράξεις και επτά εικόνες. Αθήνα, Εστία, 1959.
. Η άκρη του δρόμου· Δράμα σε τρεις πράξεις και πέντε εικόνες. Αθήνα, Φέξης, 1963.
. Θεατρικά Α΄ - Νεοελληνικό λαϊκό θέατρο (Αντάρα στ' Ανάπλι, Το γεφύρι της Άρτας, Όνειρο του Δωδεκάμερου, Το κάστρο της Ωριάς, Το παιχνίδι της τρέλας και της φρονιμάδας, Συναπάντημα στην Πεντέλη, Το τίμημα της λευτεριάς). Αθήνα, Εστία, 1965.
. Θεατρικά Β΄ - έργα διάφορα (Πέφτει το βράδυ, Αλκιβιάδης, Ο τελευταίος πόλεμος, Λάκκαινα, Σκληρές ρίζες, Η άκρη του δρόμου). Αθήνα, Εστία, 1967.
. Το παιχνίδι της τρέλας και της φρονιμάδας - Το κάστρο της ώριας. Αθήνα, Ίκαρος, 1947 (στη σειρά Θέατρο, αρ.ΙΙ).
V. Ταξιδιωτικά κείμενα
. Ταξίδι στη Μέση Ανατολή και στο Άγιο Όρος. Αθήνα, Φέξης, 1961.
. Ταξίδια (Περσία, Ρουμανία, Σοβιετική Ένωση, Βουλγαρία). Αθήνα, Εστία, 1971.
VΙ. Άλλα κείμενα
. Ώρες αργίας. Αθήνα, Εστία, 1931.
. Ημερολόγιο της Αργώς και του Δαιμόνιου. Αθήνα, Πυρσός, 1939.
. Τετράδια ημερολογίου (1939-1953) · Εισαγωγή, επιμέλεια Δ. Τζιόβας. Αθήνα, Εστία, 1987.
. Γιώργος Θεοτοκάς & Γιώργος Σεφέρης, Αλληλογραφία (1930-1966)· Φιλολογική επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδης. Αθήνα, Ερμής, 1975.
. Μια αλληλογραφία (με το Νικ. Κάλας). Αθήνα, Πρόσπερος, 1989.
. Σημαίες στον ήλιο· Ο Λεωνής του 1940 με το ημερολόγιο εργασίας του Λεωνή και τα διηγήματα της Παιδικής Ηλικίας· Φιλολογική έκδοση με εικόνες φροντισμένη από τους Γ.Π. Σαββίδη και Μιχάλη Πιερή. Αθήνα, Ερμής, 1985. 1. Για αναλυτική και βιβλιογραφία Γιώργου Θεοτοκά βλ. Μοσχονάς Εμμ. Ι., Βιβλιογραφία Γιώργου Θεοτοκά. Αθήνα, 1978.
Πηγή :  www.ekebi.gr

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016

Ο μεταφραστής Λορεντζάτος


Ολο το μεταφραστικό έργο ενός από τους σημαντικότερους διανοούμενους της γενιάς του ’30. Ποιήματα του Πάουντ, του Μπλέικ, του Οντεν, του Γέιτς και άλλων, που διαβάζονται σαν πρωτότυπα κείμενα

Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος στην Πάρο το 1956, φωτογραφημένος από τον Ανδρέα Εμπειρίκο




Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος - με όλα τα θετικά και τα αρνητικά του - ανήκει ασφαλώς στις προσωπικότητες της Γενιάς του '30. Εκτός από το δοκιμιακό, και το μεταφραστικό του έργο, παρότι μικρό σχετικά, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Με τη συγκέντρωση τώρα όλων των μεταφράσεών του σε ένα βιβλίο οι νεότεροι αναγνώστες έχουν τη δυνατότητα και να εκτιμήσουν την ποιότητά τους και να τις συσχετίσουν με τις ποιητικές αναζητήσεις της μεταπολεμικής εποχής.

Ο Λορεντζάτος μετέφρασε την Κατάη (παλαιό όνομα της Κίνας) του Εζρα Πάουντ, τους Γάμους του Ουρανού και της Κόλασης του Γουίλιαμ Μπλέικ, τα Ξένια του Μοντάλε, ένα ποίημα του Οντεν, ένα του Χέλντερλιν, ένα του Γέιτς, ένα της Ζιμπόρσκα και τα δοκίμια του Πόου Η φιλοσοφία της συνθέσεως, Η ποιητική αρχή (όχι ολόκληρη) και το Εύρηκα.



Η «Κατάη» του Πάουντ
Η καλύτερη μετάφραση είναι, κατά τη γνώμη μου, αυτή της Κατάης του Εζρα Πάουντ, που το ιστορικό της συνιστά ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια του μοντερνισμού: 

Το 1908 η χήρα του αμερικανού καθηγητή της ιαπωνικής τέχνης Ερνεστ Φενολόζα παρέδωσε στον Πάουντ μέρος από τα κατάλοιπα του συζύγου της (προκειμένου να τα επιμεληθεί), ανάμεσα στα οποία υπήρχαν τα προσχέδια μεταφράσεων κινέζων ποιητών καθώς και ένα δοκίμιο με τίτλο The Chinese Written Character as a Medium for Poetry. Τα ποιήματα, που τους έδωσε οριστική μορφή ο Πάουντ, και - κυρίως - το δοκίμιο του Φενολόζα υπήρξαν η αιτία να γεννηθούν πλήθος παραξηγήσεις όσον αφορά τον χαρακτήρα και τη λειτουργία της γλώσσας στην κινεζική ποίηση και την ανάπτυξη της θεωρίας του Πάουντ ότι η σύγχρονη ποίηση θα πρέπει να ορίζεται από τρία βασικά χαρακτηριστικά: τη λογοποιία(που τη συναντούμε στην αρχαία ελληνική ποίηση), τη μελοποιία (όπως εκφράζεται στην ποίηση των τροβαδούρων) και τη φανοποιία (το κύριο, κατά τη γνώμη του, γνώρισμα στην ποίηση της Κίνας). Δηλαδή τον λόγο, τη μουσική και την εικόνα.

Η θεωρία συγκίνησε πολλούς - και ταλαιπώρησε άλλους τόσους. Ο Φενολόζα μετέφρασε τα ποιήματα προφανώς από τα γιαπωνέζικα (αφού άλλωστε τον ποιητή Λι Πο τον μεταφράζει ως Ριχάκου, που είναι το όνομά του στα γιαπωνέζικα). Οταν ο Λορεντζάτος μεταφράζει την Κατάη το 1948, τον ονομάζει στον πρόλογό του κι εκείνος Ριχάκου - για να το διορθώσει στο υστερόγραφο. Στη δεύτερη έκδοση μάλιστα δεν χαρακτηρίζει τον Φενολόζα «σινολόγο» (όπως στην πρώτη) αλλά - σωστά - «αμερικανό σοφό φίλο της τέχνης»).

Επιμένω στα παραπάνω, γιατί η Κατάη ήταν ένα βιβλίο που συγκίνησε όχι μόνο τον Λορεντζάτο αλλά και τον Σεφέρη, ο οποίος πρωτομετέφρασε ένα από τα ποιήματά της, το Γράμμα ξενιτεμένου.

Οι μεταφράσεις αυτές είναι από τις καλύτερες που έχουμε στη γλώσσα μας και μπορεί να τις απολαύσει κανείς και σήμερα, όπως κι όταν πρωτοκυκλοφόρησαν στα ελληνικά πριν από 64 χρόνια, αγνοώντας κάποια σφάλματα στην εισαγωγή του Λορεντζάτου. Λ.χ. τα κινέζικα ιδεογράμματα δεν είναι 10.000, όπως γράφει, αλλά πολύ περισσότερα. Ο ακριβής αριθμός τους δεν μπορεί να προσδιοριστεί, όμως οι πάντες συμφωνούν πως ξεπερνούν τις 40.000. Επιπλέον, μόνο τα παλαιά κινέζικα υπήρξαν μονοσυλλαβική γλώσσα - όχι τα σύγχρονα. Αλλά πώς να το ξέρει αυτό ένας Ελληνας το 1948, όταν τα ιδεογράμματα απλοποιούνται έναν χρόνο αργότερα και καθιερώνεται το σύστημα pinyin όσον αφορά τη μεταγραφή τους σε λατινικούς χαρακτήρες;


Ο Φενολόζα παρέσυρε τον Πάουντ και μαζί του κι άλλους Δυτικούς που πίστεψαν ότι τα κινέζικα είναι μια «οπτική» γλώσσα. Αλλά από την παρεξήγηση αυτή προέκυψε ένα θαυμαστό αποτέλεσμα: οι μεταφράσεις της Κατάης ανήκουν στα καλύτερα ποιήματα του Πάουντ και οι μεταφράσεις των μεταφράσεων αυτών στα ελληνικά από τις ωραιότερες, γιατί ο Λορεντζάτος τις μετέφρασε ως πρωτότυπα κείμενα.


«Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης»
Το δεύτερο σημαντικό μεταφραστικό επίτευγμα του Λορεντζάτου είναι Οι γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης (1953) του Μπλέικ. Η γλώσσα είναι και στις δύο περιπτώσεις ιδιωματική. Δικαιούται όμως κάποιος να αρνηθεί γι' αυτό την ποιητικότητά της και να ψέξει τον μεταφραστή; Ενας τέτοιος ψόγος είναι πρωθύστερος, δεδομένου ότι οι μεταφράσεις έγιναν σε μια εποχή όπου έτσι, λίγο-πολύ, έγραφαν οι λογοτέχνες μας.

Στη μετάφραση της ποίησης η αίσθηση του ρυθμού και η μουσικότητα αποτελούν βασικά προαπαιτούμενα. Ο Λορεντζάτος μπορεί να γράφει για «γιοφύρια», για «κιτάπια» και άλλα συναφή που να μη μας αρέσουν σήμερα, πουθενά όμως δεν θα βρει κανείς «φάλτσα», απλούστατα γιατί διέθετε ποιητικό αφτί κι όχι εκείνο που οι Αγγλοσάξονες αποκαλούν tin ear («τενεκεδένιο αφτί»). Οσο για την εισαγωγή του στους Γάμους του Ουρανού και της Κόλασης, ασφαλώς και είναι αναγκαίο να διαβαστεί κριτικά. Δεν ισχύουν πολλά από τα όσα λέει, όπως το ότι «μέσα στην ιστορία του αγγλικού πολιτισμού ο Γουλιέλμος Μπλέικ είναι μόνος του, σαν τον Προμηθέα στον βράχο». Διότι οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης γράφτηκαν ως απάντηση στις θεωρίες του Σβέντενμποργκ, τις οποίες ο Λορεντζάτος ασφαλώς και γνώριζε, δεδομένου μάλιστα ότι ο φίλος του Γιώργος Σεφέρης χρησιμοποιεί τη φράση «Les anges sont blancs», που προέρχεται από το μυθιστόρημα του Μπαλζάκ Λουί Λαμπέρ, ως τίτλο ενός ποιήματός του.

Ο Λουί Λαμπέρ επίσης είναι βιβλίο βαθύτατα επηρεασμένο από τις θεωρίες του Σβέντενμποργκ, ο οποίος υποστήριζε πως ο Θεός τού χάρισε την ικανότητα να επισκέπτεται ελεύθερα την Κόλαση και τον Παράδεισο και να μαρτυρεί τι είδε εκεί. Ο Μπλέικ χρησιμοποιεί - ειρωνικά - τον ίδιο τίτλο που χρησιμοποίησε και ο Σβέντενμποργκ σε ένα βιβλίο του γραμμένο στα λατινικά 33 χρόνια πριν από το αντίστοιχο του Μπλέικ.

Ομολογώ πως δεν έχω πάψει να εκπλήσσομαι από τον τρόπο με τον οποίο ο Ζήσιμος Λορεντζάτος συνδέει στην πρόζα του τα ανόμοια, ιδίως όσα αφορούν τον δυτικό πολιτισμό για τον οποίο είχε τεράστιες γνώσεις. Οι μεταφράσεις του όμως παραμένουν εξαιρετικές. Είναι αληθινά ποιήματα.