Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΑΝΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΑΝΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 28 Μαΐου 2016

"Η ευγλωττία της κοινής γλώσσας" Ντάντε Αλιγκιέρι



                                                                        Η ευγλωττία της κοινής γλώσσας
                                                                                               De Vulgari Eliquentia
                                                                                                                 Συγγραφείς:   Ντάντε Αλιγκιέρι

Το μικρό και ημιτελές βιβλίο του Δάντη για τη δημοτική ­αυτή είναι η κοινή, η vulgaris­ γλώσσα σημαίνει πράγματα πολύ σημαντικότερα από όσο μας επιτρέπει το δέμας και η χωλότητά του να υποθέσουμε. Πρόκειται, πρωτίστως, για το σχετικό με τη λογοτεχνική γλώσσα θεωρητικό καταστάλαγμα ενός συγγραφέα που έμελλε να ταυτισθεί με την ενιαία λαλιά ενός πολιτικά κατακερματισμένου έθνους. Πέραν τούτου, όμως, αποτέλεσε και αποτελεί όργανο, όργανο δε αριστοτελείας κατασκευής, όχι μόνο στα χέρια των συγγραφέων της Ιταλίας αλλά και τρόπον τινά στα χέρια των εθνικών συγγραφέων της Ευρώπης που εβίωνε σκληρά τον λατινικό Μεσαίωνα. Είναι ­θα λέγαμε­ το άτυπο μανιφέστο τους.

Το έργο αυτό ο Δάντης το έγραφε στα πρώτα χρόνια της εξορίας του, μεταξύ 1304 και 1307, χωρίς ποτέ να το τελειώσει, όπως δεν τελείωσε ποτέ και το Συμπόσιο, έργο της ίδιας εποχής. Από την απλή περιδιάβαση των αράδων του συνάγεται ότι το έργο αυτό είχε σχεδιασθεί να αποτελείται από τέσσερα βιβλία. Το πρώτο βιβλίο είναι το γενικό προοίμιο· στα 14 κεφάλαια του μη ολοκληρωθέντος δεύτερου βιβλίου εξετάζεται το ζήτημα της χρήσης της δημοτικής γλώσσας στην ποίηση, σε συνδυασμό πάντοτε με τα στοιχεία που συνθέτουν το ποιητικό ύφος. Εικάζεται ότι στο τρίτο βιβλίο θα γινόταν λόγος για τη χρήση της δημοτικής γλώσσας στην πεζογραφία και στο τέταρτο βιβλίο για τη χρήση της σε άλλα είδη λόγου. Πιθανόν να υπήρχε και ένα πέμπτο ­σύντομο­ βιβλίο δίκην επιλόγου.

Το πρόβλημα της γλώσσας στην ποίηση, που απασχολεί τον μεγάλο Φλωρεντινό, δεν εστιάζεται στην εκάστοτε συγκεκριμένη χρήση της· αυτή τη θεωρεί δεδομένη, από αυτήν ξεκινά ο ίδιος να διανοείται. Τον Δάντη τον απασχολεί η τελειότατη χρήση της δημοτικής γλώσσας ως απότοκο της εγγενούς μεν, πλην αφάνερης ευγένειας και των εξαιρετικών ιδιοτήτων σημειώσεως και σημάνσεως που τη χαρακτηρίζουν. Κάμποσους αιώνες πριν από τον Γουλιέλμο φον Χούμπολτ έρχεται ο Δάντης και αναζητεί όχι το έργον της γλώσσας, αλλά την ενέργειά της· όχι το δυνάμει της, δηλαδή, αλλά το ενεργεία της· όχι τη θεωρητική δυνατότητα, περαιτέρω, να παραχθούν από το στόμα του λαού γλωσσικά αγαθά άξια αναφοράς και μνημονεύσεως, αλλά το πρακτικό αποτέλεσμα της αποτύπωσης των αρετών του δημοτικού λόγου στο χαρτί με τη μεσολάβηση του συγγραφέα. Ο συγγραφέας αρπάζει συνειδητά μέσα από το στόμα του λαού τη γλώσσα, τη βαφτίζει στην κολυμβήθρα της γνώσης του και ακολουθώντας πιστά όλους τους κανόνες της τέχνης του ­αυτό που αποκαλείται ars poetica­ δημιουργεί (=ποιεί) το ποίημα.

Για τον Δάντη δεν υπάρχει τίποτε τυχαίο στην ποίηση. Η ποιητική έμπνευση ­που δεν αποκλείεται καθόλου (ίσα ίσα, μάλιστα!) και που ακριβώς ως επινόηση, ως fictio, εκφράζεται με μέσα ρητορικά και μουσικά­ σημαίνει την άρση του τυχαίου: ό,τι είναι σκόρπιο (casu, casualiter) πρέπει με τη μεσολάβηση του συγγραφέα να γίνει τέχνη υποκείμενη σε κανόνες (ars regularis). Η λαϊκή γλώσσα, αυτή που αδιακόπως ομιλείται, αποτελεί το μόνο καθολικό εκφραστικό όργανο που μπορεί πρώτα να υπαχθεί σε κανόνες και κατόπιν να διαμορφώσει τους κανόνες της τέχνης των ποιητών, όπου αρμοδίως θα υπάγονται τα λυρικά προϊόντα τους.

Ο Δάντης μάς εντυπωσιάζει όχι μόνο με την τολμηρότητα κάποιων απόψεών του αλλά και με τον τρόπο που διανοείται. Το δάντειο σκέπτεσθαι και λογίζεσθαι δεν εδράζεται στην ­σχεδόν αταβιστικά επιβιούσα και από γενεάς εις γενεάν μεταφερόμενη στο δυτικό μυαλό μας­ επαγωγή, στην inductio, αλλά στην απαγωγή ή παραγωγή, στην deductio, όπου από μια γενική αρχή ή ιδέα, από ένα γενικό αξίωμα ή από έναν γενικό ορισμό συλλαμβάνονται βαθμηδόν οι ιδιότητες, η αιτία και η ουσία του ειδικού, του μερικευμένου γένους. Ενδεικτικά αναφέρω ένα παράδειγμα, όπου με μια άνευ προηγουμένου σφιχτότατη αρμολόγηση στοχασμών ο επιφανέστερος φιορεντίνος όλων των εποχών ξεκινά από την «τριπλή ψυχή» του ανθρώπου για να συνδέσει διαδοχικά: α) τη φυτική ψυχή (vegetabilis) με το ωφέλιμο, την υγεία και την πολεμική γενναιότητα, β) τη ζωική ψυχή (animalis) με το τερπνό, τον πόθο και το ερωτικό πάθος και γ) τη λογική ψυχή (rationalis) με το αγαθό, την αρετή και την ορθή βούληση, και, μετά τη σύνδεση αυτή, να εντάξει όλα τα στοιχεία στη Μέγιστη Κοινή, που έχει τον θρόνο της στα τραγικά τραγούδια των μεγάλων ποιητών, εκεί δηλαδή όπου απαντάται η υψηλή σύνταξη και το κορυφαίο λεξιλόγιο.

Ο Δάντης έγραψε το έργο του αυτό στα λατινικά. Η εκ πρώτης όψεως αντίφαση αίρεται διά του σκοπού του συγγραφέα, ο οποίος ήθελε να καταπιαστούν με το κείμενό του οι εγκρατέστατοι των γραμμάτων της εποχής του, και να μη το περιφρονήσουν ή το απορρίψουν μόνο και μόνο για δευτερευούσης σημασίας λόγους μορφής. Το ίδιο ­ας μου επιτραπεί ο παραλληλισμός­ δεν έκανε, άραγε, και ο ημέτερος Ιάκωβος Πολυλάς, που συνέγραψε τη Φιλολογική μας Γλώσσα στην καθαρεύουσα υπερασπιζόμενος την κοινή; Σημειωτέον δε ότι ο Πολυλάς μαζί με τον Διονύσιο Σολωμό και τον Ιούλιο Τυπάλδο υπήρξαν ­και το αποδεικνύουν ο καθένας με τον τρόπο του­ οι καλύτεροι μελετητές και εφαρμοστές των διδαγμάτων του πρυτάνεως των νέων ποιητών: του Δάντη Αλιγκιέρη.

Κάθε αράδα, μα κάθε αράδα του παρουσιαζόμενου εδώ βιβλίου αποτελεί και ένα δίδαγμα: και για τον ποιητή, και για τον φιλόλογο, και για τον γλωσσολόγο, και για τον κριτικό, και για τον πάσης κατευθύνσεως διανοητή. Αυτός εξάλλου ­είναι γνωστό...­ είναι ο χαρακτήρας των κορυφαίων πνευματικών έργων: να διδάσκουν και με την κάθε λέξη τους χωριστά. Αν θελήσουμε, ωστόσο, να ομαδοποιήσουμε τις διδαχές του Δάντη, μπορούμε να πούμε ότι η γλώσσα που μας έμαθε η μάνα μας (=αυτό που λέγεται κοινή ή δημοτική) είναι από την ίδια της τη φύση ασυγκρίτως ευγενέστερη της τεχνητής ή «γραμματικής» γλώσσας, η οποία στην περίπτωση της ιταλικής χερσονήσου είναι η λατινική: nobilior est vulgaris. Η ευγένεια της δημοτικής γλώσσας επ ουδενί εξαντλείται στο όποιο πρωτογενές επικοινωνικό επίπεδο, καθώς δεν αμφισβητείται ότι την κατανοούν όλοι ανεξαιρέτως· από τη συστηματική χρήση της σε όλα τα είδη του λόγου, προπάντων δε στον ποιητικό, ωφελούνται οι πάντες. Και τούτο, διότι το κεντρί της μπολιάζει τις ψυχές των ανθρώπων, τις κάνει ποιητικές, τους ανοίγει πλατιούς ορίζοντες δημιουργίας, με αποτέλεσμα να εμπλουτίζεται με νέο, με αναφανδόν ποιητικό υλικό ο ίδιος ο δημοτικός λόγος και να ευεργετείται έτσι και η χρήση της κοινής γλώσσας στο όποιο πρωτογενές επικοινωνικό επίπεδο. Ετσι «μορφώνεται» ο λαός, διότι συμμετέχει στην τέχνη των συγγραφέων, που έχουν και το χάρισμα και τη γνώση να ξεδιαλέγουν τα καλά από τα χύδην, να τα ευγενίζουν και να τα ξαναπροσφέρουν στο λαό.

Ο Νίκος Κούρκουλος είναι δοκιμασμένος μεταφραστής. Μεταφράζει, επί έτη συναπτά, δύσκολα κείμενα και, σχεδόν πάντα, από γλώσσες που βρίσκονται στο περιθώριο «επισήμων» γλωσσών (ουαλικά, γαλλικά των αποικιών, μεσαιωνικά λατινικά). Εδώ μας προτείνει για δεύτερη φορά έργο του Δάντη ­ είχε προηγηθεί, το 1996, η «Νέα ζωή» από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου. Για άλλη μία φορά ο μεταφραστής όχι απλώς μεταδίδει, αλλά μετακενώνει την έμπεδη γνώση του περί τα πράγματα και περί τον συναφή πολιτισμό που μεταφέρει με τη γραφίδα του στα ελληνικά. Η ­λόγω του πραγματευομένου θέματος­ αναγκαστική λιτότητα του ύφους, που όμως υπονομεύεται τακτικώς από δόσεις χιούμορ γενναιότατες στο πρωτότυπο, βρίσκει στην ελληνική γλώσσα κατάλληλους τόπους υποδοχής και κομψότατες συστοιχίες. Τόσο η Εισαγωγή του μεταφραστή, τέλος, όσο και οι πάνω από 200 σημειώσεις του συντελούν στην απρόσκοπτη κατανόηση του πρωτοποριακού αυτού κειμένου της παγκόσμιας γραμματείας.


Γιώργος Κεντρωτής, ΤΟ ΒΗΜΑ, 07-10-2001


Γιώργος Κεντρωτής, ΤΟ ΒΗΜΑ, 07-10-2001



Ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος
Ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

"Η Κόλαση του Δάντη" όπως την διάβασε ένας αναγνώστης

«Εσείς που μπαίνετε, ξεχάστε κάθε ελπίδα»
Το καλοκαίρι διάβασα ένα βιβλίο που στριφογύριζα γύρω του χρόνια τώρα… την Θεία Κωμωδία του

Δάντη και δει το πρώτο του βιβλίο, την Κόλαση. Το αγόρασα από τις εκδόσεις ΤΥΠΟΘΗΤΩ σε μετάφραση Α. Ριζιώτη, μια καλαίσθητη έκδοση που παραθέτει και το ιταλικό πρωτότυπο κείμενο. Τις τελευταίες 20 μέρες έψαχνα ένα τρόπο να μιλήσω για αυτό το θέμα που μου έχει προκαλέσει ανάμικτα συναισθήματα. Θεωρείται από τα κλασσικά αριστουργήματα της μεσαιωνικής ιταλικής λογοτεχνίας. Γράφτηκε το 13ο αιώνα με ποιητικό, έμμετρο τρόπο και με χρήση έντονων, οπτικών εικόνων. Χωρίζεται σε 3 μέρη βιβλία: Κόλαση – Καθαρτήριο – Παράδεισος, και το καθένα σε Άσματα, περιγράφοντας την πορεία του ανθρώπου προς τον εξαγνισμό του, την προσπάθειά του να προσεγγίσει τη θεία διάσταση.

Προς το παρόν δεν έχω διαβάσει καμιά ανάλυση αν και υπάρχουν από σημαντικούς ανθρώπους όπως ο Γκράμσι και ο Λούκατς. Είχα πάντως 2 λόγους και 3 ερωτήματα, όλα ικανά να με σπρώξουν να διαβάσω Δάντη. Οι λόγοι ήταν η κλασσική του αξία και η ενασχόληση του με την ηθική. Ανάλογα και τα ερωτήματα… α) Γιατί Θεία Κωμωδία; Δεν νομίζω να προκαλεί γέλια η ανάγνωσή του β) Μετά από 700 χρόνια έχει λογοτεχνική αξία; Όχι πως δε γίνεται, αλλά…, και το πιο σημαντικό γ) ο κώδικας αξιών του, τι μπορεί να σημαίνει σήμερα;
Για να προβοκάρω και τις ίδιες μου τις πεποιθήσεις, τελικά οριστική απάντηση δεν πήρα σε κανένα από 3 ερωτήματα.
Ειδικά στο πρώτο, μόνο εικασίες μπορώ να κάνω. Μάλλον ονόμασε το έργο του Κωμωδία από ηθικό τρόμο. Φοβόταν μήπως προκαλέσει τη μήνι σημαντικών ανθρώπων της εκκλησίας και της Ιεράς Εξέτασης, ή, πολύ περισσότερο, του ίδιου του Θεού. Οπότε δημιούργησε ένα «άλλοθι» για την ημέρα της Κρίσης (της γήινης ή επουράνιας) πως τάχα μου «δεν τα εννοούσε». Ίσως τελικά να είναι κωμωδία, αν το προσεγγίσεις από μια εντελώς διαφορετική οπτική γωνία. Γιατί πολλά χαμόγελα μου γεννήθηκαν όταν τοποθετούσε σε τομείς της Κόλασης προσωπικούς του εχθρούς και αντιπάθειες. Μήπως γράφουμε για να σπάμε πλάκα, λέω τώρα… τεσπά…
Για το δεύτερο ερώτημα, στην αρχή σε ξενίζει ο σχετικά απαρχαιωμένος τρόπος γραφής του. Από `κει και πέρα η χρήση εικόνων σε συνεπαίρνει. Σίγουρα η επιρροή του Δάντη στην εποχή του πρέπει να ήταν τρομαχτική.  Η γενιά μας είναι πλήρως εκτεθειμένη σε λογιών – λογιών οπτικό υλικό από τηλεόραση, κινηματογράφο και internet. Ειδικά η οπτικοποίηση του τρόμου είτε μέσα από ταινίες είτε μέσα από live μεταδόσεις πολέμων και διαφόρων εγκλημάτων, «κατευθύνει» και, άρα, περιορίζει τη φαντασία μας. Δεν μπορώ όμως να μην παραδεχτώ πως κάποια σημεία συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να είναι πολύ δυνατά. Τέσσερις σκηνές μου έχουν χαραχτεί:
  • 13o Άσμα. Η τιμωρία των αυτοχείρων. Γίνονται φυτά « Άνθρωποι ήμαστε κάποτε, κούτσουρα τώρα έχουμε γίνει». Ο λόγος; «Σαν η φριχτή ψυχή από το σώμα αποχωρισθεί, που απ` αυτό μονάχη της έχει ξεριζωθεί…. Πέφτει μέσα στο δάσος όπου λάχει… κι εκεί φυτρώνει σαν ζιζάνιου σπόρος… όμως καμιά ψυχή το πρωτινό το σώμα της δε θα ξαναντυθεί, γιατί δεν είν` σωστό να πάρει κανείς πίσω ότι έχει ξεντυθεί».
  • 20ο Άσμα. Η τιμωρία των μάντεων και μάγων. Έχουν το κεφάλι ανάποδα και περπατούνε προς τα πίσω. «… είδα την ανθρώπινη μορφή να `ν` έτσι παραμορφωμένη που το δάκρυ να κυλά και τους γλουτούς να βρέχει απ` τη σχισμή.»
  • 25ο Άσμα. Η τιμωρία των κλεφτών. Διαρκής μεταμόρφωση – μετατροπή των κλεφτών σε σιχαμερά ερπετά και ερπετών σε κλέφτες. «… βλέπω ένα ερπετό μ` έξι ποδάρια σ` έναν τους πάει να σκαρφαλώσει…. Μια είχανε γίνει οι δυο οι κεφαλές τους, και φαίνονταν σα δυο φιγούρες ανακατεμένες σε μιαν όπου κι οι δυο τους ήτανε χαμένες…. Κάθε όψη πρωτινή είχε πια χαθεί: σα μια και σαν καμιά φαινότανε η μορφή…»
  • 32ο Άσμα. Η τιμωρία των προδοτών. Είναι θαμμένοι αιώνια σε μια απέραντη, σκοτεινή, παγωμένη λίμνη. «Κι όπως στέκεται το βατράχι… κι απ` το νερό μονάχα τη μουσούδα βγάζει… Έτσι σταχτιές ήσαν στον πάγο χωμένες, θλιμμένες οι σκιές, μέχρι το πρόσωπο που κοκκινίζει από ντροπή, κι όπως χτυπάν τις μύτες τα λελέκια, απ` το κρύο, με τα δόντια κάναν μουσική. …τα μάτια τους, που ήταν από πρώτα βουρκωμένα, αρχίσανε να τρέχουν μέχρι τα χείλια, και τα δάκρυα, που παγώνανε, κρατούσανε τα μάτια τους φραγμένα.»
«Στου δρόμου της ζωής τη μέση σε σκοτεινό βρέθηκα δάσος
γιατί το μονοπάτι το σωστό είχα μπλέξει»
1ο Άσμα 1ος στίχος
Ο Δάντης ξεκαθαρίζει από την αρχή τη θέση του… ο άνθρωπος είναι χαμένος και φοβισμένος. Αυτά είναι τα υλικά από τα οποία είναι φτιαγμένος. Η μόνη του διέξοδος είναι ο Θεός. Με οδηγό, κατ` αρχήν, το ποιητή Βιργίλιο που συμβολίζει τη θνητή, ανθρώπινη διάσταση, περνάει μέσα από την Κόλαση.

Προσπαθώντας, πέρα από τη λογοτεχνική αξία του κειμένου, να προχωρήσω σε μια αξιολόγηση του Ηθικού Κώδικα του βιβλίου, γεννήθηκαν προφανείς αντιστάσεις. Ο Δάντης έχοντας εξοβελίσει στην Κόλαση καθετί που έχουμε διδαχθεί σήμερα, είναι πανεύκολο από απλά αντανακλαστικά να τον περιγελάσεις και να τον απορρίψεις. Η αρχαιοελληνική παράδοση και μυθολογία, από τους Επίκουρους ως τον Οδυσσέα, οι επιστήμονες, οι αγνωστικιστές, οι άπιστοι και οι αλλόθρησκοι καίγονται μαζί με τους φαύλους, κλέφτες, προδότες και φονιάδες.
- «Μα, φυσικά… είμαστε Μεσαίωνα», μονολογείς και πας να κλείσεις το βιβλίο.
Αν συνεχίσεις, φτάνεις στον πυρήνα της Κόλασης όπου και συναντάς τον πυρήνα της σκέψης του Δάντη. Εκεί βρίσκεται ο τρικέφαλος Διάβολος που στο καθένα στόμα του κατασπαράσσει αιώνια τους 3 μεγαλύτερους εχθρούς: Τον Ιούδα, τον Βρούτο και τον Κάσσιο.  Οι πυλώνες της ανθρώπινης ύπαρξης είναι οι η Καθολική Εκκλησία από τη μία, και η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία από την άλλη. Η Pax Romana και η Εκκλησία ως ο επί γης ερμηνευτής των θρησκευτικών-μεταφυσικών θεμάτων, είναι το όραμα του Δάντη. Οι προδότες αυτών, που προσπάθησαν να τις διαλύσουν, είναι το ύψιστο αμάρτημα.
Βάζω τα γέλια.. Είμαστε σοβαροί; Πως μπορεί κάποιος να συνδέει το χριστιανισμό με την αρχαία παράδοση; Αλλά είπαμε… βρισκόμαστε στο μεσαι….
Παύση. ……
Για να ξαναδώ αυτό που είπα….
Πως μπορεί κάποιος να συνδέει το χριστιανισμό με την αρχαία παράδοση; Τι μου θυμίζει αυτό; Μπορεί κάποιος να συνδέει το χριστιανισμό με την αρχαία παράδοση; Αν αντί για τον καθολικισμό βάλουμε την ορθοδοξία και την αρχαία Ελλάδα αντί της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας; Ανατριχιάζω… Σχεδόν φοβάμαι… Πιάνω το βιβλίο από την αρχή προσπαθώντας να πετάξω στην άκρη τις ασυνείδητες αντιστάσεις μου και να το επεξεργαστώ ξανά.
Η ηθική του Δάντη βασίζεται στη εξατομικευμένη ανθρώπινη φύση απέναντι στην κοινωνία. Το ανθρώπινο υλικό είναι εύπλαστο, ευάλωτο. Ο μόνος τρόπος να συμπεριφερθεί με τον άλφα τρόπο κι όχι τον βήτα, είναι ο τρόμος. Η τιμωρία είναι το μοναδικό μέσο συνετισμού και πρέπει να είναι αμείλικτη ώστε ο φόβος της και μόνο να σε καθοδηγεί. Η Ιερά Εξέταση και ο Μονάρχης – Βασιλιάς   λειτουργούν σαν «προκαταβολή» από τα αιώνια μαρτύρια της κόλασης. Τα βάσανα σου δεν σταματάνε στη γη… η ψυχή σου αποκτά υλική διάσταση και τα βασανιστήρια συνεχίζονται. Μια κοινωνία σαν την μεσαιωνική, βάσισε την κυριαρχία της πάνω στην υλική, ιδεολογική και πνευματική καταστολή όλων των ανθρώπων, ακόμα και κομματιών της άρχουσας τάξης. Πλέον φαντάζει σαν τη μεγαλύτερη μαύρη περίοδο της ανθρώπινης κοινωνίας.
Ήρθε ο Διαφωτισμός και παρουσίασε ένα εντελώς διαφορετικό μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης. Ο Ρουσώ στο Κοινωνικό Συμβόλαιο προτείνει μια κοινωνία όπου οι κανόνες δεν προκύπτουν από το Θεό και τους εκπροσώπους του αλλά από τους ίδιους τους ΠΟΛΙΤΕΣ. Οι ηθικοί κανόνες είναι αποτέλεσμα Συμβολαίου  ανάμεσα στους ελεύθερους ανθρώπους , απαλλαγμένους από προκαταλήψεις. Αυτή είναι η ιδεολογική και ηθική βάση της σύγχρονής κοινωνίας. Είναι όμως, ακόμα;
Μήπως το Κοινωνικό Συμβόλαιο έχει πάει στα σκουπίδια κι έχει επανέλθει η λογική του ισχυρού; Μια κοινωνία που έχει ως αρχή «το νόμιμο είναι και ηθικό», που «ντοπαρισμένος είναι μόνο αυτός που πιάνεται» , που η ελευθερία έρχεται μέσα από γενοκτονίες και βομβαρδισμούς τύπου «Σοκ και Δέος» τι ηθικούς κανόνες διαμορφώνει για τους πολίτες της;
Σήμερα, δυστυχώς, η αστικοδημοκρατική υποχρέωση καθιέρωσης συλλογικών κανόνων  έχει μετατραπεί σε μια ζούγκλα, όπου το κάθε άτομο εξατομικευμένο σε, σχεδόν, πολεμικές συνθήκες προσπαθεί να δημιουργήσει ένα προσωπικό κώδικα αξιών. Το κάθε άτομο παραπαίει καθημερινά από το να μη γίνει κάθαρμα ως το να μη πιαστεί μαλάκας. Ένα τέτοιο άτομο είναι απίστευτα ευάλωτο σε κάθε λογής θρησκευτικής ή πολιτικής σέχτας.
Κι έτσι ξαναβρίσκουμε τη Θεια Κωμωδία. Μπορεί κανένας Μπους, Καραμανλής, Βουλγαράκης να προβάλλει κάτι διαφορετικό; Μήπως συμφωνούν κιόλας; Πως μπορεί ένας μέσος πολίτης κεντρώος και θρησκευόμενος να αντιταχθεί στην απλούστατη λογική πως τους κανόνες τους διαμορφώνει ο Θεός και το Κράτος; Είναι δυνατόν 8 αιώνες μετά η ανθρωπότητα να μην έχει καταχτήσει ένα διαφορετικό κώδικα από το μεσαίωνα; Ή, για να είμαι ακριβής, είναι δυνατόν ο μεσαίωνας να επανέρχεται στον 21ο αιώνα;
Καποιοι μπορεί να αισθάνονται πως έχω ξεφύγει από το θέμα. Όμως, με τρόμο ανακάλυψα πως ο Δάντης μπορεί να γίνει ανατριχιαστικά επίκαιρος. Στο φινάλε πως μπορεί ο οποιοσδήποτε από μας να προβάλλει ένα επαρκές σύστημα ηθικών κανόνων; Όχι πως δεν έχουν υπάρξει στο παρελθόν. Απλά έχουν, φυσιολογικότατα, αναδειχθεί ΜΑΖΙ με συλλογικές δράσεις και προτάσεις. Όσο δεν έχουμε  κάτι νέο να φαίνεται στον ορίζοντα θα επιβεβαιώνεται ο Μπρεχτ και θα ζούμε με τα διλλήματα που έχει περιγράψει εύγλωττα σ` ένα ποίημα του…
«Για να επιβιώσεις πρέπει να πατήσεις πάνω σε κάποιον άλλο. Η τραγωδία είναι πως ο άλλος θα βρίσκεται ΠΑΝΤΑ σε χειρότερη θέση από `σένα.»
….και η Κόλαση του Δάντη θα βρίσκεται γύρω σου να στο θυμίζει…
Υ.Γ. Άφησα στο τέλος ένα σχόλιο για το αγαπημένο μου Άσμα, το Τρίτο. Αναφέρεται σε αυτούς που είναι ΕΞΩ από την κόλαση, αλλά δεν μπορούν να πάνε στον Παράδεισο, αυτούς που «Τους διώχνουν τα ουράνια, την ομορφιά τους μη μολύνουν, μα ούτε και τα βαθιά τα τάρταρα δεν τους καλωσορίζουν, μπας κι απ` αυτούς, μια στάλα δόξα πάρουν οι κολασμένοι. …Ανθρώπους λυπημένους… στεναγμοί, κλάματα και κραυγές πόνου αντιλαλούσαν στο σκοτάδι,… Γλώσσες παράξενες, λαλιές φριχτές, λόγια του πόνου κι ουρλιαχτά θυμού, φωνές στριγγές, φωνές πνιχτές και χέρια που χτυπιούνται.» Αυτοί είναι οι κατά το Δάντη που «…Μες τη μιζέρια ετούτη ζούνε οι θλιβερές ψυχές εκείνων που έχουν ζήσει δίχως ψεγάδια, μα και χωρίς επαίνους».

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

"Θεία Κωμωδία" Δάντη

Θεία Κωμωδία


  • Συντάκτης-Σχολιαστής : Νίκος Καζαντζάκης



Πόσα έχουν γραφεί, και πόσα άραγε θα γραφούν ακόμη, για την Κωμωδία τού Δάντη; Ο επιγραμματικός χαρακτηρισμός που της απέδωσε ο Βοκάκιος, Θεία, στάθηκε τόσο σύμφωνος με τις καρδιές όσων τη διάβασαν, ώστε να ενσωματωθεί στον τίτλο της.
Ο Νίκος Καζαντζάκης θεωρούσε τον Δάντη ως μια από «τις ψυχές που έθρεψαν την ψυχή του» και δεν αποχωριζόταν μια μικρού σχήματος έκδοση του ιταλικού πρωτοτύπου τής Θείας Κωμωδίας. Ο αχόρταγος ταξιδευτής τού ορατού και του μη αισθητού κόσμου δεν μπόρεσε να μην ενδώσει στην πρόκληση να αποδώσει στα ελληνικά το αριστούργημα αυτό της ιταλικής και παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Στην έκδοσή μας περιλαμβάνονται και τα τρία μέρη τού έργου: ΚόλασηΚαθαρτήριΠαράδεισος, αλλά και Εισαγωγή με βιογραφικά στοιχεία για τον Δάντη και ανάλυση του έργου (με εξωτερικό και εσωτερικό διάγραμμα), καθώς και πολυσέλιδα Σχόλια και Λεξιλόγιο, όλα τού Νίκου Καζαντζάκη.

Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ 
ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Ας πάρουμε μια γεύση από τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη για τον μέγα Φλωρεντίνο:

«[...] Όλη η Θεία Κωμωδία είναι δάσο από σύμβολα. Στο έργο αυτό έχει συμπυκνωθεί αλάκερη η σοφία τού Μεσαίωνα.
»Κι όχι μονάχα η σοφία. Παρά κι όλα τα πάθη τού Μεσαίωνα. Η απληστία που είχαν τότε οι άνθρωποι να ζήσουν, ν’ αγαπήσουν, να μισήσουν, ν’ αποχτήσουν δύναμη· και συνάμα, ο μεσαιωνικός τρόμος για την Κόλαση, για το Θεό που τα βλέπει όλα, και τίποτα δε συχωράει, και δεν ανέχεται ανταρσία. Οι αγγέλοι, οι δαιμόνοι, δεν ήταν αφηρημένες ιδέες παρά όντα πιο πραγματικά από τους ανθρώπους κι από τα ζώα. Η Γης τούτη, η τόσο ελκυστική, ήταν παγίδα· κι αλίμονο σε όποιον γοητεύουνταν από τα δολώματα. Κι όμως οι άνθρωποι αυτοί τού Μεσαίωνα κυκλοφορούσαν μέσα στην παγίδα τούτη γιομάτοι αίμα χοχλακιστό, πεινούσαν κι έτρωγαν, διψούσαν κι έπιναν, αγαπούσαν, σκότωναν, με ένταση που η σημερινή άπιστη ανθρωπότητα δεν μπορεί πια να νιώσει. »Ένας τέτοιος άνθρωπος, με τέτοιο αίμα, ήταν κι ο Δάντης. Και τα εφτά Αμαρτήματα τα είχε στο μέτωπό του· μα συνάμα και τις εφτά Φτερούγες, που τον χτυπούσαν και του σβήναν τις αθλιότητες και τις κακίες. Ο Δάντης δεν ήταν άνθρωπος της πένας, “λόγιος”· μήτε ήταν αγνός, ενάρετος, ανεξίκακος, δίκαιος· η ανάβαση γι’ αυτόν στο Καθαρτήρι ήταν έργο επίπονο, αιματερό, κατάχτηση ένοπλη κάθε στιγμή, μαστίγωμα της ψυχής του ανήλεο. Κι ο Παράδεισος δεν του ανοίχτηκε ήσυχα, χαρούμενα από τον πορτοφύλακα άγγελο· ο Δάντης έσπασε με τη βία την πόρτα τού Παράδεισου για να μπει. »Γιατί ο Δάντης ήταν άνθρωπος άρτιος: σοφός, πολεμιστής, διπλωμάτης, ποιητής, γλωσσοπλάστης, χαροκόπος· αγάπησε πολύ τις χαρές τής γης – τη γυναίκα, το καλό φαΐ, την πολιτική εξουσία, την εγδίκηση, τη δόξα. Ήταν γιομάτος “αμαρτίες”, και συνάμα όλος ανάταση και λαχτάρα να σωθεί από τις αμαρτίες: να ξεθηκαρώσει από τη σάρκα, ν’ ανεβεί ίσαμε τον έμπυρο ουρανό τής ψυχής του, όπου ομορφιά, ηθική και πράξη ταυτίζουνται. »Μπορεί ο Δάντης να μην είναι ο μεγαλύτερος ποιητής των αιώνων, σίγουρα όμως είναι ο μεγαλύτερος της ψυχής αρχιτέχτονας. Μέσα στο τρισυπόστατο χάος –της αμαρτίας, της μετάνοιας, της σωτηρίας– αυτός χάραξε σύνορα, άνοιξε δρόμους, στερέωσε πατώματα, έβαλε πόρτες, σκάλες, πύργους, πολεμίστρες, άνοιξε λάκκους χωριστούς για κάθε φάρα κολασμένους, σήκωσε εννιά πατώματα ουρανούς, για να βάλει τάξη και στις αρετές και στις μακαριότητες. »Έβαλε τάξη και μέσα στην ψυχή μας. Κόλαση, Καθαρτήρι, Παράδεισος υπάρχουν μέσα μας, μυστική, φοβερή ανθρώπινη Τριάδα, κι όλο το τραγούδι τού Δάντη είναι το ασκητικό, επίπονο ανέβασμα από το χτήνος στο Θεό. Κάθε άνθρωπος έχει εντός του όλες τις αμαρτίες κι όλες τις δυνατότητες να τις παλέψει και να τις υποτάξει, κι όλες τις ελπίδες, ανηφορίζοντας από σφαίρα σε σφαίρα, δηλ. από άθλο σε άθλο, να σμίξει με το Θεό. Κολασμένος, Αγωνιστής, Λυτρωμένος, νά τα τρία πατώματα του τέλειου ανθρώπου. Ένα από αυτά τα τρία να λείψει –και του Κολασμένου ακόμα, προπάντων του Κολασμένου–, ο άνθρωπος είναι μισερός. »Ο Δάντης μπήκε μπροστά, και με το τσεκούρι τού μυαλού του και με τη φλόγα τής καρδιάς του άνοιξε μέσα στο χάος τής ψυχής μας ανήφορο κι έβαλε τάξη. Έβαλε τάξη και στην αναρχούμενη πατρίδα του· σπαράζουνταν μεταξύ τους ηγεμόνας με ηγεμόνα, πολιτεία με πολιτεία, πάπας με αυτοκράτορα. Δεν ήξεραν πού τελειώνει η ράτσα τους κι από πού αρχίζουν οι Φράγκοι κι οι Αλαμάνοι· η λέξη “Ιταλία” ήταν ακαθόριστη, γλοιτσερή, χωρίς σκελετό, σα μαλάκιο. Παραφούσκωνε ή παραζάρωνε, ασυνάρτητη. Κι ήρθε ο Δάντης και της έβαλε ραχοκοκκαλιά. Με τον αποφασιστικό, σφυρηλατημένο σε αψεγάδιαστο μέταλλο στίχο του χάραξε τα σύνορα της Ιταλίας, από τ’ Απέννινα στη Σικελία, όλη την μπότα ανάμεσα Τυρρηνικού κι Αδριατικού πελάγου. Έσμιξε μέσα στο νου του τις αντιμαχόμενες πολιτείες με τόση συνοχή και δύναμη, που ανάγκασε τον καιρό να πραγματοποιήσει ό,τι αυτός, ο Δάντης, ονειρεύτηκε. Αν είχε προστέσει κι άλλες χώρες, κι αυτές θ’ αναγκάζουνταν να μπουν στην Ιταλία· αν είχε αφαιρέσει, δε θα ’μπαιναν. Τόσο παντοδύναμη είναι μια μεγάλη ψυχή που μπόρεσε να βρει την τέλεια έκφραση, τη δική της και της ράτσας της. »Πάθος, τέλεια έκφραση του πάθους – νά το μυστικό τής παντοδυναμίας τού Δάντη. Πίστη, μίσος, λύσσα εγδίκησης. Και την εγδίκηση αυτή ο Δάντης την ήθελε όχι σε μέλλουσες ζωές, όπου μπορεί τα σώματα να ’χουν γίνει πνέματα και αγέρας και να μην πονούν όσο αυτός θέλει· παρά στην τωρινή ζωή, τη φλωρεντίνικη, όσο ακόμα έχει κι αυτός στέρεο χεροπιαστό σώμα, έχουν κι οι οχτροί του. [...] »Μα όλο αυτό το πάθος θα χάνουνταν άνεργο, αν δεν το ’χε οχυρώσει μέσα σε τέλειο στίχο. Ένα μονάχα μπορεί ν’ αντισταθεί και να νικήσει τον καιρό – η τέλεια φόρμα. Ο Δάντης διάλεξε τις λέξες, όπως ο ανήλεος στρατηγός διαλέγει τους στρατιώτες του σε μιαν επικίντυνη έφοδο. [...] »Δεν ήταν ο Δάντης διανοούμενος χαρτοπόντικας. Ζωή και τέχνη, πράξη και λόγος γι’ αυτόν ήταν ένα. Φτωχός, ξορισμένος, παράσιτος, όπως τον είχαν καταντήσει, άλλη παρηγοριά δεν του ’μενε παρά τούτη: μην μπορώντας πια να ριχτεί στην πράξη και να πάρει στ’ ανήλεα χέρια του την πολιτική εξουσία, κατέφυγε στο στίχο να εγδικηθεί. Γι’ αυτό κι ο στίχος του έχει τόση δριμύτατη πικράδα και γλύκα· τόση ανθρώπινη ουσία. Είναι συμπυκνωμένη πράξη και, πολύ συχνά, μετουσιωμένο φονικό. »Ο Δάντης είναι ανώτατο υπόδειγμα όχι μονάχα για όσους ακολουθούν τη στράτα τής τέχνης και θέλουν να μάθουν από το μεγάλο αυτόν Δάσκαλο πώς “ο άνθρωπος γίνεται αθάνατος”· είναι κυρίως ανώτατο υπόδειγμα για όσους θέλουν να γίνουν άρτιοι άνθρωποι και θεωρούν την τέχνη ή την πράξη ή την ηθική ή κάθε ιδέα ως Βιργίλιο ή Βεατρίκη ή Άγιο Βερνάρδο, που μια και μόνο, μα ανυπολόγιστη, έχουν αξία: να μας δείχνουν τον ανήφορο της αυτοτελείωσης, ν’ ανεβαίνουμε επίπονα από τη σκοτεινή Κόλαση που έχουμε μέσα μας στο βουνό τής επίγειας άσκησης, κι από κει στη λύτρωση – δηλαδή στην απολύτρωση από κάθε τέχνη, πράξη, ηθική κι ιδέα· από κάθε χίμαιρα κι από κάθε πραγματικότητα.»Στην τελευταία ανέκφραστη αστραπή όπου τελεύει τ’ όραμα.»



Ο Γεώργος Νάζος, σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Η Καθημερινή, στις 25 Δεκεμβρίου 1934, έγραψε για τη μετάφραση της Θείας Κωμωδίας από τον Νίκο Καζαντζάκη, την οποία χαρακτηρίζει ως «μνημειώδη και μέσα στην παγκόσμια λογοτεχνία απόδοση»:

ΕΝΑΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΟΣ ΑΘΛΟΣ

Η “ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ” ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ ΕΙΣ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

«Υπάρχει στην παγκόσμια λογοτεχνία ένα κείμενο του οποίου το νόημα είναι τόσο καταπληκτικά σφιχτοδεμένο με την επιγραμματική διατύπωση, τον ρυθμό και την στιχουργική αρμονία τής γλώσσας που γράφηκε, ώστε κάθε προσπάθεια μεταφοράς του σε άλλη γλώσσα να θεωρείται τόλμημα εκ των προτέρων καταδικασμένο σε βέβαιη αποτυχία. Και είναι βαθιά ριζωμένη σε όλο τον διανοούμενο κόσμο η πεποίθηση ότι ηΘεία Κωμωδία τού Δάντη είναι και θα παραμείνει αμετάφραστη. Γιατί ο ξένος που θα επιχειρούσε να μετακινήσει την απαράμιλλη αρμονία των ιταλικών λέξεων του δαντικού στίχου θα ’πρεπε όχι μόνο να κατέχει άρτια την Τοσκανική διάλεκτο του 12ου αιώνος, αλλά και την ίσαμε σήμερα συνεχιζόμενη απέραντη δαντολογία –σχόλια, ερμηνείες, αμφισβητήσεις τού σκοτεινού κειμένου–, όχι μόνο να εξουσιάζει όπως την Τοσκανική στην εντέλεια και τη δική του γλώσσα, αλλά και να συνενώνει εξαιρετικές ιδιότητες που σπανιότατα συνυπάρχουν στο ίδιο πρόσωπο:
»Να είναι δηλαδή ιστορικός, σοφός, ποιητής και συνάμα ένας ακαταπόνητος εργάτης αλυσοδεμένος από τον αυστηρό δαντικό ενδεκασύλλαβο. Τότε μόνο θα μπορούσε να προσεγγίσει κάπως το απροσπέλαστο πρωτότυπο. Τέτοιοι όμως ιδεώδεις μεταφρασταί δε βρίσκονται εύκολα και γι’ αυτό σ’ ελάχιστες χώρες υπάρχουν αξιόλογες μεταφράσεις τού δαντικού αριστουργήματος. [...] Στην Ελλάδα, αν και η πλουσιότατη σε αποχρώσεις γλώσσα μας δεν έχει φτάσει ακόμη στην απόλυτη ενότητα του ύφους για να διευκολύνει μεταφραστικές εργασίες τόσο πολύπλοκες, βρέθηκαν εν τούτοις τολμηροί μεταφρασταί που καταπιάστηκαν με τον δαντικό λαβύρινθο. [... Ο Γ. Νάζος αναφέρεται κατόπιν στις αποσπασματικές ή μη επιτυχείς, κατά τη γνώμη του, μεταφραστικές απόπειρες των: Μουσούρου, Καλοσγούρου, Ζουφρέ, Αντωνιάδη, Καιροφύλλα, Βουτσινά και Σταυρόπουλου, και στις διάφορες δυσχέρειες μετάφρασης της Θείας Κωμωδίας στην ελληνική γλώσσα. ...]
»Ευτυχώς, όλες αυτές οι προϋποθέσεις που φαίνονται ανυπέρβλητες, πραγματοποιήθηκαν και μπορούμε σήμερα να αναγγείλουμε την πρώτη μετάφραση της Θείας Κωμωδίας στα ελληνικά από τον κ. Ν. Καζαντζάκη. Και μετάφραση πιστή ως την βαθύτερη ουσία τού δαντικού αριστουργήματος, τόσο που έρχονται σε δεύτερη μοίρα οι ασυνήθιστες στ’ αυτί μας λέξεις τής Κρητικής διαλέκτου ή και άλλων από τας οποίας ο μεταφραστής παρέλαβε το υλικόν που του χρειάζονταν για να ολοκληρώσει την δημιουργική του προσπάθεια, και φθάνομε στο σημείον, ώστε ν’ αδιαφορούμε τελείως για όποια λέξη δεν καταλαβαίνουμε και για όλα τα απροσδόκητα ξαφνιάσματα που παρουσιάζονται μπροστά μας. Το κατόρθωμα αυτό του μεταφραστού [...] δεν είναι ασφαλώς τυχαίον. Πρέπει ο άνθρωπος αυτός να αφομοιώθηκε τόσο με την ατμόσφαιρα του έργου που μετέφραζε, να ένοιωσε τόσο βαθιά την ανάγκη τής εκφράσεώς της, ώστε παρ’ όλα αυτά και με αυτή να πραγματοποιήσει μια γενικότατη απόδοση της μεγαλειώδους πνοής τού δαντικού έπους στην ανάμικτη γλώσσα του. Και όχι μόνο μια γενικότατη, αλλά και μια ειδικότατη, παρακολουθώντας με την αυστηρότερη προσήλωση τον δαντικό ενδεκασύλλαβο σ’ όλες τις διακυμάνσεις και σ’ όλες τις αποχρώσεις του με τέτοια προσήλωση, που οι 14.250 στίχοι τού ιταλικού κειμένου να αντιστοιχούν ακριβώς στην ελληνική μετάφρασή του με 14.250. [...]»



Άρθρο τού φίλου και βιογράφου τού Νίκου Καζαντζάκη, επίσης λογοτέχνη, Παντελή Πρεβελάκη, για την πολύκροτη μετάφραση της Θείας Κωμωδίας δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Νεοελληνικά Γράμματα, στις 4 Μαΐου 1935:

«[...] Το καλοκαίρι τού 1932 ζούσα μονάχος σε μιαν ξαίθρα τού δάσους τής Μπουλώνης και γείτονά μου είχα τον Νίκο Καζαντζάκη. Κάθε βράδυ ανταμώναμε και, μακριά από τους θόρυβους και τις έγνοιες τής πολιτείας πασκίζαμε να τονώσουμε την ψυχή μας με ποίηση και με χίμαιρες. Κάθε βράδυ γύριζε κι ο Δάντης στο στόμα μας, σα μεγάλο υπόδειγμα καρτερίας, άσκησης και καθαρού πάθους. Όχι μια φορά, το Β΄ Άσμα τού “Παράδεισου”, με την τεράστια συμβολική σημασία του για όσους δουλεύουνε την Τέχνη, ανέβηκε στα χείλη μας:
O voi che siete in piccioletta barca,
desiderosi d’ascoltar, seguíti
dietro al mio legno che cantando varca...
»Η μετάφραση του Καλοσγούρου περνούσε συχνά από τα χέρια μας, κι ο Καζαντζάκης, σαν καλύτερος γνώστης τού πρωτότυπου, διόρθωνε εδώ κ’ εκεί το στίχο με μια λέξη ζωηρότερη κι ακριβέστερη κ’ έδειχνε τη δυνατότητα μιας νέας μετάφρασης αντάξιας τού πρωτότυπου. Ένα βράδυ μού φύλαγε τούτο το ξάφνισμα: Μού ’βαλε στο ένα χέρι τον Καλοσγούρο, στο άλλο μια μικρή φλωρεντίνικη έκδοση του Δάντη, που δεν την αποχωριζότανε ποτέ, κι άρχισε να μου διαβάζει από τα χαρτιά του: Στο μεσοστράτι απάνω τής ζωής μας
σε σκοτεινό πλανέθηκα ρουμάνι
γιατί ’ταν η ίσια στράτα αστοχημένη...
»Το ιταλικό κείμενο, λέξη με λέξη, συμφωνούσε με το λαμπρόν ελληνικό στίχο, που βάδιζε όπως κι ο ιταλικός σε έντεκα συλλαβές: nel mezzo del cammin di nostra vita
mi ritrovai per una selva oscura,
chè la diritta via era smarrita...
»Όλο το πρώτο Άσμα τής “Κόλασης”, με θρησκευτική πίστη στο γράμμα τού κείμενου, σ’ εντεκασύλλαβο στίχο, με χάρη, με άνεση και με λυγεράδα, είχε μεταφερθεί στην καθαρότατη και πλούσια γλώσσα μας. Τον “άρτο των αγγέλων” που τραγούδησε ο Δάντης, τόνε κρατούσα πια μες στα χέρια μου. »Από κείνο το βράδυ και πέρα, μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα πραγματικού ενθουσιασμού κ’ έξαρσης, ο Καζαντζάκης πελέκησε πάνω στο πολυτιμότερο υλικό τής γλώσσας μας το έπος τού Δάντη. Οι 14.250 στίχοι, λέξη προς λέξη, στίχος προς στίχο, χωρίς καμιά παράλειψη και χωρίς κανένα παραγέμισμα, μεταφερθήκανε στη γλώσσα μας. »Με την πρόθεση να βοηθήσω τον αναγνώστη ν’ αποτιμήσει την έχταση και τη σημασία τού μεταφραστικού αυτού έργου και συνάμα να εννοήσει το βαθμό τής ειλικρίνειας και της γενναιοφροσύνης που εμψυχώσανε τον Έλληνα ποιητή, θα παρουσιάσω εδώ συνοπτικά μερικούς στοχασμούς που μου γεννήθηκαν όταν για πρώτη φορά χάρηκα το πνευματικό δώρο που απολαβαίνει σήμερο η Ελλάδα. »1. Η γλώσσα. Δεν είναι άγνωστο για όσους παρακολουθούνε τα νεοελληνικά γράμματα πως από δέκα κάπου χρόνια ο Νίκος Καζαντζάκης έχει αφοσιωθεί με εργατικότητα και με πάθος στη συγγραφή ενός μεγάλου έπους, του έπ&