Σάββατο 18 Ιουνίου 2016

“Κατόπιν σύστασης γιατρού”, ένα απόσπασμα…


«Αναρωτιέμαι – άραγε χρειάζεται πάντα να έχουμε κάποιον σαν εξομολογητή, σα συνομιλητή, σαν άγγελο Κυρίου; Ας πούμε, θυμάμαι κάποιες συζητήσεις στην κουζίνα, εκείνου του σπιτιού που έχει με τη στάμπα του σφραγίσει τη ζωή μου: μου μίλαγε εκείνη η μαγείρισσα, μου έλεγε τις ιστορίες της μητέρας μου, αυτές που είχανε συμβεί πριν από μένα. Πήγαινα μουτρωμένη, μερικές μέρες βροχής. Και ήθελα, να παραπονεθώ: για όλα τ’ άδικα που μου είχαν συμβεί, για το βατράχι μου που είχε αποδράσει, για τις ξυλιές που έφαγε όλη η τάξη με το χάρακα (μόνο και μόνο επειδή ήτανε ένα αγοράκι κάπως άταχτο, και έπρεπε όλοι μας να τιμωρηθούμε για να μάθουμε). Καμιά φορά (πολύ συχνά, όπως θυμάμαι), ήμουνα θάλασσα εντελώς αγριεμένη – με την κυρία Μητέρα μου, αυτή τη μάνα που ήτανε πάντα αδιάφορη, πάντα κάπου αλλού, κάπως αλλιώς, να νοιάζεται για κάτι άλλο που εμένα με απέκλειε. Και αν, σε γενικές γραμμές η αγαθή Μαγείρισσα μπορούσε και με συμπονούσε μες στις πίκρες μου (και θα μου έφερνε ένα άλλο βατράχι εν καιρώ, από τον κήπο – αλλά εγώ ως τότε είχα σιχαθεί πια τα βατράχια, επίσης και το κρύο τους το δέρμα), το θέμα ήταν και παρέμενε πως όποτε ήθελα κι εγώ πια να σκυλιάσω με τη μάνα μου, και να βρεθεί κάποιος να δει το δίκιο μου και να με αναπαύσει: τότε η Μαγείρισσα γινότανε μια ελεεινή, μια καταδότρα και επίσης μια προδότρα.[…]»
Κι έτσι λοιπόν, απ΄τις εκδόσεις Θράκα: Εικοσιοκτώ ημέρες εθελούσιου εγκλεισμού της κυρίας Μ. Γκ., εικοσιοκτώ επιστολές με αποδέκτη τους τη γράφουσα και τον θεράποντά της ιατρό κύριο Τ., η ανάπλαση μιας ψυχικής πραγματικότητας, η αποκάλυψη παλιών τραυμάτων και η ανάκτηση της ύπαρξης σε μια αναθεωρημένη βάση. Επί πλέον, μια αφορμή για το θεράποντα να μοιραστεί με συναδέλφους του μία ιδιότυπη μέθοδο θεραπείας, τελείως ιδιοσυγκρασιακής και αυτοσχεδιαστικής, μέσα από τις εβδομαδιαίες συναντήσεις θεραπόντων, στο ειδυλλιακό νοσοκομείο «Η Καλή Θέα»: εικοσιοκτώ και τέσσερα κείμενα για την υγεία της ψυχής (ως περιπέτεια).
[Θα ήθελα να συμμαζέψω τη συλλογή με τις εικόνες έργων τέχνης που είχαν συνοδεύσει τα κεφάλαια αυτής της ιστορίας, με τις λεζάντες τους όπως είχαν ταιριάξει: μια ιστορία ίσως οπτικοποιείται και είναι δέον κάθε ανάγνωση να ανασύρει και να εμπλουτίζεται από την εμπειρία του αναγνώστη, με αποτέλεσμα οι συνοδευτικές εικόνες να είναι ένα πράγμα περιττό. Όμως, δεν παύουνε να έχουνε υπάρξει μέρος της γενικότερης ονειροπόλησης και της διαδικασίας της συγγραφής, ένα άλμπουμ φιλίας μεταξύ καλλιτεχνών και ονειρευτών. Γι’ αυτό, εγώ θα ήθελα να δείτε τις εικόνες που εφάρμοζαν λες κι ήτανε ραμμένες με τα μέτρα του εκάστοτε κεφάλαιου (μόνο για το χαβά, για τη χαρά, για την ανάμνηση) – κι έτσι, θα ήθελα να συμπεριληφθούν σε μια ενότητα έστω και ηλεκτρονικά, επιφυλάσσομαι!]


Η Ολβία Παπαηλίου γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε Συμβουλευτική και Αναλυτική Εικαστική Ψυχοθεραπεία στα πανεπιστήμια του Σέφηλντ και του Ληντς, και ειδικεύθηκε στην έρευνα της Εικαστικής Ψυχοθεραπείας. Ζει και εργάζεται στο Γιόρκσηρ. Κείμενά της έχουν βραβευθεί από τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά, έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και στο διαδίκτυο. Έχει ασχοληθεί με τη μετάφραση ποίησης και λογοτεχνίας από την αγγλική, και μεταφράσεις της έχουν δημοσιευθεί στα περιοδικά «Οδός Πανός» και «Το Δέντρο». Έχει εκδόσει μια ποιητική συλλογή (Μόνιμο Ύδωρ - Ζωντανό Νερό, εκδόσεις Οδός Πανός, 2013). Ο θεατροποιημένος της μονόλογος "Η Χάρριετ πήγαινε όποτε τη φώναζαν" παρουσιάστηκε σε θεατραναλόγιο στην Αθήνα. Γράφει και δημιουργεί δρώμενα και εικαστικές παρεμβάσεις σαν μέρος της διαρκούς της έρευνας μεταξύ δημιουργικότητας και θεραπευτικής διαδικασίας (σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο). Μέρος αυτής της έρευνας και των διαδραστικών της διαδικασιών παρουσιάζεται στο ιστολόγιό τηςhttps://olviapapailiou.wordpress.com/ (at the corner of Grace and Rapture way, αλχημεία και έκ-σταση). Την ενδιαφέρει η Αλχημεία και η Δυναμική Ονειροπόληση όπως βιώνεται μέσα από την εμπειρία της διαρκούς τεχνοδημιουργίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου