Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2015

"Ετερότητα"

Το συλλογικό βιβλίο της διαδικτυακής ομάδας CRAFT, με γενικό θέμα ετερότητα, με 91 συμμετοχές με ποίηση, πεζά, ζωγραφική, φωτογραφία, θα παρουσιαστεί για τα νότια προάστεια στο συμπαθέστατο και πολύ ψηλής παιδεία café-βιβλιοπωλείο Booktalks. Είναι μία πολύ καλή ευκαιρία να συστηθούμε και εκεί, σε ένα πολύ φιλικό προς το βιβλίο περιβάλλον. Για το βιβλίο θα μας μιλήσουν οι συμμετέχουσες και με γραπτά τους ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ, ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΠΑΠΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΟΛΥ ΧΑΤΖΗΜΑΝΩΛΑΚΗ.


Είναι δύσκολο, όπως αποδεικνύεται στην πράξη να δεχθείς την ετερότητα, όταν αυτή αποκτά πρόσωπο, όταν σε αγγίζει, σου μιλά, όταν διεκδικεί το ισομοίρασμα του χώρου σου; Μόνον τότε, όμως, και η ετερότητα αποκτά σώμα, γίνεται συνειδητή πράξη, αναδεικνύεται σε κομμάτι αυτού  του εξαιρετικού παζλ που συνιστά τον κόσμο μας.
Ο άλλος γίνεται συγκεκριμένος, γίνεται φίλος σου, γίνεται καθρέφτης σου, καθόσον κι εσύ είσαι διαφορετικός γι’ αυτόν. Πόσο βαρετό θα ήταν αν όλοι ήμασταν ίδιοι και όμοιοι!
Γνωρίζεις εδώ, διαδικτυακά,  ανθρώπους που καθημερινά επικοινωνείς μαζί τους, ανταλλάσσεις ιδέες, απόψεις, διαβάζεις τις σκέψεις τους, νιώθεις ότι είναι φίλοι σου, κι ας είναι μόνο εικόνες και λόγια σε μια οθόνη. Και έρχεται μια συλλογική δουλειά, και όλα αυτά αποκτούν αληθινή υπόσταση, με σάρκα και οστά. Και μιλάς πια μαζί τους με την οικειότητα που σου δίνει αυτή η καθημερινή επαφή, η εικονική. Η διαδικτυακή επικοινωνία είναι φτιαγμένη με τέτοια υλικά, που εύκολα μεταλλάσσεται σε πραγματική, αρκεί να έχει μέσα της ειλικρίνεια, αρκεί να είναι ανυπόκριτη από την αρχή. Είναι ένας δρόμος για να συναντήσεις τον άλλον. Αρχικά στην οθόνη. Μετά οπουδήποτε. Μαγικό δεν είναι;
Όλοι διαφορετικοί αλλά και όλοι μιλάμε και εκθέτουμε για όλους τους διαφορετικούς, όπως ο καθένας εισπράττει την ετερότητα γύρω του αλλά και μέσα του.









«...Ο Ξένος, ο Άλλος, ο Αταίριαστος με είχε επισκεφτεί χωρίς να το έχω συνειδητοποιήσει. Παρδαλός, ιδιόρρυθμος, «χρυσομηλιγγάτος» – σαν τον Μανώλη τον Προυσαλή, τον Ελόγου του, με το πρόβλημα στο μάτι, σαν τον Σταμάτη τον Αταίριαστο, στα «Ρόδιν᾿ ἀκρογιάλια», εκείνον που ήταν παρδαλός και ιδιόρρυθμος, όπως λέει ο Παπαδιαμάντης, είχε έναν πύργο με χρωματιστά μπαντερόλια, σημαίες, σαν το μικρό βοσκόπουλο, εκείνον τον Σουραυλή, που έμελπε τη χαρμόσυνη μελωδία καθισμένος χωρίς να φαίνεται στο λόφο του κοιμητηρίου, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν του το πένθιμον του τόπου, επισύροντας την οργή της γραίας Λούκαινας, που ήθελε να μοιρολογήσει για τα παιδιά της, για τους νεκρούς της, στους οποίους θα προσετίθετο και η μικρή Ακριβούλα, η εγγονή της...»

«Τις νύχτες ακούγονται αχνά στους δρόμους οι ήχοι αυτών που έχουν ξεμάθει να ονειρεύονται.
Υπόκωφοι, ερημικοί, δεν απευθύνονται πουθενά...»


«Ο πατέρας μου είχε κι άλλη μία τρέλα. Μας έφτιαχνε (γιατί έχω και μια αδελφή) χαρταετούς ζωγραφίζοντας πάνω τους το άλογο της Γκουέρνικα. Αυτό κακό δεν ήταν αλλά επέμενε πεισματικά, όταν όλοι οι άλλοι μπαμπάδες φτιάχνανε τεράστιους χαρταετούς με θέματα τα είδωλα των παιδιών τους, οι δικοί μας να είναι μικροί για να πετάνε ψηλά. Τι σημασία έχει να τους βλέπουμε, μας έλεγε, εμάς μας ενδιαφέρει να πάνε ψηλά.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου